Η επιστημονικοτεχνική
επανάσταση και οι συνέπειές της για το μέλλον του ανθρώπου,
μτφρ. Ν. Καράς,
εκδ. Κέδρος - Ράππα, Αθήνα,
1976, ανατύπωση Δεκέμβριος 2008.
Τριαντάφυλλος
Μεϊμάρης
Ιδιαίτερα ευχάριστη ήταν η έκπληξή μας όταν πληροφορηθήκαμε την
επανακυκλοφορία σε ανατύπωση του βιβλίου του Ράντοβαν
Ρίχτα «Ο πολιτισμός στο σταυροδρόμι. Η επιστημονικοτεχνική επανάσταση και οι συνέπειές της για το
μέλλον του ανθρώπου». Πρωτοδημοσιεύτηκε το 1967 στην
Πράγα της ενιαίας τότε και σοσιαλιστικής Τσεχοσλοβακίας και λόγω της ευρύτατης
επιστημονικής αποδοχής του μεταφράστηκε αμέσως σε πολλές γλώσσες και έτυχε
πολλών επανεκδόσεων. Στην ελληνική εκδόθηκε το 1976 στην σειρά «Προβλήματα του
καιρού μας» των εκδόσεων Ράππα.
Και πράγματι ένα από τα σημαντικά προβλήματα του καιρού μας, που αφορά
άμεσα ή έμμεσα τη ζωή όλων μας είναι ο ρόλος της επιστήμης, των νέων
τεχνολογιών και η σημασία τους στο μέλλον της ανθρωπότητας. Αυτό που κάνει το
συγκεκριμένο έργο να διαφέρει από άλλα σχετικής θεματικής είναι ότι παρά την
πάροδο 40 και πλέον χρόνων από την αρχική έκδοση παραμένει όσο ποτέ επίκαιρο.
Ζητήματα που είναι ακόμα άγνωστα ή που μόλις τίθενται στον «πολιτισμένο» δυτικό
κόσμο απασχολούσαν τους επιστήμονες των σοσιαλιστικών χωρών από τη δεκαετία του
’60.
Έργο μιας πολυμελούς διεπιστημονικής ομάδας μαρξιστών ερευνητών
στηρίζεται σε πλήθος εμπειρικών δεδομένων και στοιχείων που αν και είναι της
δεκαετίας του ’60 δεν αφήνουν έκθετα τα συμπεράσματα, αφού και σήμερα ισχύουν
τουλάχιστον το ίδιο, αν όχι περισσότερο.
Ήδη από τη διάρθρωση [των περιεχομένων] του βιβλίου διακρίνουμε την
ευρύτητα και το βάθος τόσο της θεωρητικής έρευνας, όσο και της έκθεσης των
αποτελεσμάτων της.
Στο επίκεντρο του 1ου κεφαλαίου βρίσκεται ο χαρακτήρας της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης (ΕΤΕ), οι αλλαγές στη δομή
και στη δυναμική των παραγωγικών δυνάμεων και των σχέσεων παραγωγής. Με
αφετηρία και σε αντιπαράθεση με τη βιομηχανική επανάσταση διερευνάται η ουσία
της ΕΤΕ, οι αλλαγές που επέρχονται στην τεχνολογία, τα υλικά και τις ενεργειακές
πηγές αφ’ ενός και στο «υποκειμενικό στοιχείο», τη θέση του ανθρώπου στον
πολιτισμό αφ’ ετέρου. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στα νέα μοντέλα οικονομικής
ανάπτυξης και τις νέες διαστάσεις ανάπτυξης του πολιτισμού. Δεν διαφεύγουν της
προσοχής οι κοινωνικές πλευρές της τεχνικής προόδου και οι εκφάνσεις της ΕΤΕ
στην κεφαλαιοκρατία, στον «τρίτο κόσμο» και στο σοσιαλισμό. Αναφορά γίνεται στα
κίνητρα της ΕΤΕ, τη σημασία και τις παραμέτρους της εξοικονόμησης χρόνου, μέσω
της αυτοματοποίησης της παραγωγής και ενός νέου συστήματος διεύθυνσης.
