Δημήτρης Πατέλης

 

Αυτοδιάθεση, ρατσισμός και γεωπολιτικές παγίδες.

 

Σε πρόσφατο κείμενο του Γ. Δελαστικ (ΠΡΙΝ 3/11/2002), εξ αφορμής της επιχείρησης των ειδικών δυνάμεων για την απελευθέρωση των ομήρων που κρατούνταν σε θέατρο της Μόσχας από ένοπλους Τσετσένους αυτονομιστές, ασκείται δριμεία κριτική στους χειρισμούς του καθεστώτος Πούτιν.

Για κάθε στοιχειωδώς συνειδητοποιημένο μαρξιστή είναι αυτονόητο το γεγονός ότι το καθεστώς Πούτιν είναι συνέχεια του καθεστώτος Γιέλτσιν σε άλλη φάση, είναι ένα καθεστώς αστικής – κεφαλαιοκρατικής αντεπανάστασης, ένα καθεστώς παλινόρθωσης της κεφαλαιοκρατίας και ανατροπής των κεκτημένων της Οκτωβριανής Επανάστασης με ειρηνικά – συναινετικά είτε με ένοπλα – κατασταλτικά μέσα.

 

Ένοχες αγοραίες ενοχοποιήσεις.

 

Δεν είναι όμως η συγκεκριμένη επιχείρηση (παρά το σημασιολογικό φορτίο της) το κύριο πρόβλημα. Το πρόβλημα εδώ έγκειται στη συλλογική ενοχοποίηση του ρωσικού (και όλου του σοβιετικού) λαού για όλα τα δεινά που έφερε το αιμοσταγές αντιδραστικό – αντεπαναστατικό καθεστώς της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.

Η ενοχοποίηση αυτή ήταν και είναι αισθητή τα τελευταία χρόνια σε κάποιους κύκλους της αριστεράς της ήττας και της υποχώρησης. Προβάλλει ως αναγκαίος μηχανισμός αυτοάμυνας μερίδας της αριστεράς, που δίνοντας εξετάσεις «οραματικής καθαρότητας», με κάθε ευκαιρία σπεύδει να νίψει τας χείρας της, αποκηρύσσοντας μετά βδελυγμίας όπου γης κάθε πραγματικό εγχείρημα επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, ακόμα και την περί αυτού ανάμνηση. Έχουμε λοιπόν την οπτική του αναθέματος και της δαιμονολογικής απόρριψης  των κεκτημένων της Οκτωβριανής Επανάστασης στον αντίποδα της αγιογραφικής εξιδανίκευσης εν είδει μνημόσυνου του υπαρκτού σοσιαλισμού...

            Η τάση αυτή εκφράζεται συχνά μ’ εκείνο το «καλά να πάθουν» αυτοί οι λαοί, για να πάρει ποικίλες προεκτάσεις: από τη νεκρανάσταση του πούρου πλεχανοφικού μενσεβικισμού («δεν έπρεπε να πάρουν τα όπλα οι μπολσεβίκοι»), μέχρι τις συντηρητικές και αντιδραστικές στάσεις «ρεαλιστικής» απόρριψης κάθε επανάστασης. Εκφράζεται μ’ εκείνη τη χαιρέκακη, υπεροπτική έως σαδιστική χλεύη έναντι αυτών των λαών, σαφώς μπολιασμένη με τις αγοραίες προκαταλήψεις του μικροαστού, που κορδώνεται δίκην δουλοκτήτη, εκταμιεύοντας το μερίδιο της συγκυριακής «υπεροχής» του στην αγορά εργασίας των οικονομικών προσφύγων και στα πορνεία. Μιας υπεροχής που του χάρισε η διάλυση του οικονομικού και κοινωνικού ιστού των χωρών των πρώιμων σοσιαλιστικών επαναστάσεων από την αντεπανάσταση. Εκφράζει και τις διαθέσεις του αστού, που λιμπίζεται τη νέα «ενδοχώρα» για την επεκτατική διείσδυση των κεφαλαίων του και προβάλλει την βουλιμία του για  αφαίμαξη αυτών των λαών ως εκστρατεία εκπολιτισμού των βαρβάρων...

