Αριστερά: κρίση συνιστωσών ή
συνιστώσες της κρίσης;
Αναντίστοιχα της συγκυρίας τα περισσότερα
αριστερά μορφώματα
ΑΡΘΡΟ Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΤΕΛΗ αν.
καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πολυτεχνείο Κρήτης
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=366532
Όλο και πιο αισθητές γίνονται
στον απλό λαό και σε όσους έχουν ακόμα την ικανότητα να αφουγκράζονται την
αγωνία του οι μονομέρειες, οι αγκυλώσεις και η ανεπάρκεια-αναντιστοιχία με την
εποχή και τη συγκυρία ποικίλων μορφωμάτων της αριστεράς, κληροδοτημάτων και
καταλοίπων άλλων εποχών. Μονομέρειες που απολυτοποιούνται
μεταφυσικά, προσλαμβάνοντας τραγελαφικές διαστάσεις στα λόγια και τα έργα
κάποιων επιγόνων του πάλαι ποτέ επαναστατικού κινήματος...
Η κρισιακή συγκυρία προβάλλει ως
φάσμα δυνατοτήτων δημιουργικής-επαναστατικής επίλυσης των αντιφάσεων από ένα
αντίστοιχο των περιστάσεων υποκείμενο-κίνημα, από ένα μέτωπο σωτηρίας του λαού
και ανάπτυξης της κοινωνίας, είτε αδράνειας και αναντίστοιχων
παρεμβάσεων με αμφίβολα έως καταστροφικά αποτελέσματα, μιας και η πρωτοβουλία
των κινήσεων και η κυριαρχία στους συσχετισμούς των δυνάμεων παραδίδεται εκ των
πραγμάτων στις καθεστωτικές και αντεπαναστατικές δυνάμεις. Η εμπλοκή του
υποκειμένου και η όλη εκτύλιξη της δραστηριότητας, δεν συνιστά μια γραμμική και
απρόσκοπτη εξελικτική διαδικασία.
Ακριβώς μέσα στην κρίση και τις
καταστροφικές της επιπτώσεις, τα περισσότερα αριστερά οργανωτικά κ.ο.κ. μορφώματα, φαίνονται όλο και πιο αναντίστοιχα
της συγκυρίας και της εποχής. Κάποια επιδίδονται στην «εξωστρέφεια» του κυβερνητισμού, σε ανερμάτιστο δημοσκοπικό,
καιροσκοπικό καθεστωτικό εκφυλισμό, διεκδικώντας σε εσωτερικό και εξωτερικό
διαπιστευτήρια «υπευθυνότητας», ως διαχειριστικές δυνάμεις του συστήματος εδώ
και τώρα, απεμπολώντας τον κομμουνισμό και κάθε εναλλακτική προοπτική
(διατηρώντας ως «αριστερό-εξαγνιστικό» και
«αγωνιστικό» άλλοθι-δόλωμα κάποιες «συνιστώσες» εντός τους). Εδώ η «πολυφωνία»
των «ανεύθυνων» συνιστωσών και τάσεων σταματά εκεί που αρχίζει η επίσημη
«υπεύθυνη» πολιτική του αρχηγικού πυρήνα. Άλλα πάλι επιδίδονται σε μονόχνοτη
εσωστρέφεια, με φραστική φυγή από την εποχή και τη συγκυρία, με την επίκληση
του δικού τους «πλήρους πακέτου» αυστηρής «ιδεολογικής καθαρότητας» και
«στρατηγικής συνέπειας» (βλ. «λαϊκή εξουσία», «αντικαπιταλισμό» κ.ο.κ.), ως προαπαιτούμενου κάθε συμπόρευσης, με την αφηρημένη προσδοκία επαναστατικών
καταστάσεων στο απώτερο και απροσδιόριστο μέλλον.
