Περικλής
Παυλίδης
Αριστερά και κομμουνιστική προοπτική.
Η
παγκόσμια οικονομική κρίση με τις επώδυνες συνέπειές της για τα εκατομμύρια των
εκπροσώπων της μισθωτής εργασίας θέτει σε δοκιμασία όχι μόνο τις αντοχές και τα
όρια του κυρίαρχου συστήματος, αλλά και τις δυνατότητες των αντιπάλων του, των
ποικίλων αριστερών κομμάτων και αντικαπιταλιστικών κινημάτων.
Στις κοινωνικές-ταξικές συγκρούσεις που
διεξάγονται σε όλο τον κόσμο είναι πασιφανής η αδυναμία της αριστεράς, (ως συνόλου
πολιτικών δυνάμεων που αμφισβητούν την
κεφαλαιοκρατική κοινωνία), να
αποτελέσει αξιοσημείωτη απειλή για την
παγκόσμια κυριαρχία του κεφαλαίου. Έχοντας υποστεί κοσμοϊστορική ήττα με την
καπιταλιστική παλινόρθωση στις πρώτες
σοσιαλιστικές χώρες, παρακολουθεί με αμηχανία τις κοινωνικές εξελίξεις,
αδυνατώντας να κερδίσει την εμπιστοσύνη, ενίοτε και την απλή προσοχή των λαών. Από
ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική σκοπιά βρίσκεται παγκοσμίως σε εξαιρετικά
δυσχερή θέση. Αν και σε ορισμένες χώρες είναι ακόμη αισθητή η παρουσία της αριστεράς, κυρίαρχη τάση διεθνώς είναι η συρρίκνωση, περιθωριοποίηση ή και εξαφάνιση
των δυνάμεών της.
Η αριστερά, αντιμετωπίζει σήμερα κρίσιμα
ερωτήματα αναφορικά με τη θέση της στο
σύγχρονο κόσμο, τις κοινωνικές ανάγκες και συμφέροντα που εκπροσωπεί, την ιστορική αποστολή της, το σκοπό και το νόημα
της ύπαρξής της. Η απάντηση σε αυτά καθορίζεται αποφασιστικά από τη στάση της αριστεράς απέναντι στην ιστορική
προοπτική της κοινωνίας. Με άλλα λόγια, η ενασχόληση με την ιστορική προοπτική, η ανίχνευση - ανάδειξη
της ιστορικής προοπτικής και ο υπέρ αυτής αγώνας αποτελεί τον ύψιστο σκοπό, την ειδοποιό
αποστολή της αριστεράς.
Η αριστερά συνδέεται, βεβαίως, με όλες
εκείνες τις κοινωνικές δυνάμεις, τα αντικειμενικά ταξικά συμφέροντα των οποίων βρίσκονται
σε αντίθεση προς τις κυρίαρχες κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής. Πρωτίστως, η
αριστερά αποτελεί πολιτική έκφραση του κόσμου της μισθωτής εργασίας. Δε συνιστά
όμως μιαν οποιαδήποτε πολιτική έκφραση. Ο σκοπός της ύπαρξής της δε βρίσκεται, φερ’ ειπείν, στην ανάπτυξη φιλανθρωπικού έργου υπέρ των όπου
γης ταπεινών και καταφρονεμένων. Η ανακούφιση του κοινωνικού πόνου, η υποστήριξη
ευαίσθητων κοινωνικά ομάδων, η βελτίωση της
θέσης των απλών ανθρώπων δεν στοιχειοθετούν κανένα ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης
της αριστεράς ως ξεχωριστής πολιτικής δύναμης. Εν γένει, η κοινωνική
φιλανθρωπία δεν είναι επινόηση της αριστεράς ούτε αποκλειστικά δική της
ενασχόληση.