Το 2ο κεφάλαιο αφιερώνεται στις βαθιές μεταβολές που επιφέρει
η ΕΤΕ στην εργασία (από εργασία χειρισμού σε δημιουργική δραστηριότητα), στην
ανακατανομή της εργατικής δύναμης στην κοινωνία (μείωση ποσότητας εργασίας,
άνοδος του τριτογενούς τομέα), οι οποίες γεννούν ένα νέο καταμερισμό εργασίας
και την ανάγκη καθολικότητας (ορθολογική οργάνωση της ανθρώπινης συνεργασίας με
άρση της αντινομίας εκτελεστικής – διευθυντικής δραστηριότητας, αφομοίωση
πλατιάς θεωρητικής και μεθοδολογικής βάσης των τεχνικών και κοινωνικών
επιστημών), υποταγή του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας στις ανάγκες μιας
συνειδητής ανάπτυξης του ανθρώπου. Βασικό στοιχείο σ’ αυτήν την κατεύθυνση
αποτελεί η γενική άνοδος του απαιτούμενου επιπέδου επαγγελματικής κατάρτισης, με
σκοπό τη διάπλαση και ανάπτυξη των ταλέντων και των ικανοτήτων σε όλες τις
βαθμίδες της εκπαίδευσης, αξιοποιώντας τη γνώση των κεκτημένων
ανθρώπινων δυνάμεων και ικανοτήτων και τα επιτεύγματα της ΕΤΕ, η οποία
προβάλλει ως νέα πολιτιστική επανάσταση. Σε αυτές τις συνθήκες το αντικείμενο
της εκπαίδευσης μετατρέπεται σε υποκείμενο της αυτοεκπαίδευσης
και αυτομόρφωσης.
Αντικείμενο του 3ου κεφαλαίου συνιστά η αλλαγή του τρόπου ζωής
και η ανάπτυξη του ανθρώπου μέσα στο τεχνητό περιβάλλον. Προτεραιότητα έχει
πλέον η ανάπτυξη του ανθρώπου ως αυτοσκοπού. Η αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου συντελείται μέσω της δημιουργικής και θετικής συμμετοχής
του στην εξέλιξη του πολιτισμού. Αυτό
«προϋποθέτει μια βαθύτερη μεθοδολογική βάση, που να συνδέει την
αντικειμενική γνώση με την αυτογνωσία του υποκειμένου, όπως συμβαίνει με τον
μαρξισμό» (σελ. 223).
Στο 4ο κεφάλαιο ο αναγνώστης θα παρατηρήσει την οξυδέρκεια με
την οποία οι συγγραφείς παρουσιάζουν τα νέα χαρακτηριστικά της κοινωνικής
εξέλιξης στην περίοδο της ΕΤΕ. Αναδεικνύονται η νέα θέση (από παράγοντα
κοινωνικής γνώσης σε άμεση και κατεξοχήν κοινωνική παραγωγική δύναμη) και η
στρατηγική της επιστήμης, της τεχνικής και της διαχείρισης, καθώς και τα
κοινωνικά και ιδεολογικά προβλήματα που ανακύπτουν, αλλά και οι προοπτικές
επίλυσής τους στη βάση της ενοποιημένης ανθρωπότητας.
Υπό μορφή παραρτήματος το 5ο κεφάλαιο έρχεται όχι να κλείσει,
αλλά να ανοίξει ένα διάλογο για την πρακτική, δείχνοντας τις κύριες κατευθύνσεις της έρευνας.
Η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού από τη σκοπιά της εργασίας προβάλλει
ως ανάπτυξη αφ’ ενός των εμπράγματων όρων της εργασίας και αφ’ ετέρου του
ανθρώπινου παράγοντα ως υποκειμένου της εργασίας. Κάθε κοινωνικο-οικονομικό
στάδιο ανάπτυξης της ανθρωπότητας έρχεται να άρει αντιφάσεις του προηγούμενου,
αλλά και να θέσει της δικές του. Η μεγάλη μαζική βιομηχανική παραγωγή (βασικό
στοιχείο της οποίας είναι ο εργάτης - προσάρτημα της μηχανής), ως αποτέλεσμα
της ανάπτυξης των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής συνιστά τροχοπέδη στην
ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισμού.