Ωστόσο,
τα αριστερά κόμματα και οι πολιτικές οργανώσεις, με την πολύτιμη εμπειρία τους,
δεν είναι θέσφατα. Είναι παροδικά μορφώματα, γεννήματα συγκεκριμένων ιστορικών
αναγκών και συσχετισμών. Η όποια a priori και ανιστορική έμφαση μόνο
στη δήθεν εσαεί αντιστοιχία και επάρκεια ορισμένου υποκειμένου προς τις ανάγκες
της εποχής και της συγκυρίας, υπονομεύει τη δυνατότητα διερεύνησης των
νομοτελειών που διέπουν την επαναστατική διαδικασία και οδηγεί σε εκδοχές
απολογητικής απολυτοποίησης της ιδέας που έχουν κάποιοι για τον εαυτό τους,
υποκατάστασης από αυτήν της πραγματικότητας. Έτσι, η ζωτική για την κοινωνία
ανάγκη συγκεκριμένης ιστορικής βελτιστοποίησης της συγκρότησης και εμπλοκής του
επαναστατικού υποκειμένου, υποκαθίσταται από την ανιστορική
ανάγκη περιχαράκωσης, αυτοεπιβεβαίωσης και
αναπαραγωγής μορφωμάτων φορέων της «σωστής γραμμής»...
Αντί λοιπόν να λειτουργεί ο
αγώνας για την άρση της όποιας αναντιστοιχίας προς την πραγματικότητα και τη
συγκυρία ως κίνητρο διαμόρφωσης, αναβάθμισης, ανασυγκρότησης, ωρίμανσης και
ανάπτυξης του υποκειμένου, γίνεται το αντίθετο: η ιδιοτυπία της
αναντιστοιχίας του καθενός, εκλαμβάνεται και λειτουργεί ως στίγμα
αυτοπροσδιορισμού και ως αρχή οριοθέτησης και διατήρησης του ποιμνίου
(στελεχών, μελών, οπαδών, ψηφοφόρων, επιρροών) αυτοαναφορικών
ομαδοποιήσεων εκφυλιζόμενων ομάδων, ως στοιχείο αναπαραγωγής μικρών ή μεγάλων
γραφειοκρατικών ιεραρχικών σχημάτων της κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής
Αριστεράς της ήττας. Μιας Αριστεράς, η οποία όσο βαθαίνει η κρίση που
αποκαλύπτει πιο ανάγλυφα την αναντιστοιχία της, εκλαμβάνεται και τελικά
λειτουργεί ως μέρος και όχι ως λύση του προβλήματος της εργατικής τάξης και του
λαού. Μιας αριστεράς που πρακτικά αρνείται πεισματικά να
λειτουργήσει στην κρισιακή συγκυρία ως καταλύτης για τη βέλτιστη και τάχιστη
ριζοσπαστικοποίηση και επαναστατικοποίηση των ραγδαία
πολιτικοποιούμενων λαϊκών μαζών.
Έτσι, τα ποικιλώνυμα αλληλοσπαρασσόμενα κατάλοιπα και σπαράγματα πάλαι ποτέ
αγωνιστικών κινημάτων (άγνωστα στο ευρύ κοινό), με την επίκληση της δικής τους
«πρωτοπορίας» και «ορθοδοξίας», της «εσαεί σωστής γραμμής» και της δικαίωσής
τους, γίνονται πρακτικά δυνάμεις ακύρωσης αυτής της επαναστατικοποίησης,
φορείς διχασμού, αποπροσανατολισμού και απογοήτευσης... Λειτουργούν ανασχετικά
(αν όχι διαλυτικά) στην κλιμάκωση αυτής της ριζοσπαστικοποίησης από τα κάτω, με
παρελκυστικά προσχήματα, με εμμονές σε άκαιρους και άσχετους με τη μοναδικότητα
της συγκυρίας δογματισμούς, στερεοτυπικά σχήματα, αυτοαναφορικές
ιδιολέκτους και ιδεολογήματα, με αναντίστοιχες της
συγκυρίας κινήσεις και ρητορικές υπεκφυγές (π.χ. συγκαλύπτοντας με φραστικό
ριζοσπαστισμό, με επίκληση ιστορικών συμβόλων, με πρακτικές περιχαράκωσης κ.ο.κ. την αναντίστοιχη στάση
τους ή/και την καθεστωτική μετάλλαξή τους).