Κρίση της κεφαλαιοκρατίας και
παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος.
Δημήτρης Πατέλης.
Η χρηματοπιστωτική κρίση που εκδηλώθηκε στις
Η.Π.Α. και επεκτείνεται ραγδαία στην Ευρώπη και σε ολόκληρο το παγκόσμιο
κεφαλαιοκρατικό σύστημα, μαζί με την κλιμάκωση του εν εξελίξει τρίτου
παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου, σηματοδοτεί μια καμπή στους παγκόσμιους
συσχετισμούς δυνάμεων και στους μηχανισμούς που διέπουν εδώ και πάνω από 2
δεκαετίες την οικονομία σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Τα δύο αυτά αλληλένδετα γεγονότα, έρχονται να
ανατρέψουν τα κυρίαρχα μετά την ανοικτή αντεπανάσταση στις χώρες του πρώιμου
σοσιαλισμού ιδεολογήματα και τις αντίστοιχες πρακτικές, που δεν έβλεπαν την
παραμικρή εναλλακτική της παγκόσμιας, απρόσκοπτης και άτρωτης κυριαρχίας του
νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού προοπτική για την ανθρωπότητα.
Εξυπακούεται ότι το παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό
σύστημα -όσο κι αν αδυνατούν κάποιοι να το αντιληφθούν λόγω δογματικών
αγκυλώσεων- έχει αλλάξει άρδην ως προς τα ποιοτικά και ουσιώδη γνωρίσματά του
από τις αρχές του 20ου αι., σε βαθμό που να διανύει ένα νέο στάδιο. Το πως θα
το ονομάσουμε δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.
Εξωτερικό όριο της εκτατικής ανάπτυξης της κεφαλαιοκρατίας, είναι ο σχηματισμός του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Εσωτερικό
δε όριο της εκτατικής
ανάπτυξής της, είναι το όριο της επέκτασης (δια της συγκέντρωσης –
συγκεντροποίησης) της κεφαλαιοκρατικής
ιδιοκτησίας ως οικονομικού
μορφώματος, δηλαδή το μονοπώλιο (βλ. και Λένιν).
Παρά το γεγονός
ότι η κεφαλαιοκρατία περνά στην εντατική της ανάπτυξη από
το στάδιο ακόμα της ωριμότητας της (παραγωγή κατ’ εξοχήν σχετικής υπεραξίας με την παραγωγή
μηχανών από μηχανές), η εντατική ανάπτυξή της γίνεται κυρίαρχη μόνο στο
στάδιο του ιμπεριαλισμού. Η
αναντιστοιχία παραγωγικών δυνάμεων-σχέσεων
παραγωγής εντείνεται, ωστόσο δεν
μπορεί να είναι απόλυτη, διότι η απόλυτη αναντιστοιχία
προϋποθέτει τον απόλυτο εκτοπισμό της
ζωντανής εργασίας από την παραγωγική
διαδικασία, την απόλυτη
αυτοματοποίηση της παραγωγής συνολικά
(τη μεγιστοποίηση του σταθερού
κεφαλαίου και την αναγωγή στο μηδέν του μεταβλητού). Ωστόσο, αυτό είναι ένα όριο – άκρον άωτον (της εντατικής
ανάπτυξης της κεφαλαιοκρατίας), η επίτευξη του οποίου ανάγεται στο άπειρο.
Η επίτευξη αυτού του ορίου θα
σήμαινε και υπέρβαση του μέτρου
ύπαρξης της κεφαλαιοκρατίας ως
ποιότητας και ουσίας, όπως αυτό
υπαγορεύεται από τον ενδότερο πυρήνα των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής, από τη θέση της ζωντανής εργασίας στην παραγωγική αλληλεπίδραση της κοινωνίας με τη φύση.
Από αυτήν την
άποψη, η αυτόματη κατάρρευση της κεφαλαιοκρατίας είναι ανέφικτη και απραγματοποίητη. Αλλά η
εγγενής αντιφατικότητα της κεφαλαιοκρατίας γεννά το πραγματικό ιστορικό όριο
της εντατικής ανάπτυξης της κεφαλαιοκρατίας: την σοσιαλιστική επανάσταση.