Η προοδευτική διαχείριση της
κεφαλαιοκρατίας με στόχο τη βελτίωση της θέσης των λαϊκών στρωμάτων δε
θεμελιώνει λόγο ύπαρξης της αριστεράς. Κάθε φορά, μάλιστα, που αριστερές
δυνάμεις συμμετέχουν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στη διαχείριση του αστικού
κράτους, έστω και με αγαθές προθέσεις ενός δημοκρατικού δρόμου προς το
σοσιαλισμό, καταλήγουν στη χρεοκοπία, δεδομένου ότι αποκαλύπτουν με τον πλέον
σαφή τρόπο ότι δεν είναι σε θέση να κάνουν τίποτε περισσότερο από αυτό που
κάνουν οι διάφοροι αναγνωρισμένοι πολιτικοί εκπρόσωποι των αστικών συμφερόντων. Η
αριστερά που υπηρετεί το αστικό κράτος και διαχειρίζεται τα προβλήματα της
αστικής κοινωνίας είναι η αριστερά της
βαθύτατης παρακμής και εξαχρείωσης, δεδομένου ότι με τη στάση της αυτή
καταστρέφει κάθε ελπίδα κοινωνικής απελευθέρωσης και ενισχύει στο έπακρο τον
ζόφο. Η αριστερά που επιδιώκει τη διαχείριση της κεφαλαιοκρατίας αναγνωρίζει de facto ότι, ακριβώς ως
αριστερά, δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης.
Η αριστερά έχει
λόγο ύπαρξης μόνο στο βαθμό που εκπληρώνει
μιαν ιδιαίτερη αποστολή, τη θεωρητική
και πολιτική σύνδεση των αναγκών και
συμφερόντων της εργατικής τάξης, των εργαζομένων, των καταπιεζόμενων λαών, με
την επαναστατική προοπτική της ριζικής απελευθέρωσης από τα δεσμά της ταξικής
κοινωνίας. Η προοπτική αυτή αφορά στη ριζική
κομμουνιστική αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων, στην αυθεντική χειραφέτηση - ενοποίηση της
ανθρωπότητας. Η αριστερά έχει λόγο ύπαρξης στο βαθμό που
αγωνίζεται για την πραγματοποίηση της
κοινωνικής επανάστασης. Ως εκ τούτου, η αριστερά μπορεί να είναι αριστερά, να υπάρχει και
να αναπτύσσεται ως τέτοια, μόνο στο βαθμό που εργάζεται για την υπόθεση της
κομμουνιστικής προοπτικής. Η έννοια της αριστεράς δεν μπορεί παρά να αναφέρεται
σε ποικίλες δυνάμεις που αγωνίζονται για την κομμουνιστική προοπτική. Η
αριστερά δεν μπορεί παρά να είναι κομμουνιστική αριστερά.
Η αντίληψη περί κομμουνιστικής προοπτικής,
οι περί κομμουνισμού θεωρητικές συλλήψεις και προγραμματικές επεξεργασίες,
δηλαδή τα θεμελιώδη στοιχεία της επαναστατικής συνειδητοποίησης, αποκαλύπτουν την πραγματική σχέση της αριστεράς με την
κοινωνία και την εποχή της. Η θεωρητική
σύλληψη της πραγματικότητας και μάλιστα σε
βαθμό που να γίνεται κατανοητή η
δυνατότητα εναλλακτικής εξέλιξής
της (σε αντιδιαστολή προς τις συγκεχυμένες
και, εν πολλοίς, ψευδείς ιδέες του κοινού νου), συνιστά και τη βαθύτερη σύνδεση - σχέση με την πραγματικότητα. Για το
λόγο αυτό η στάση των πολιτικών δυνάμεων της αριστεράς απέναντι στην κομμουνιστική
προοπτική, ο τρόπος κατανόησής της, αποκαλύπτει, συνάμα, τις πραγματικές δυνατότητές τους, την πραγματική αξία και κοινωνική εμβέλεια των στόχων και της δραστηριότητάς τους.
Η θεμελίωση, ανάδειξη, προβολή
της ιστορικής προοπτικής της ανθρωπότητας έχει τεράστια επαναστατική
σημασία, ως προϋπόθεση των συνειδητών
ταξικών αγώνων. Η κατανόηση της προοπτικής
βρίσκεται ακριβώς στον πυρήνα του έργου της επαναστατικής συνείδησης και
συνάπτεται με την ικανότητα των ανθρώπων
να δημιουργούν σκόπιμα τον κόσμο τους.