 

Αντιδραστικός ρατσισμός με «αριστερό» προσωπείο.

 

Τώρα όμως, η χαιρέκακη χλεύη προβάλλει απροκάλυπτα ως αγοραίος αντιδραστικός ρατσισμός με «αριστερό» προσωπείο. Γι’ αυτόν δεν υπάρχει η αστική ολιγαρχία της Ρωσίας με το καθεστώς της, αλλά ένας «βάρβαρος ρώσικος λαός» που διψάει για αίμα, τα «πιο ποταπά, κατώτερα ένστικτα των εξαθλιωμένων ρωσικών μαζών» και μια «αποκτηνωμένη Ρωσία». Σε αντιδιαστολή με τους «δύστυχους Τσετσένους, που στενάζουν κάτω από τη μπότα ενός τέτοιου κατακτητή» (όλοι μαζί: Τσετσένοι αστοί, δουλοκτήτες, άνεργοι...) υπάρχουν οι Ρώσοι (όλοι ανεξαιρέτως), που «έχουν τον ηγέτη που τους αξίζει» (φτωχέ Χέγκελ, αν ήξερες τι τύχη θα είχε αυτή η ρήση σου...).

«Η Αριστερά θα πρέπει να ντρέπεται για το γεγονός ότι ουσιαστικά σιωπά εδώ και τόσα χρόνια για το έγκλημα που διαπράττει η Μόσχα στην Τσετσενία» μας διαβεβαιώνει ο Γ. Δελαστίκ... Δεν διευκρινίζει ωστόσο, ποια Μόσχα είναι ο αυτουργός και σε ποιο ακριβώς απ’ όλα τα «εγκλήματα» της καπιταλιστικής παλινόρθωσης αναφέρεται;

Οι διεθνιστές αποφεύγουν γενικεύσεις που αποδίδουν συλλογική ευθύνη σε λαούς. Οι Η.Π.Α. είναι η ιμπεριαλιστική υπερδύναμη που παρασιτεί κάνοντας αφαίμαξη σε ολόκληρους λαούς, πού έχει στο ενεργητικό της δουλεμπόριο, στρατιωτικές επεμβάσεις, γενοκτονίες κλπ. Υπάρχουν όμως εντός της και οι παραδόσεις της Νέας Υόρκης ως έδρας της Διεθνούς (1872), των μεγαλειωδών εργατικών αγώνων του Σικάγου (1886), του αντιπολεμικού κινήματος κατά τον πόλεμο στο Βιετνάμ, της εξέγερσης του Λος Άντζελες, των απαρχών του κινήματος κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης (Σιάτλ) κ.ο.κ. Κατά παρόμοιο τρόπο δεν χαρακτηρίζουμε βάρβαρο τον γερμανικό λαό, γέννημα – θρέμμα του οποίου ήταν τόσο ο Μαρξ όσο και ο Χίτλερ, τον γαλλικό με την κομμούνα αλλά και τις αποικιοκρατικές σφαγές κ.ο.κ.

 

Αυτονομιστικά κινήματα και «διεθνιστική αλληλεγγύη».

 

Το δικαίωμα των εθνών για αυτοδιάθεση είναι ένα σύνθημα το οποίο – όπως άλλωστε και όλα τα συνθήματα – επιδέχεται συγκεκριμένη ιστορική ερμηνεία. Δεν μπορεί να ερμηνεύεται ως ισχύον παντού και πάντοτε άνευ όρων.