Με την εμφάνιση και
ανάπτυξη των χωρών του πρώιμου σοσιαλισμού (πολλώ μάλλον δε, του παγκόσμιου
συστήματος εκδοχών του πρώιμου σοσιαλισμού, και των ενισχυόμενων και
προσανατολιζόμενων ποικιλοτρόπως από αυτό αντιαποικιοκρατικών και
εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων), το όριο εκτατικής ανάπτυξης της παγκόσμιας
κεφαλαιοκρατίας συρρικνώνεται ουσιαστικά. Είναι μια αλλαγή που συνεπιφέρει
ποιοτικές και ουσιαστικές επιπτώσεις και στους δύο πόλους αυτής της νέας
έκφρασης της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας, και στα δύο αλληλεπιδρώντα και
ανταγωνιστικά στρατόπεδα, αλλά και στον ενδιάμεσο διαφιλονικούμενο χώρο.
Έχουμε λοιπόν
αντικειμενικά να κάνουμε με δύο στάδια της επαναστατικής διαδικασίας και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε παγκόσμια
κλίμακα. Το πρώτο στάδιο αποτελείται από κύματα των πρώιμων
επαναστάσεων σε χώρες με ασθενές ή
μέσο επίπεδο ανάπτυξης (με
όλους τους κινδύνους ήττας, καπιταλιστικής παλινόρθωσης κ.λπ.). Η
ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου, οδηγεί στη
μετάβαση
στην εποχή των
ύστερων σοσιαλιστικών επαναστάσεων, με τις οποίες θα εκλείψει και ο καπιταλισμός, οριστικά και αμετάκλητα από την αρένα της ιστορίας.
Βασική δομική
μονάδα και εσωτερικό όριο της εκτατικής ανάπτυξης του κεφαλαίου στο σύγχρονο
στάδιο της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης είναι οι πολυεθνικές ή διεθνικές
εταιρίες
είναι οι μεγαλύτεροι πολυκλαδικοί μονοπωλιακοί όμιλοι – συγκροτήματα, που
διαθέτουν ευρύ διεθνές (περιφερειακό και παγκόσμιο) δίκτυο παραρτημάτων,
τμημάτων και εταιρικών ενώσεων (μέσω εξαγορών, στρατηγικών ενώσεων,
συγχωνεύσεων κλπ.) και κυριαρχούν σε κάποιον είτε σε κάποιους τομείς της
παγκόσμιας κεφαλαιοκρατικής οικονομίας (με αμοιβαίες εξαγορές και
συγχωνεύσεις).
Από την
άποψη της τεχνολογικής συνιστώσας των παραγωγικών δυνάμεων που λειτουργεί
ως βάση της εκάστοτε άγουσας εντατικής ανάπτυξης του ιμπεριαλισμού,
παρατηρείται ορισμένη νομοτελής αντιφατική κλιμάκωση. Στην εποχή του Λένιν, ως
βάση της εντατικής ανάπτυξης του ιμπεριαλισμού
λειτουργούσαν οι απαρχές, το πρώτο στάδιο της επιστημονικοτεχνικής
επανάστασης (αρχές
αυτοματοποίησης σε επίπεδο γραμμών
παραγωγής, τμημάτων, εργαστηρίων, ενιαία ενεργειακά-παραγωγικά
συγκροτήματα, εν σειρά και εν αλληλουχία παραγωγή-συναρμολόγηση, φορντισμός,
τεϋλορισμός, κ.ο.κ.). Το
δεύτερο στάδιο της (που
συμπίπτει με την ραγδαία άνοδο των πολυεθνικών) άρχισε στα τέλη της δεκαετίας
του 70 και στην δεκαετία
του 80, οπότε παρατηρείται η μετάβαση στην εντατική διαμόρφωση ενός πληροφοριακού τεχνολογικού συγκροτήματος (ενιαία αυτοματοποιημένα συμπλέγματα, έναρξη παραγωγής αυτομάτων μέσω
αυτομάτων, έναρξη αυτοματοποίησης κλάδων, διαστημική, έναρξη τηλεματικής και
διαδικτύωσης σε παγκόσμιο ιστό).