Η ύπαρξη προοπτικής, (αληθούς προοπτικής, που να συνδέεται με
μαζικές-καθολικές ανάγκες και υπαρκτές υλικές δυνατότητες), και η συνειδητοποίησή της, είναι αυτή που
εμψυχώνει και παρωθεί στους πιο μεγάλους
κοινωνικούς αγώνες, στα πιο τολμηρά επαναστατικά εγχειρήματα. Όταν για τους
ανθρώπους δεν υπάρχει κοινωνική προοπτική, τότε δεν υπάρχει ιδεώδες, σκοπός και ελπίδα.
Η κομμουνιστική προοπτική όμως δε μπορεί να
γίνει αντιληπτή μέσα στην καθημερινότητα της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, στα
πλαίσια της εμπειρικής καθημερινής συνείδησης. Ο σκοπός και οι όροι της
κοινωνικής χειραφέτησης δεν προκύπτουν
άμεσα από την κοινωνική δυσφορία
των εργαζομένων και τις αυθόρμητες ταξικές
συγκρούσεις. Η αντίληψη ότι η
κατανόηση της κομμουνιστικής προοπτικής επιτυγχάνεται άμεσα εντός των πεδίων της ταξικής πάλης είναι απατηλή.
Οι κοινωνικές συνθήκες της ταξικής
κοινωνίας δεν επιτρέπουν στη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων την ανακάλυψη
στα πλαίσια της άμεσα δοσμένης
πραγματικότητας δυνατοτήτων εναλλακτικής οργάνωσης των κοινωνικών σχέσεων. Η αντίληψη
για τον κομμουνισμό, για το εφικτό, τις προϋποθέσεις και τους νόμους
οικοδόμησης της κομμουνιστικής κοινωνίας, ως πεμπτουσία της επαναστατικής
στρατηγικής, αποτελεί ζήτημα κριτικής επιστημονικής σκέψης και θεωρητικής
σύλληψης. Συνακόλουθα, παραμένει έργο των
επαναστατικών πρωτοποριών που συσπειρώνουν τις πλέον συνειδητοποιημένες και
αποφασισμένες δυνάμεις του ταξικού
αγώνα.
Η αριστερά, προκειμένου να είναι αριστερά,
θα πρέπει να καταξιώνεται στο έργο της
επαναστατικής πρωτοπορίας. Και βέβαια δεν αρκεί να αυτοπροσδιορίζεται κανείς ως
πρωτοπορία για να καταστεί τέτοια. Ορθώς η Marta Harnecker επισημαίνει,
ασκώντας κριτική στη μαρξιστική αριστερά
της Λατινικής Αμερικής, ότι «ο πρωτοποριακός χαρακτήρας μιας διαδικασίας δεν
είναι κάτι που αυτοαπονέμεται, αλλά κάτι που το κατακτάς στον αγώνα...»[1].
Η επαναστατική πρωτοπορία δεν έχει τίποτε κοινό με τη ναρκισσευόμενη αυτοεξιδανίκευση οργανωτικών-κομματικών
δομών, την άρθρωση αυτιστικού, ξύλινου λόγου, την αυτάρεσκη προβολή στερεότυπων, δογματικών
βεβαιοτήτων.
Ωστόσο, δε μπορούμε να αποδεχτούμε απόψεις μεταμοντέρνου σκεπτικισμού και
αναρχο-δημοκρατικού αυθορμητισμού, όπως
αυτή που προβάλλει ο John Holloway, ο οποίος
διαπιστώνοντας ότι η αριστερά δε γνωρίζει σήμερα «τι σημαίνει επανάσταση» και
απορρίπτοντας τη λενινιστική αντίληψη
της επαναστατικής πρωτοπορίας, προτάσσει, όπως και οι Ζαπατίστας, τη στάση
του «ρωτώντας περπατάμε», τη στροφή στο
διάλογο με την κοινωνία προς αναζήτηση κατευθύνσεων[2].