Ας θυμηθούμε φερ’ ειπείν τι συνέβη στη Σουδητία της Τσεχοσλοβακίας κατά τη δεκαετία του 1930. Δίκτυο χιτλερικών συγκροτεί το ναζιστικό «Σουδητογερμανικό πατριωτικό μέτωπο» με αίτημα προσάρτηση της Σουδητίας στη Γερμανία. Θα μπορούσε κάποιος εχέφρων κομμουνιστής να υποστηρίξει τότε το αυτονομιστικό κίνημα της Σουδητίας εν ονόματι της αρχής της αυτοδιάθεσης; Θα μπορούσαμε εν ονόματι της ίδιας αρχής να ταχθούμε αλληλέγγυοι με κινήματα όπως αυτά των αμερικανοκίνητων (και όχι μόνο) του U.C.K. στο Κόσοβο και την Π.Γ.Δ.Μ., είτε με αυτό των ρεβανσιστών συνεργατών των ναζί της Κροατίας;

Μπορεί φερ’ ειπείν να επιτάσσει την διεθνιστική αλληλεγγύη μας ένα αντιδραστικό σκοταδιστικό κίνημα που τροφοδοτείται συστηματικά με υπερσύγχρονα όπλα (π.χ. αντιαεροπορικούς πυραύλους Στίνγκερ), αλλοδαπούς μισθοφόρους και πόρους (από διάφορες πηγές: Η.Π.Α., Τουρκία, Σαουδική Αραβία, Εμιράτα, αντιπολιτευόμενα ρωσικά κεφάλαια, με δικτυακό τόπο που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, κλπ.) και - όλως τυχαίως - διεκδικεί μια «Μεγάλη Ισλαμική Ιτσκερία», που θα εκτείνεται από τον Εύξεινο Πόντο έως την πετρελαιοπαραγωγό Κασπία, ως μέρος του οράματος ενός «Μεγάλου Ισλαμικού Χαλιφάτου» που θα περιλαμβάνει όλη την Υπερκαυκασία, το Ταταρστάν, το Νταγκεστάν κ.λ.π. της Ρωσίας και τις αραβικές χώρες; Μήπως αυτές οι θέσεις αποβαίνουν άκρως ευνοϊκές για τα ιδεολογήματα των μεταμοντέρνων «ανθρωπιστικών επεμβάσεων»;

Η αλλαγή καθεστώτος είχε και έχει πολύ συχνά και τη μορφή «εθνικοαπελευθερωτικών» κινημάτων, με αντίστοιχες αιματηρές διεθνικές συγκρούσεις, αποσχίσεις, αλλαγή – επαναχάραξη συνόρων, εθνοκαθάρσεις και εμφυλίους πολέμους (βλ. Δημοκρατίες της Βαλτικής, Ναγκόρνο – Καραμπάχ, Υπερδνειστερία, Τσετσενία, Τατζικιστάν, Γεωργία – Οσετία και Αμπχαζία, επανένωση Γερμανιών, διάλυση Τσεχοσλοβακίας, παρατεταμένη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, κ.α.).

Βεβαίως, όλα αυτά παραμένουν terra incognita για όσους πέρασαν από τη φετιχιστική λατρεία της ΕΣΣΔ, στη δαιμονολογική μετά βδελυγμίας απόρριψή της, ως «ανύπαρκτου σοσιαλισμού», και τώρα αδυνατούν και απαξιούν να κατανοήσουν τη διαλεκτική, τις διαφορές και τις συνιστώσες επανάστασης και αντεπανάστασης, φερόμενοι και αγόμενοι από τα εκάστοτε κυρίαρχα ιδεολογήματα. Η αδυναμία τους αυτή οδηγεί σε εθελοτυφλία που τους καθιστά ανίκανους να διακρίνουν την ουσιώδη διαχωριστική γραμμή μεταξύ ακμής και παρακμής της επανάστασης, μεταξύ των πρώτων βλαστών της σοσιαλιστικής κοινωνίας και του καπιταλισμού, μεταξύ σοσιαλιστικού επαναστατικού μετασχηματισμού και καπιταλιστικής αντιδραστικής αντεπανάστασης. Στα έωλα δόγματά τους το αιμοσταγές αντεπαναστατικό καθεστώς Γιέλτσιν – Πούτιν προβάλλει ως γραμμική εξέλιξη της πορείας της Οκτωβριανής Επανάστασης και του «ανύπαρκτου σοσιαλισμού» που αυτή γέννησε!... Ίσως γι’ αυτό τελευταία απαξιούν να ασχοληθούν με έστω και επετειακού χαρακτήρα αναφορά στην Οκτωβριανή Επανάσταση (Στο ΠΡΙΝ, δεν υπήρξε η παραμικρή αναφορά στην επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης του 2002).