Οι πολυεθνικοί όμιλοι και οι χώρες
που ελέγχουν και διαχειρίζονται αυτές τις κατακτήσεις της επιστημονικοτεχνικής
προόδου, κατέχουν ηγεμονική και κυρίαρχη θέση στον κόσμο. Η παγκόσμια δικτύωσή τους, αναπτύσσεται πρωτίστως
στο χρηματοπιστωτικό και χρηματιστηριακό πεδίο και στο διεθνές εμπόριο
(εξ’ ου και τα αντίστοιχα «θεσμικά» όργανα: Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο, Ο.Ο.Σ.Α., G7, Τριμερής, Λέσχη των Παρισίων,
Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου κλπ.), ενώ έπεται η δικτύωση-συνεργασία-ανταγωνισμός
στο πεδίο της παραγωγής και της εμβάθυνσης του διεθνούς καταμερισμού
της εργασίας. Τα παραπάνω σηματοδοτούν τη μετάβαση από τον Κρατικό-μονοπωλιακό
καπιταλισμό στον Διακρατικό-μονοπωλιακό καπιταλισμό. Το χρηματιστικό κεφάλαιο, ως άγουσα δομή παγκόσμιας ανάπτυξης
των παραγωγικών δυνάμεων και αύξουσας κοινωνικοποίησης της παραγωγής, έχει
αλλάξει άρδην.
Κυρίαρχη
τάση είναι η συγχώνευση του πολυεθνικού-βιομηχανικού με το
πολυεθνικό-χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και υπό την ανεξέλεγκτη κυριαρχία του
τελευταίου η
κερδοσκοπία της παγκόσμιας χρηματιστικής ολιγαρχίας στο χρηματοπιστωτικό πεδίο
της κεφαλαιαγοράς (οι ανταλλαγές αγαθών και υπηρεσιών αντιπροσωπεύουν μόλις το
1-1,5% των παγκόσμιων συναλλαγών, η αξία
των παραγώγων στα τέλη του 2007 ήταν 600 τρισ. δολ, ποσό 11 φορές μεγαλύτερο
του παγκοσμίου ΑΕΠ). Η θέση και ο ρόλος της εν λόγω ολιγαρχίας εξαρτάται μόνο
σε τελευταία ανάλυση από τον βαθμό εκμετάλλευσης του συνολικού εργάτη από τον
συνολικό κεφαλαιοκράτη (σε παγκόσμια κλίμακα), δηλ. από την ανισομερή ανάπτυξη
της πραγματικής οικονομίας, του βιομηχανικού κεφαλαίου. Η εξάρτηση αυτή
περιπλέκεται και διαμεσολαβείται πολλαπλά από τους διεθνείς μηχανισμούς
κερδοσκοπίας και χρηματιστηριακών χειραγωγήσεων, μέσω της αναδιανομής της
παραγόμενης υπεραξίας.
