Η Άνοιξη και οι συμβολισμοί του «θείου δράματος» τροφοδοτούν προβληματισμούς για τον κύκλο της ζωής, για την εναλλαγή ζωής και θανάτου.
Η βασική λειτουργία των γονέων και ευρύτερα της κάθε γενεάς ενηλίκων στην γενετήσια/αναπαραγωγική της ωριμότητα/ακμή, είναι η αγωγή, η καλλιέργεια στα τέκνα της ικανότητάς τους για κατ’ αρχήν βιολογική αυτοτελή ύπαρξη, και ευρύτερα, η διασφάλιση αναγκαίων και ικανών όρων για αυτόνομη πορεία των ανθρώπων της νέας γενεάς στη ζωή τους.
Η βασική λειτουργία του ανθρώπου στο σύστημα του κεφαλαίου, είναι η ανταγωνιστική οικονομική λειτουργικότητά του (ως μισθωτού εργαζόμενου είτε ως επιχειρηματία/κεφαλαιούχου), η οποία συνδέεται με την βιολογική (χωρίς να ανάγεται σε αυτήν) και οδηγεί σε εναγώνια ανάγκη υπερπροβολής μιας εικόνας ακμής των ζωτικών δυνάμεων του ατόμου, ακόμα και αν αυτή είναι ψεύτικη, επίπλαστη… Πίσω από αυτήν κρύβεται η αγωνία μετάθεσης της παρακμής, της φθοράς, του γήρατος, η οποία, σε συνδυασμό με την αγωνία του θανάτου, βιώνεται τραγικά. Συνδεόμενη με την ματαιοδοξία, αυτή η αγωνία τροφοδοτεί ολόκληρη βιομηχανία εμπορευμάτων/σκευασμάτων και υπηρεσιών εικονικής «αντιγήρανσης»…
Τα γηρατειά είναι ένα αναγκαίο και αναπόφευκτο στάδιο της ζωής που έχει και βιολογικά, ακριβέστερα, δημογραφικά χαρακτηριστικά, τα οποία συνδέονται με τους όρους εργασίας και διαβίωσης που διασφαλίζει μια κοινωνία, με την διάρκεια, το προσδόκιμο ζωής. Σε κάθε περίπτωση, το γήρας συνδέεται με το ότι φθίνει η γενετήσια και η αναπαραγωγική ανάγκη/λειτουργία, έχει επιτευχθεί η ωρίμανση/ενηλικίωση των τέκνων, το άτομο έχει επιτελέσει τον παραγωγικό/οικονομικό του ρόλο, ενώ μειώνεται η ικανότητα αυτοσυντήρησης/αυτοεξυπηρέτησης και πλησιάζει ο θάνατος. Εδώ είναι που τίθεται το πρόβλημα της σχέσης μεταξύ διατήρησης εν ζωή, αυτοσυντήρησης του ατόμου και «χρηστικής λειτουργικότητάς» του για την ομάδα, την κοινωνία, το γένος.
Γηραιό άτομο –κατά κανόνα– θεωρείται ο άνθρωπος που χάνει τη βιολογική και εργασιακή/οικονομική «δικαίωση» της ύπαρξής του: από μάχιμος γίνεται απόμαχος της ζωής και της δουλειάς.
Ωστόσο, ακόμα και εάν ένας γηραιός άνθρωπος παρακμάζει βιολογικά και από την άποψη των ψυχοσωματικών του δυνατοτήτων για εντατική εργασία, ως κοινωνικό/πολιτισμικό όν μπορεί να επιτελεί σπουδαίο ρόλο, εάν είναι φορέας μιας σημαντικής κοινωνικής εμπειρίας και γνώσεων-σοφίας και εφ’ όσον διαθέτει ικανότητα μεταλαμπάδευσης αυτού του πλούτου στις νέες γενεές. Κατά κανόνα, τέτοιες προσωπικότητες διατηρούν ευεξία μέχρι τον θάνατό τους.
Στα γεράματα εκδηλώνεται ανάγλυφα το κατά πόσο έχει κοινωνικοποιηθεί το κάθε άτομο, το κατά πόσο το κοινωνικό στοιχείο, ο πολιτισμός και η ετοιμότητα για ανιδιοτελή προσφορά έχουν λάβει εντός του «σάρκα και οστά», διέπουν το είναι του. Όσο λιγότερο κοινωνικοποιημένος/καλλιεργημένος, όσο πιο ιδιοτελής είναι ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο στερούνται νοήματος τα γηρατειά του, τόσο πιο πολύ βιώνει ως αδιέξοδη και θλιβερή την ίδια την ύπαρξή του, τόσο πιο πολύ φοβάται τον θάνατο, ενώ εκδηλώνει τα χειρότερα ιδιοτελή και αντικοινωνικά του στοιχεία με νοσηρό/τοξικό τρόπο.
Η φροντίδα για τα γηρατειά σε ανεπτυγμένη μορφή δεν υπάρχει στο ζωικό βασίλειο, αλλά μόνο στους ανθρώπους, στην ανθρωπότητα. Όταν λοιπόν κάποια τέκνα εγκαταλείπουν/απορρίπτουν τους γέροντες γονείς τους, έχοντας απομυζήσει από αυτούς ό,τι μπορούσαν, αντιμετωπίζοντάς τους ως «βάρος», φανερώνουν πόσο χαμηλό/επιφανειακό επίπεδο κοινωνικοποίησης/πολιτισμού διαθέτουν, πόσο ζωώδη στην ιδιοτέλειά τους είναι τα κίνητρά τους.
Όταν ένα κράτος φέρεται στους απόμαχους της εργασίας και της ζωής χωρίς φροντίδα, όταν τους παραπετά σαν στυμμένες λεμονόκουπες στην εξαθλίωση, με συντάξεις πείνας (έχοντας ληστέψει μέσω ΔΝΤ & ΕΕ τα δεδουλευμένα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων) και σε άθλια γηροκομεία-ιδιωτικές επιχειρήσεις εκτός κοινωνικού ελέγχου-εποπτείας, εκδηλώνει τον απάνθρωπο, βάρβαρο και κτηνώδη χαρακτήρα του…
Δημήτρης Πατέλης
Αν. καθηγητής Φιλοσοφίας Πολυτεχνείου Κρήτης