ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ 29/12/08
Ένοχες σιωπές και υπεκφυγές πανεπιστημιακών
δασκάλων, προς απάντηση της κραυγής απόγνωσης της νεολαίας.
Του Δημήτρη Πατέλη
Επίκουρου Καθηγητή
Πολυτεχνείου Κρήτης
Η συσσωρευμένη οργή και αγανάκτηση της νεολαίας
για τα αδιέξοδα που βιώνει τροφοδοτείται άμεσα και από όσους εκπαιδευτικούς εμπέδωσαν
και προωθούν με φανατική συνέπεια ένα παιδοκτόνο κανιβαλισμό επί της νεολαίας,
ανάγοντας το ρόλο τους σε αυτόν του θηριοδαμαστή, με το μαστίγιο και το καρότο,
με μοναδικό προορισμό την τιθάσευση και την εμπέδωση της πειθάρχησης των εν
δυνάμει «ανθρωπίνων πόρων» του κεφαλαίου. Όλο και κλιμακώνονται οι προβοκατόρικες ενέργειες (όπως οι βολές κατά
οχήματος των ΜΑΤ 23.12.08) για την
ένταση του αυταρχισμού στα πανεπιστήμια και την άρση του ασύλου.
Προεξάρχοντα ρόλο διαδραματίζουν σε αυτό τον
κανιβαλισμό οι φορείς της ψοφοδεούς νομιμοφροσύνης και της θεσμολαγνίας της πανεπιστημιακής
γραφειοκρατίας.
Η εικόνα των δήθεν οργάνων συνδιοίκησης –πυραμιδωτά
δομημένων με όλο και πιο επιλεκτική σύνθεση έως τη σύγκλητο, βάσει της υπακοής
και υποταγής στη διοίκηση– του Πολυτεχνείου είναι χαρακτηριστική. Χειραγωγικές
πρακτικές, επιλογή, ιεράρχηση και διατύπωση θεμάτων κατά το δοκούν, ώστε να
εκβιαστούν τα όργανα να εγκρίνουν απλώς προειλημμένες αποφάσεις. Όλο και πιο
πολλές αποφάσεις αρμοδιότητας Συγκλήτου λαμβάνονται από το Πρυτανικό Συμβούλιο
με την επίκληση λόγων «ανωτέρας βίας». Χαρακτηριστική είναι π.χ. η απόπειρα σύγκλησης
συγκλήτου παραμονές Χριστουγέννων (23.12.08, χωρίς να έχουν ειδοποιηθεί οι
συγκλητικοί τουλάχιστον 48 ώρες πριν, όπως προβλέπεται νομίμως), με
αποφασιστικής σημασίας θέματα στην ημερήσια διάταξη, ώστε να ληφθούν αποφάσεις
ερήμην των άμεσα ενδιαφερομένων «ενοχλητικών» φοιτητών. Άλλωστε, όπως δήλωσε
και ο πολύς Υπουργός Παιδείας, «όταν χειρίζεσαι ορισμένα ζητήματα, συνομιλείς
με το λαό, με το Θεό και με την ιστορία» (
Τα τελευταία χρόνια τα διοικητικά όργανα του
Ιδρύματος έχουν σχεδόν ολοσχερώς αναχθεί σε μηχανισμούς άκριτης
έγκρισης-διεκπεραίωσης άνωθεν προειλημμένων αποφάσεων με το εξής στερεότυπο
σχήμα: τίθεται προς έγκριση η χ
πρόταση βάσει του ψ νόμου. Εάν
κάποιοι απ’ τους εκπροσώπους των φοιτητών, είτε των καθηγητών (μελών ΔΕΠ, ΕΤΕΠ
και ΕΕΔΙΠ), αποτολμούν να αρθρώσουν λόγο πέραν των προειλημμένων αποφάσεων, να
αντιτάξουν στις τελευταίες τις πραγματικές ανάγκες της πανεπιστημιακής
κοινότητας, της επιστήμης και της κοινωνίας, η απάντηση είναι αυτοματοποιημένη:
«είναι νόμος του κράτους, εμείς δεν νομοθετούμε, είμαστε δημόσιοι υπάλληλοι και
οφείλουμε να τηρούμε το νόμο»! Αυτά τα επιχειρήματα προτάσσονται από τους
φορείς της θεσμολάγνου νομιμοφροσύνης, επί παντός ζητήματος ήσσονος ή μείζονος
σημασίας, ακόμα και αν το θέμα αφορά νόμους εκτελεστικούς της μη ολοκληρωμένης
άρσης του άρθρου 16 του Συντάγματος, ακόμα και αν είναι οι τελευταίοι πρακτικά
ανεφάρμοστοι και ανόητοι (βλ. π.χ. τη μη διανομή συγγραμμάτων κατά το τρέχον