Η επιστήμη ως άμεση παραγωγική δύναμη δημιουργώντας νέα μέσα και αντικείμενα
εργασίας, θέτει τα θεμέλια για την καθολική μεταβολή όλων των παραγωγικών
δυνάμεων, μέσω της αυτοματοποίησης της παραγωγής, χρησιμοποιώντας ευρύτατα στην
παραγωγή μορφές κίνησης ανώτερες της μηχανικής (χημική, βιολογική). Η
θεμελιώδης ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνικής αρχίζει να ξεπερνά τα όρια
της βιομηχανικής επανάστασης, αλλάζοντας ταυτόχρονα την «υποκειμενική πλευρά»
της παραγωγής, τη θέση του ανθρώπου μέσα στο σύνολο των παραγωγικών δυνάμεων. «Στον
βαθμό που ο άνθρωπος ενεργοποιεί τα προϊόντα της προηγούμενης δραστηριότητάς
του, σαν φυσικές δυνάμεις, και, συνεπώς, η εργατική δύναμη εκτοπίζεται από την
άμεση παραγωγική διαδικασία, μια νέα δύναμη πολύ πιο ισχυρή – η επιστήμη σαν άμεση παραγωγική δύναμη –
που ασκείται στη βάση μιας συνολικής συντονισμένης προσπάθειας της κοινωνίας,
ενσωματώνεται στην άμεση παραγωγή» (σελ. 36).
Η διαλεκτική παραγωγικών δυνάμεων – σχέσεων παραγωγής με την εμφάνιση της
ΕΤΕ προσλαμβάνει μια διαφορετική διάσταση απ’ ότι πριν. Η ίδια η εργασία αποκτά
ένα διαφορετικό χαρακτήρα. Αν κατά την περίοδο της εκμηχάνισης η εργασία είναι
χειρονακτική, κοπιώδης, επαναλαμβανόμενη και μη δημιουργική, με την ανάπτυξη
της ΕΤΕ και της αυτοματοποίησης της παραγωγής αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά
πνευματικής, επιστημονικής, δημιουργικής εργασίας. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της
εργασίας καθίσταται πλέον τεχνική αναγκαιότητα.
Σε συνθήκες πρώιμου σοσιαλισμού, (βασική αντίφαση του οποίου είναι η
αντίφαση μεταξύ κοινωνικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και ανεπαρκούς
ανάπτυξης, «ανωριμότητας» του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής), η αναντίστοιχη των κομμουνιστικών σχέσεων, κληροδοτημένη από
το παρελθόν, μη αυτοματοποιημένη μηχανική παραγωγή δημιουργεί φραγμό και
έρχεται σε αντίθεση με την εμφανιζόμενη αυτοματοποιημένη παραγωγή και την
έναρξη της ανάπτυξης του σοσιαλισμού επί της αντίστοιχής του υλικοτεχνικής
βάσης.
Συνολικά, πρόκειται για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, που συμβάλλει
στην ανάδειξη των θεμελιωδέστερων ζητημάτων της ΕΤΕ,
τις προοπτικές που ανοίγονται και τους περιορισμούς που θέτουν τόσο οι
κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, όσο και η ανεπαρκής ανάπτυξη του
σοσιαλισμού.
Ολοκληρώνοντας, οφείλω να επισημάνω ότι το βιβλίο αυτό αξίζει να
μελετηθεί ιδιαίτερα υπό το πρίσμα της «Λογικής της Ιστορίας» του Β.Α. Βαζιούλιν, διότι εμπίπτει
στην θεμελιώδους σημασίας για το επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα προβληματική
που αναπτύσσεται περί αυτοματοποίησης της παραγωγής ως αντίστοιχης του
σοσιαλισμού βάσης και της εργασίας ως αυτοσκοπού στην ώριμη, αταξική
κομμουνιστική κοινωνία.