 

Ρατσιστικές ευαισθησίες και πολεμικές ιαχές...

 

Είναι άραγε δυνατό να θεωρείται «θέμα διεθνιστικής αλληλεγγύης, να μπορούσαν οι Τσετσένοι να προκαλέσουν τόσες δεκάδες χιλιάδες νεκρούς Ρώσους, όσους ακριβώς Τσετσένους έχουν σκοτώσει οι Ρώσοι, μήπως και αυτό το σοκ αποτελούσε κίνητρο αφύπνισης του βάρβαρου ρωσικού λαού»;

Τι νόημα έχει η προτροπή για «οργάνωση αντιρωσικού πολιτικού μετώπου». Σε ποιόν απευθύνεται αυτή η προτροπή; Ακόμα και εάν εκληφθούν ως σοβαρές οι φιλοδοξίες της νεότευκτης (διεφθαρμένης και δουλοπρεπούς στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις) ρωσικής αστικής τάξης για εμπλοκή στη διεθνή ιμπεριαλιστική σκακιέρα, και για ανάκτηση του ρόλου μιας «φυλακής των λαών» (Λένιν), συνιστά άραγε σήμερα η Ρωσία της ανολοκλήρωτης καπιταλιστικής παλινόρθωσης τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος; Μήπως μπαίνουν πάλι κάποιοι στον πειρασμό της υπαγόρευσης εξωτερικής πολιτικής και γεωστρατηγικών επιλογών στην άρχουσα τάξη, σε μια περίοδο κατά την οποία με το δόγμα των «προληπτικών πολέμων» κατά των κατόχων (ή και υπόπτων για κατοχή) όπλων μαζικής καταστροφής, απέχουμε ελάχιστα από τα νέα ιμπεριαλιστικά ολοκαυτώματα; Σε αυτή την περίπτωση, τίνος συμφέροντα εξυπηρετούν;

Οποιαδήποτε αναζήτηση λύσεων σ’ αυτόν τον κόμβο αντιφάσεων, πέρα και έξω από την προοπτική ενοποίησης της ανθρωπότητας σε περιφερειακή και σε παγκόσμια κλίμακα, πέρα και έξω από την προοπτική του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού είναι αντιδραστική ουτοπία. Το ζητούμενο εδώ δεν είναι να ταχθεί η αριστερά άμεσα και άκριτα υπέρ ή κατά κάποιων από τους εμπλεκόμενους σε διεθνικές είτε σε γενικευμένες συρράξεις που γεννά η αντεπανάσταση και ο ιμπεριαλισμός, συρόμενη στην ουρά της αντίδρασης. Για ποιο λόγο καλούμαστε να τοποθετηθούμε μονοσήμαντα υπέρ της μίας ή της άλλης εκδοχής της αντίδρασης και της αντεπανάστασης;

Το μείζων ζητούμενο, σε αντιδιαστολή με τα εθνικά – γεωπολιτικά ιδεολογήματα, είναι να προετοιμάζουμε ολοένα το έδαφος για πόλεμο ταξικό – διεθνιστικό εναντίον του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου με στόχο την αταξική κοινωνία.

 

Χανιά, 13/11/2002

1