Η σύγχρονη κυρίαρχη μορφή του
κεφαλαίου αποσπάται από την άμεση παραγωγική διαδικασία και αντεπιδρά σε αυτήν
επιτείνοντας την διαρθρωτική ανισομέρεια. Ήδη το βιομηχανικό μονοπώλιο
υπονόμευε την αρχή «ίση κερδοφορία για ίσο κεφάλαιο», χωρίς ωστόσο να την
ξεπερνά. Το σύγχρονο χρηματιστικό κεφάλαιο στο χρηματοπιστωτικό πεδίο της
κεφαλαιαγοράς δεν υπερβαίνει απλώς αυτή την αρχή, αλλά καθιερώνει την αντίθετή
της: «άνιση κερδοφορία για ίσο κεφάλαιο», δεδομένου ότι η χρηματιστηριακή ολιγαρχία
χειραγωγεί κατά κύριο λόγο ξένα κεφάλαια, μέσω της διαχείρισης πακέτων ελέγχου
μετοχών, χαρτοφυλακίων, χρεογράφων, παραγώγων, κ.ο.κ. Τα ίδια κεφάλαια της
χρηματιστικής ολιγαρχίας, παρουσιάζουν κατ' αυτό τον τρόπο πολλαπλάσια ποσοστά
κερδοφορίας (για επικερδέστερη διέξοδο των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων) έναντι
του μέσου ποσοστού κέρδους και γίνονται μέσο άγριας χειραγώγησης της όλης μάζας
των άλλων κεφαλαίων. Το βιομηχανικό κεφάλαιο παραμένει η μόνη μορφή κεφαλαίου
που παράγει υπεραξία, η πρωταρχική αναδιανομή της οποίας λαμβάνει χώρα στο
πεδίο του ανταγωνισμού. Ωστόσο, στο πεδίο δράσης του σύγχρονου χρηματιστηριακού
κεφαλαίου που έχει κατισχύσει ολοσχερώς και διαδραματίζει τον άγοντα ρόλο στην
οικονομία, λαμβάνει χώρα και μια δεύτερη (τρίτη, κ.ο.κ.) εντελώς ανεξέλεγκτη
και παρασιτική (άνευ όρων και κανόνων) αναδιανομή υπεραξίας, βάσει ακαριαίων
χειραγωγικών επενδυτικών ροών χρηματικού κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα (μέσω
δικτύωσης και ψηφιοποίησης των συναλλαγών), με δραματικές επιπτώσεις στην παγκόσμια
ανισομέρεια της παραγωγής και με αναπροσανατολισμό της πίστης σε καταναλωτικές
δραστηριότητες. Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζουν εδώ τα κεφάλαια κάλυψης
(hedge funds), η ποικιλία νέων τεχνικών μετάθεσης των πιστωτικών κινδύνων, τα
δομημένα επενδυτικά οχήματα (SIV), οι Off Balance Sheet Activities, τα “Alt-A”,
οι εγγυημένες υποχρεώσεις χρέους (CDO διαφόρων εκθετικών τάξεων τιτλοποίησης),
συνθετικά χρεόγραφα τύπου Credit Default Swap (CDS) και ποικιλία συνθετικών
επενδυτικών παραγώγων και μηχανισμών μόχλευσης, προσαυξανόμενων με ρυθμούς
χιονοστιβάδας. Η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη αυτών των δραστηριοτήτων παίρνει τη μορφή
πυραμίδας ή φούσκας, η εμπλοκή της ρευστότητας της οποίας αρχικά σε
αμερικανικούς χρηματοπιστωτικούς κολοσσούς, δρομολόγησε και την τελευταία
κρίση. Η κατάρρευση του συστήματος των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων χαμηλής
εξασφάλισης των ΗΠΑ ήταν η θρυαλλίδα.
Η
χρηματοπιστωτική φούσκα του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου διαχέεται σε όλα τα
επίπεδα της πραγματικής οικονομίας και της ζωής των εργαζομένων. Μετατοπίζεται
σε υπερχρέωση μικρομεσαίων και μισθωτών (με επανενεργοποίηση ακόμα και
μηχανισμών άντλησης απόλυτης υπεραξίας, ευκαιρίας δοθείσης με την επανένταξη
στο παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα των οικονομιών των χωρών του πρώιμου
σοσιαλισμού και την υποχώρηση του εργατικού κινήματος, κ.ο.κ.), με τη μετάθεση
της απαξίωσης του μισθού και αντίστοιχη χρονική μετάθεση της πτώσης της
αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Έτσι δημιουργείται ένα μοναδικό φαινόμενο
“σύγκλισης συμφερόντων” εργαζομένων, πραγματικής οικονομίας και
χρηματοπιστωτικού τομέα (βλ. Μηνακάκης,
Πριν, 2.11.08), με δανειοδοτούμενη κατανάλωση μισθωτών (και ψευδαίσθηση
πρόσκαιρης ευημερίας σε συνθήκες σκληρής λιτότητας) που συνεπιφέρει εξατομικευμένη
υποδούλωση σε βάθος χρόνου και δέσμευση καταναγκαστικής ατομικής υποταγής (για
την πληρωμή της δόσης), παραίτηση από κάθε συλλογική διεκδίκηση, φετιχοποίηση
της δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας...