εξάμηνο). Σαν να είναι οι νόμοι θέσφατα εξ αποκαλύψεως που τίθενται υπεράνω της
κρίσης των άμεσα ενδιαφερομένων και όχι κανόνες διευθέτησης ανθρώπινων σχέσεων
βάσει συγκυριακών συσχετισμών δυνάμεων και συμφερόντων. Εάν αντιμετωπίζονται
έτσι τα θέσμια στο Πανεπιστήμιο, τι θα γίνεται στην υπόλοιπη κοινωνία;
Οι κατ’ επάγγελμα
πολιτικοί υπάλληλοι του κεφαλαίου, ακόμα και αν κατανοούν (ελάχιστοι απ’
αυτούς) την ουσία των πραγμάτων, έχουν καλλιεργήσει δεξιότητες υποκριτικής, ως
συστατικό αναπόσπαστο της στρατηγικής επιβίωσής τους. Τι κάνουν όμως οι
πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και επιστήμονες;
Το
πανεπιστήμιο δεν λειτουργεί υπεράνω της κοινωνίας. Τουναντίον, έχει στρατηγική σημασία για την κοινωνία: εδώ εκπονείται εκείνος ο τύπος
έρευνας, τεχνολογίας και κυρίως ανθρώπου, ως υποκειμένου της εργασίας και της
κοινωνίας που χαράσσει εν πολλοίς τις προοπτικές της τελευταίας. Όταν
διακυβεύονται μείζονος σημασίας ζητήματα της νεολαίας και της κοινωνίας, όταν
καταστρατηγούνται συνταγματικά και ακαδημαϊκά δικαιώματα της πανεπιστημιακής
κοινότητας, τα μέλη που την απαρτίζουν οφείλουν ως ενεργοί πολίτες να συνειδητοποιήσουν το
διακύβευμα και συγκροτούμενοι σε συλλογικότητες, να αναπτύσσουν κίνημα υπέρ των
αιτημάτων-διεκδικήσεών τους. Όταν η
μαθητιώσα και φοιτητιώσα νεολαία κραυγάζει με απόγνωση και βάλλεται από τους
ισχυρούς, η σιωπή είναι συνενοχή.
Που οφείλεται η σιωπή
της πλειονότητας των πανεπιστημιακών δασκάλων του Πολυτεχνείου Κρήτης; Ο καθ’
ένας κάνει τις επιλογές του και κρίνεται. Η ένοχη σιωπή των φερόμενων ως
πρυτανικών αρχών σε αυτή την κρίση της νεολαίας, συνιστά έμμεση παραδοχή του
γεγονότος ότι αποτελούν οργανικό «πρωτοπόρο» στοιχείο του συστήματος που
συνθλίβει τη νεολαία και δρα πραξικοπηματικά. Δεν μπορούν να λειτουργούν ως
δύναμη επίλυσης του προβλήματος της νεολαίας, καθ’ ότι είναι συνυφασμένες με το
σκληρό πυρήνα του όλου προβλήματος που βιώνει η νεολαία και αγανακτεί. Η
ένοχη σιωπή τους καταδεικνύει ότι εκτός των άλλων στερούνται και στοιχειώδους
παιδαγωγικής επάρκειας, γεγονός που επιβεβαιώνει ανέκκλητα την παντελή
απονομιμοποίησή τους. Δεν διαθέτουν πλέον το παραμικρό ηθικό έρεισμα για να
λειτουργούν ως πολιορκητικός κριός που σπεύδει να μετατρέψει το Ίδρυμα σε
πιλοτικό πεδίο εφαρμογών των εκάστοτε αντιδραστικών θέσμιων της πολιτικής
ηγεσίας. Εκτελούν χρέη πρυτανείας μέχρι να εκδικαστεί η σχετική προσφυγή στο
Συμβούλιο Επικρατείας. Αντλούν νομιμότητα μόνον από την υπογραφή του Υπουργού
Παιδείας στη σχετική διαπιστωτική πράξη. Ενός Υπουργού ο οποίος αμέσως μετά τη
δολοφονία του 15ετούς μαθητή γλεντοκοπούσε δημοσίως σε σκυλάδικο και στο
γήπεδο. Η μόνη αξιοπρεπής κίνηση εκ
μέρους τους θα ήταν η άμεση παραίτησή τους και η δρομολόγηση νέων εκλογών χωρίς
τραμπούκους και πραξικοπηματικά έκτροπα. Εάν, παρ’ όλα αυτά θεωρούν ότι είναι
αδιαμφισβήτητοι ηγέτες (δικαίωμά τους), ας το αποδείξουν μέσω της απρόσκοπτης
έκφρασης της ετυμηγορίας της όλης κοινότητας του Ιδρύματος.