Ενδεχομένως,
στη συνείδηση κάποιων αριστερών δυνάμεων που δε διακατέχονται από την αυτοπεποίθηση του φορέα συγκροτημένης στρατηγικής (αυτοπεποίθηση που σε
ορισμένα αριστερά πολιτικά σχήματα απορρέει από δογματικές βεβαιότητες και αφοριστικές,
συνθηματολογικές ιδέες, κενές
περιεχομένου) να φαντάζει σπουδαία η καταξίωσή τους ως δυνάμεων πολιτικής ταπεινοφροσύνης, οι οποίες διαλέγονται
με τον κοινωνικό τους περίγυρο, αναζητώντας κατευθύνσεις. Τίθεται
όμως το ερώτημα: αν η αριστερά, ως
επαναστατική πρωτοπορία, δεν είναι αυτή που
υποδεικνύει τη στρατηγική κατεύθυνση των
αγώνων, αν η αριστερά δε γνωρίζει αυτή την κατεύθυνση και ικανοποιείται με την
άγνοιά της, τότε ποιος χρειάζεται μια
τέτοια αριστερά; Ποιος έχει ανάγκη από μια αριστερά που περιμένει από τους άλλους να τις
υποδείξουν τους στόχους της;
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η αριστερά μπορεί να ενεργεί ως πρωτοπορία,
πρωτίστως, στο βαθμό που καταπιάνεται με
τα ζητήματα της ιστορικής προοπτικής, που αναδεικνύει και καθιστά κατανοητές στον
κόσμο της μισθωτής εργασίας τις προϋποθέσεις
της κοινωνικής χειραφέτησής του και τους πραγματικούς δρόμους που
οδηγούν σε αυτή, που προσδίδει στα αυθόρμητα εξεγερσιακά του σκιρτήματα και
στους επιμέρους κοινωνικούς αγώνες την τεράστια δύναμη της συνειδητοποίησης του
εφικτού της νίκης και της απελευθέρωσης. Βεβαίως, πρόκειται για την αριστερά
που αφουγκράζεται την εποχή της, που ανιχνεύει και μελετά σε βάθος τις τάσεις
του παρόντος οι οποίες οδηγούν στο μέλλον. Πρόκειται για την αριστερά η οποία
με το σύνολο της δράσης της καθίσταται απτό παράδειγμα επαναστατικής στάσης και
τρόπου ζωής.
Η αριστερά που δεν καταπιάνεται σοβαρά με
το έργο της κοινωνικής πρωτοπορίας,
πολλώ δε μάλλω που αποκηρύσσει την ιδέα της πρωτοπορίας, είναι παραιτημένη από το έργο της
επαναστατικής συνειδητοποίησης και κατ’ ουσίαν υποταγμένη στην κυρίαρχη πραγματικότητα, de facto συμβιβασμένη με την εξουσία του
κεφαλαίου.
Ειρήσθω εν παρόδω, ότι οι ποικίλες
συζητήσεις και προσπάθειες για ενότητα της αριστεράς, όταν δεν αναφέρονται στα
ζητήματα των στρατηγικών της στόχων, στην ιστορική προοπτική χειραφέτησης της
εργασίας, στη θεμελίωση του κομμουνιστικού προτάγματος, έχουν, λίγο ή πολύ, συγκυριακή διάσταση, αμφίβολη
πολιτική αξία, μικρή κοινωνική δυναμική. Η δύναμη της αριστεράς δεν μπορεί να
προκύψει απλώς από συναθροίσεις ποικίλων
συνιστωσών της. Η δύναμή της συνίσταται στην κοινωνική εμβέλεια και σημασία των
στρατηγικών στόχων της, στη συγκρότηση
γύρω από αυτούς πλειοψηφικής κοινωνικής-ταξικής συμμαχίας.
Αν η αριστερά δεν ασχοληθεί με τους στόχους της, αν δεν καταπιαστεί με
τη θεμελίωση της κομμουνιστικής στρατηγικής, τότε ποιος θα το πράξει στη θέση
της;
Δυστυχώς, η σύγχρονη αριστερά έχει σε
σημαντικό βαθμό απολέσει την ικανότητα να λειτουργεί ως κοινωνική πρωτοπορία,
πρωτίστως, διότι έχει διαρρήξει τους δεσμούς της με την κοινωνική προοπτική. Κι
όταν ακόμη αυτοπροσδιορίζεται ως ριζοσπαστική δύναμη αντίστασης στην
κεφαλαιοκρατία, ως αντι-μονοπωλιακή ή αντι-καπιταλιστική αριστερά, δεν παύει να
εκλαμβάνει την ύπαρξη του ταξικού αντιπάλου της και τη σύγκρουση με αυτόν ως
δεδομένη, υποδηλώνοντας την απουσία συγκεκριμένου στόχου υπέρβασης του κόσμου
της ταξικής εκμετάλλευσης και των ταξικών συγκρούσεων. Στο πρόταγμα ενός απλώς αντιμονοπωλιακού ή αντικαπιταλιστικού
αγώνα λανθάνει η αδυναμία της αριστεράς να δει πέρα από τον ορίζοντα της ταξικής
κοινωνίας, να προσδιορίσει θετικά την αποστολή της και, τοιουτοτρόπως, να
θεμελιώσει το νόημα της ύπαρξής της.