Η κλιμακούμενη χρηματοπιστωτική κρίση και η λογική
του εν εξελίξει παγκοσμίου πολέμου, καθιστούν υπαρξιακής σημασίας για τις ΗΠΑ
την κλιμάκωση της επιθετικότητάς τους, με απρόβλεπτες συνέπειες για την
ανθρωπότητα. Δύο τρόποι καταπολέμησης της κρίσης υπάρχουν για τις ΗΠΑ: η
προσφυγή στην εκτύπωση χρήματος χωρίς αντίκρισμα (για την διάχυση της
υπερχρέωσής τους σε παγκόσμια κλίμακα) και ο πόλεμος.
Αυτός ο νέος ιμπεριαλιστικός πόλεμος δεν θα
μπορούσε να προκύψει χωρίς την επικράτηση της αστικής αντεπανάστασης και χωρίς
τη δρομολόγηση διαδικασιών παλινόρθωσης της κεφαλαιοκρατίας στις περισσότερες
χώρες του πρώιμου σοσιαλισμού και ιδιαίτερα στην ΕΣΣΔ. Είναι ένας πόλεμος πλανητικής καταστολής
εναντίον οποιουδήποτε υπαρκτού ή δυνητικού-εκκολαπτόμενου εναλλακτικού πόλου,
αλλά και εναντίον κάθε απελευθερωτικού λαϊκού κινήματος.
Νέες τάσεις εκδηλώθηκαν στις αρχές του 21ου
αι. με τη συνέργεια τουλάχιστον 6 παραγόντων:
1.
Επιτεινόμενη πλανητική ενεργειακή “δίψα” (που είναι τεχνικά και
οικονομικά αδύνατο να κορεσθεί στο εγγύς μέλλον με εναλλακτικές και ανανεώσιμες
πηγές).
2. Ραγδαία
άνοδος της τιμής των υδρογονανθράκων λόγω της αύξουσας ζήτησης, εξ
αιτίας της ανάγκης επενδύσεων εντάσεως κεφαλαίου στον εξορυκτικό τομέα, λόγω
του εν εξελίξει πολέμου στον Περσικό κόλπο και λόγω αχαλίνωτων κερδοσκοπικών
παιγνίων με προαγορές, κ.ο.κ.
3. Δυναμική
ένταξη στην παγκόσμια αγορά των νέων ενεργειακών κολοσσών της Ρωσίας, η
οποία είναι η πρώτη δύναμη παγκοσμίως σε άντληση-εξαγωγή φυσικού αερίου και
δεύτερη στο πετρέλαιο, με συντονισμένες κινήσεις της άρχουσας ελίτ της
νεοπαγούς αστικής τάξης, ώστε να τεθεί ο ενεργειακός τομέας υπό κρατικό έλεγχο.
4. Στρατηγική
επιθετική επιλογή της ρωσικής αστικής τάξης για συστηματική χρήση του “όπλου
της ενέργειας”. Αυτό σημαίνει πρακτικά διεκδίκηση εκ μέρους της
άρχουσας ελίτ της Ρωσίας ηγετικού-συντονιστικού ρόλου μεταξύ των χωρών
παραγωγών ενεργειακών πόρων, με δυναμική διεθνή αναδιάταξη του
καταμερισμού έργων και ρόλων στον ενεργειακό τομέα, με επιδίωξη επιβολής
ενιαίου ελέγχου Upstream (εξόρυξης-άντλησης πετρελαίου) και Downstream (δικτύων διαμετακόμισης, επεξεργασίας και
διακίνησης-πώλησης υδρογονανθράκων), με κινήσεις για τη συγκρότηση οργανισμού
τύπου OPEC
για το φυσικό αέριο (η πρώτη κίνηση σε αυτή την κατεύθυνση με Ρωσία, Ιράν,
Κατάρ είναι γεγονός), με δημιουργία νέων δικτύων αγωγών, με στρατηγικές
ενεργειακές συμμαχίες με χώρες της Ε.Ε., Βενεζουέλα, Ιράν, Κίνα, Ινδονησία,
κ.ά., με δυναμική διείσδυση σε Αφρική, Ασία και Ν.Αμερική, εκτοπίζοντας
παλαιούς παίκτες, κ.ο.κ.
5. Ανάκαμψη
του στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος της Ρωσίας και κατάκτηση
πρωτιάς στη διεθνή αγορά οπλικών συστημάτων.
6. Ραγδαία
ενδυνάμωση της ρωσικής οικονομίας και συνολική αναβάθμιση του διεθνούς ρόλου
της αστικής τάξης της.
Οι ΗΠΑ
προκάλεσαν εσκεμμένα τη Ρωσία με αυτή τους την επιθετική ανίχνευση για να
επιτύχουν συγκεκριμένους στόχους. Η σχεδόν άμεση και αποφασιστική αντίδραση της Μόσχας σηματοδότησε τη δυναμική ανάδειξη ενός άλλου πόλου στον εν
εξελίξει Παγκόσμιο Πόλεμο και την απώλεια της πρωτοβουλίας των κινήσεων σε
αυτόν από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους.
Νέος βαθύτερος διχασμός εκδηλώνεται εντός της Ε.Ε.
με τις επιχειρηματικά-ενεργειακά συνδεδεμένες με τη Ρωσία χώρες (Γερμανία,
Ιταλία, Γαλλία, Ελλάδα, κ.ά.) απρόθυμες να ακολουθήσουν τις ενισχυόμενες και
από τις προεκλογικές σκοπιμότητες επιθετικές επιλογές των ΗΠΑ, εν αντιθέσει
π.χ. προς την Αγγλία και τα αμερικανόδουλα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης. Η
έκβαση αυτής της αντίθεσης θα εξαρτηθεί από την προοπτική μιας βαθμιαίας
απαλλαγής σειράς ευρωπαϊκών χωρών από την αμερικανική κηδεμονία και το
ενδεχόμενο δημιουργίας ενός Γερμανο-Ρωσικού άξονα.
Ιδιαίτερη σημασία αποκτά από αυτή την άποψη η
άμεση αντίδραση του Οργανισμού
Συνεργασίας της Σαγκάης, μόνιμα μέλη του οποίου είναι: η Ρωσία, η Κίνα, το
Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν, η Κιργκιζία και το Καζαχστάν. Από το Μάιο του
2008 έχει υποβάλλει αίτηση ένταξης το Ιράν, το οποίο ήταν παρατηρητής, όπως και
η Ινδία, το Πακιστάν και η Μογγολία.
Συμβολική σημασία ως προς τον αντίκτυπο των
γεγονότων του Καυκάσου έχει η άμεση αντίδραση του Φ.Κάστρο και του Ου.Τσάβες
υπέρ της Ρωσίας, αλλά και η άμεση αναγνώριση της ανεξαρτησίας Ν. Οσετίας και
Αμπχαζίας από τη Νικαράγουα. Η εκ των
πραγμάτων διαφαινόμενη συσπείρωση με τους «ριγμένους» στο παγκόσμιο
κεφαλαιοκρατικό σύστημα, με τις όποιες εναπομείνασες δυνάμεις από τις πρώιμες
σοσιαλιστικές επαναστάσεις του 20ου αι. και με την ανερχόμενη
αριστερά της Λατινικής Αμερικής, προσδίδει μια ιδιότυπη «κοινωνική» χροιά στον
υπό διαμόρφωση άλλο πόλο αυτού του Ιμπεριαλιστικού Παγκόσμιου Πολέμου. Η
τελευταία δεν μπορεί να αγνοείται, όσο διεμβολίζει την ισχύ του άξονα των ΗΠΑ,
αλλά ενδέχεται να τροφοδοτήσει αυταπάτες περί του χαρακτήρα του πολέμου και
διαθέσεις άνευ όρων στήριξης του υπό διαμόρφωση αντιπάλου δέους.