Για την αριστερά της εποχής μας, τουλάχιστον για το μεγαλύτερο μέρος
της, ο κομμουνισμός αποτελεί μια θολή πιθανότητα του μακρινού
μέλλοντος. Ενίοτε, ο κομμουνισμός ταυτίζεται με ένα αφηρημένο ιδεώδες, με
σύνολο διαχρονικών ηθικών αξιών. Στο λόγο και στα έργα αρκετών συνιστωσών της αριστεράς ο κομμουνισμός έχει προ
πολλού παρακμάσει από επιστήμη σε ουτοπία.
Στην εξέλιξη αυτή συμβάλει αποφασιστικά η κοσμοϊστορική ήττα των πρώτων σοσιαλιστικών
επαναστάσεων και η διάχυτη μηδενιστική στάση προς τα καθεστώτα που δημιουργήθηκαν
από αυτές. Με ισχυρή διάθεση
πραγματισμού αρκετές δυνάμεις της αριστεράς απορρίπτουν αυτό που απέτυχε
και ηττήθηκε ακριβώς επειδή απέτυχε, θεωρώντας όλη την ιστορική πορεία του μόνο υπό το πρίσμα
της τελικής ήττας.
Βεβαίως
το ίδιο το γεγονός της ήττας μετά από παρατεταμένη συσσώρευση προβλημάτων στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού δεν μπορεί να μη λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Η
παραγνώρισή του και η αναγωγή της κομμουνιστικής στρατηγικής σε απλή αντιγραφή ιδεών
και πρακτικών από τα σοσιαλιστικά εγχειρήματα του 20ου αιώνα
αποτελεί αδιέξοδη επιλογή. Το μέλλον του
σοσιαλισμού δεν θα έχει ποτέ τη μορφή της επανάληψης των «ένδοξων» στιγμών του
παρελθόντος.
Συνάμα,
είναι αναγκαίο να έχουμε υπόψη ότι η πορεία των πρώτων σοσιαλιστικών κοινωνιών αποτελεί
μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητας
εγχείρημα οικοδόμησης του σοσιαλισμού, με τεράστιες χειραφετικές επιτεύξεις για
τον κόσμο της εργασίας. Η σημασία του
είναι ανεκτίμητη, δεδομένου ότι αποκαλύπτει τις πραγματικές δυνατότητες αλλά
και δυσκολίες, τους περιορισμούς και τις νομοτελείς αντιφάσεις της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στα πλαίσια
συγκεκριμένων προϋποθέσεων και συνθηκών. Χωρίς τη σοβαρή μελέτη των πρώτων
σοσιαλιστικών εγχειρημάτων δε θα είναι ποτέ εφικτή η συγκρότηση αποτελεσματικής
θεωρίας για την πορεία της ανθρωπότητας
προς τον κομμουνισμό.
Φρονώ δε
ότι η ενασχόληση με τον
σοσιαλισμό του 20ου αιώνα θα
πρέπει να απαγκιστρωθεί από την απλή καταμέτρηση των
επιτυχιών ή αποτυχιών του, των θετικών ή
αρνητικών του πτυχών, και να δει πίσω από αυτές τις νομοτελείς (όχι
υποκειμενικές και τυχαίες, αλλά ιστορικά αναγκαίες) αντιφάσεις
του σοσιαλισμού, τις
ιδιότυπες αντιφάσεις του γίγνεσθαι της
κομμουνιστικής κοινωνίας.
Πολλές δυνάμεις της αριστεράς,
αποποιούμενες την κομμουνιστική τους
ταυτότητα και αποστασιοποιούμενες από την παράδοση του κομμουνιστικού κινήματος
(του παγκοσμίως πλέον ηττημένου και αδυσώπητα συκοφαντημένου και
δυσφημισμένου κομμουνιστικού κινήματος), επιδίδονται σε εγχειρήματα πολιτικού ρεαλισμού.