Το
στοιχείο του πολέμου έχει απελευθερωθεί και τίποτε δεν μπορεί να θεωρείται
πλέον δεδομένο, στατικό και αμετάβλητο. Τα κληροδοτήματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και το αντίστοιχο Διεθνές
Δίκαιο έχουν πλέον κονιορτοποιηθεί από την κλαγγή των όπλων. Η Ρωσία απλώς εγκατέλειψε πλέον εμπράκτως
τη μετριοπαθή έως ηττοπαθή στάση αμυντισμού και υποχωρητικότητας και αρχίζει να
πληρώνει τους οικονομικούς και γεωπολιτικούς της αντιπάλους με το ίδιο νόμισμα:
με όρους συσχετισμού δυνάμεων. Η αρχή του απαραβίαστου των συνόρων και της
εδαφικής ακεραιότητας απεμπολείται μέχρι νεωτέρων αποκρυσταλλώσεων συσχετισμών
δυνάμεων, γεγονός που –δεδομένης και της περίπτωσης του Κοσόβου– δρομολογεί μια
δυναμική ανεξέλεγκτης και απρόβλεπτης
τροπής των πραγμάτων. Οι ΗΠΑ, δεν είναι πλέον η αδιαμφισβήτητη
πλανηταρχεύουσα υπερδύναμη, ωστόσο, δεδομένης και της οικονομικής κρίσης που τις
μαστίζει, είναι άγνωστο σε τι κλίμακας ολέθριους για την ανθρωπότητα πολεμικούς
τυχοδιωκτισμούς θα προβούν για να κρατηθούν εν πλω.
Ο πόλεμος αυτός, που κατά τα φαινόμενα θα
διαρκέσει πολλά χρόνια, αποκτά πλέον σαφέστερα τον χαρακτήρα ενός θερμού ιμπεριαλιστικού πολέμου μεταξύ της εναπομείνασας ιμπεριαλιστικής
υπερδύναμης (αρχικά δι’ αντιπροσώπων) και
των αναδυόμενων νέων μεγάλων δυνάμεων (Ρωσίας, Κίνας, Ινδιών, αναδιατάξεων
που ενδέχεται να προκύψουν στην Ε.Ε.). Δεν είναι ψυχρός πόλεμος, δεδομένου ότι
δεν χαρακτηρίζεται από την αντιπαράθεση σε όλα τα επίπεδα δύο συνασπισμών
διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών συστημάτων, ενώ ο υπό
διαμόρφωση άλλος πόλος, από την άποψη του συσχετισμού των δυνάμεων, προς τον
παρόν, δεν είναι ικανός να λειτουργήσει αποτρεπτικά προς την περαιτέρω θερμή
κλιμάκωση του πολέμου.
Όλες οι σημαντικές επαναστατικές καταστάσεις του
20ου αι. (1905-7, 1917, μεταπολεμική διεύρυνση του σοσιαλιστικού
στρατοπέδου, εθνικοαπελευθερωτικοί και αντιαποικιοκρατικοί πόλεμοι) συνδέονταν
με πολεμικές συρράξεις. Ο εν εξελίξει πόλεμος δεν θα αποτελεί εξαίρεση.
Από τη σκοπιά της επαναστατικής θεωρίας και
πράξης, είναι απαραίτητη η διερεύνηση του νέου σταδίου του ιμπεριαλισμού, αλλά
και των αλληλοτροφοδοτούμενων πτυχών της κρίσης και του πολέμου, υπό το πρίσμα της
δυνατότητας και της αναγκαιότητας της επαναστατικής προοπτικής, δεδομένης
μάλιστα και της έκδηλης πλέον απομυθοποίησης της παντοδυναμίας του
καπιταλισμού (Βατικιώτης, Πριν, 12.10.08). Η ανάδειξη της αναγκαιότητας
μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε κοινωνική επανάσταση, προϋποθέτει την
ανάπτυξη της θεωρίας και την επεναθεμελίωση της στρατηγικής της μόνης
πραγματικά εναλλακτικής προοπτικής για την επιβίωση της ανθρωπότητας: του
σοσιαλισμού και της ενοποίησης της ανθρωπότητας στον κομμουνισμό.
Για εκτενέστερη πραγμάτευση, βλ. τα σχετικά
κείμενα στη διεύθυνση: Η Λογική της Ιστορίας
http://www.ilhs.tuc.gr