Προσαρμόζουν τους στόχους τους στον κοινό νου των ανθρώπων, δηλώνουν πίστη στη
δημοκρατία και στα ανθρώπινα δικαιώματα, υιοθετούν στόχους και συνθήματα
μαζικών κινημάτων προσπαθώντας να καταγραφούν ως η αριστερά
των πλουραλιστικών αντιλήψεων και διεκδικήσεων[3].
Η αριστερά της διαφορετικότητας, του
πλουραλισμού και των κινημάτων, η
οποία, παραιτούμενη από μεγαλεπήβολες επαναστατικές στοχοθεσίες, αυτοπεριχαρακώνεται
στη διεκδίκηση επί μέρους βελτιώσεων για ποικίλες κοινωνικές ομάδες «αποκλεισμένων και
περιθωριοποιημένων», είναι ακριβώς η αριστερά που αποφεύγει να αντιμετωπίσει
την κυρίαρχη κεφαλαιοκρατική πραγματικότητα ως ολότητα, που έχει παραιτηθεί από
το στόχο της καθολικής κοινωνικής χειραφέτησης.
Στην κουλτούρα της αριστεράς εγγράφεται
βεβαίως, ως αυτονόητη ιδέα, η συμμετοχή στους ποικίλους κοινωνικούς αγώνες και
η συνεργασία με διάφορα προοδευτικά κοινωνικά, δημοκρατικά,
εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Την ίδια στιγμή, η αριστερά δεν μπορεί να
ταυτίζεται με τη συνείδηση και τους στόχους τους, δεδομένου ότι αυτοί πολύ
συχνά όχι μόνο δε συμπίπτουν με την υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης, αλλά αναπαράγουν
ποικιλοτρόπως αντιλήψεις και αυταπάτες
της κυρίαρχης αστικής συνείδησης.
Το ιδεώδες της κομμουνιστικής
προοπτικής υπερβαίνει τους στόχους των οποιωνδήποτε επί μέρους κινημάτων και
τις μορφές συνείδησης που τους ορίζουν. Προτάσσοντας την ενοποίηση της ανθρωπότητας, λειτουργεί
συνάμα ενοποιητικά, καλλιεργώντας μιαν ανώτερη βαθμίδα συνειδητοποίησης, στα
πλαίσια της οποίας γίνεται κατανοητή η
δυνατότητα ριζικής αλλαγής του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων, αλλαγής του
τύπου και των κινητήριων δυνάμεων ιστορικής εξέλιξης της ανθρωπότητας.
Η κομμουνιστική προοπτική μπορεί να γίνει
αντιληπτή μόνο ως παγκόσμια ιστορική
προοπτική της ανθρωπότητας. Ακριβώς ως προοπτική ενοποίησης της ανθρωπότητας
έχει εγγενώς παγκόσμια διάσταση, αφορά στην καθολική έξοδο της ανθρωπότητας από
την προϊστορία της. Ο σοβιετικός στοχαστής Β.Α.Βαζιούλιν, στο έργο του Λογική της ιστορίας, επαναθεμελιώνοντας
την αντίληψη του κομμουνισμού, παρουσιάζει την κομμουνιστική προοπτική ως
διαδικασία ριζικού μετασχηματισμού όλων
των προηγούμενων κοινωνικών σχέσεων, των προηγούμενων κινητήριων δυνάμεων
ιστορικής εξέλιξης, ως προοπτική ωρίμανσης του κοινωνικού, της κοινωνικής οργανικής
ολότητας[4].
Θεωρώ,
λοιπόν, ότι η συζήτηση για τον κομμουνισμό, η συγκρότηση της κομμουνιστικής
θεωρίας και στρατηγικής από τις δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς δεν
μπορούν να έχουν ως σημείο αναφοράς την πραγματικότητα
της μιας ή της άλλης χώρας, ούτε έστω
της μιας ή της άλλης περιοχής του πλανήτη. Η κομμουνιστική στρατηγική αφορά στο σύνολο της ανθρωπότητας, στις δυνατότητες και προοπτικές νέου τύπου
ανάπτυξης της παγκόσμιας κοινωνίας.
Για το λόγο αυτό η θεωρία και η στρατηγική του κομμουνισμού
συνάπτονται με την κατανόηση των τάσεων εξέλιξης της κοινωνίας,
προϋποθέτουν τη μελέτη της κοινωνίας ως ολότητας, ως παγκόσμιου
συστήματος. Από αυτή τη σκοπιά εξαιρετικής σημασίας για την κομμουνιστική
θεωρία και τους αγώνες της
κομμουνιστικής αριστεράς είναι η διερεύνηση όλων εκείνων των
διαδικασιών-τάσεων της σύγχρονης πραγματικότητας που κατατείνουν στην ενοποίηση
της ανθρωπότητας, διαμορφώνοντας τους όρους για τον κομμουνιστικό
μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Μεταξύ αυτών, ιδιαίτερης προσοχής και μελέτης
χρήζουν οι αλλαγές που συντελούνται
εντός της παραγωγής, η τάση
δημιουργίας ενιαίου παγκόσμιου αυτοματοποιημένου συστήματος παραγωγής
συναπτόμενου με τη λειτουργία παγκόσμιων παραγωγικών δυνάμεων, η τάση δηλαδή
ενοποίησης της ανθρωπότητας στα πλαίσια της παραγωγικής της δραστηριότητας. Οι αλλαγές
αυτές συνάπτονται με τη σταδιακή έξοδο των εργαζομένων από την άμεση συμμετοχή – ως φυσικών δυνάμεων
– στην παραγωγική διαδικασία, με τον αποφασιστικό παραγωγικό ρόλο της επιστημονικής σκέψης και γνώσης, αυτού που
ο Κ.Μαρξ αποκαλούσε «γενική διάνοια» και «γενική παραγωγική δύναμη».
Στη
σύγχρονη εξέλιξη της εργασίας διαφαίνεται η κρίσιμη για τον
κομμουνισμό δυνατότητα μετατροπής αυτής από εξωτερική ανάγκη, από κοπιώδη προσπάθεια για την παραγωγή αγαθών, σε ανάγκη εσωτερική για την
απόλαυση της ίδιας της εργασιακής δραστηριότητας, για την ενεργοποίηση και
ανάπτυξη των δημιουργικών ικανοτήτων των ανθρώπων.
Τεράστια σημασία για την αριστερά και του
στόχους της έχουν, επίσης, οι τάσεις
ριζικού επανακαθορισμού της αλληλεπίδρασης των ανθρώπων με τη
φύση, ως συνέπεια της συγκλονιστικής διευρυνόμενης κατανόησης των νόμων της ζωής και
της μετατροπής της βιολογίας σε παραγωγική δύναμη. Καθίσταται πλέον
ορατή η δυνατότητα συνειδητού μετασχηματισμού της βιόσφαιρας του πλανήτη, συνειδητού ελέγχου και
διαμόρφωσης των φυσικών προϋποθέσεων
ύπαρξης της ανθρωπότητας και ικανοποίησης των βιολογικών αναγκών της.
Η
αναμέτρηση με το παγκόσμιο σύστημα της ταξικής εκμετάλλευσης, η αποτροπή των
καταστροφικών για την ανθρωπότητα
συνεπειών της ανεξέλεγκτης κίνησης των παγκόσμιων οικονομικών δυνάμεων και της
ανταγωνιστικής χρήσης των πανίσχυρων σύγχρονων μέσων παραγωγής υποχρεώνει την αριστερά να προτάξει και να
αγωνιστεί για την προοπτική της
χειραφετημένης κομμουνιστικής κοινωνίας. Ως εκ τούτου, η θεωρητική σύλληψη του
κομμουνισμού, η αποκάλυψη των ιστορικών προϋποθέσεων και τάσεων που θεμελιώνουν
το εφικτό της οικοδόμησής του, έχει πρακτική αξία. Αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ όρο
διεξαγωγής και νίκης του αντικαπιταλιστικού αγώνα. Ας μη λησμονούμε τις σπουδαίες επισημάνσεις του Β.Ι.Λένιν ότι
«Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν μπορεί να υπάρξει και επαναστατικό κίνημα.», «η
έλλειψη θεωρίας αφαιρεί από την επαναστατική κατεύθυνση το δικαίωμα ύπαρξης και
την καταδικάζει αναπόφευκτα, αργά ή γρήγορα,
σε πολιτική χρεοκοπία.»[5].