Όταν η νεολαία κραυγάζει με απόγνωση, η σιωπή είναι συνενοχή.

[Εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ 17, 23.12.2008]

 

Εδώ και 2,5-3 δεκαετίες, οι κρατούντες πασχίζουν να μας πείσουν ότι ζούμε το τέλος της ιστορίας, ότι δεν έχουμε άλλη προοπτική από την βαρβαρότητα του αχαλίνωτου «τουρμπο-καπιταλισμού», της αισχροκέρδειας, της επιχειρηματικότητας, της ανταγωνιστικότητας, της αριστείας, κ.ο.κ., δηλ. όλου του πακέτου των δογμάτων της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, το εκπαιδευτικό αντίστοιχο του οποίου είναι η όλη αντιμεταρρύθμιση για την περαιτέρω υπαγωγή επιστήμης και παιδείας στο κεφάλαιο, βάσει της διαδικασίας της Μπολόνια.

Ήταν αρκετό να ξεσπάσει οικονομική κρίση -η πρώτη πραγματικά παγκόσμια συστημική κρίση της κεφαλαιοκρατίας-  για να φανεί η γύμνια και η καταστροφικά ανεξέλεγκτη φύση της τερατώδους ανισομέρειας και του καταστροφικού παρασιτισμού αυτού του σάπιου συστήματος, που για την τερατώδη χλιδή μιας παγκόσμιας ελίτ και των υποτακτικών-υπηρετών της, καταδικάζει απροκάλυπτα σε εξαθλίωση και γενοκτονία δισεκατομμύρια ανθρώπων, ενώ κλιμακώνει τον παγκόσμιο πόλεμο. Την ίδια του την κρίση αυτό το παρασιτικό σύστημα επιχειρεί και πάλι να τη λύσει με κοινωνικό πόλεμο, να τη φορτώσει στο μόνο παραγωγό του πλούτου της ανθρωπότητας, στον κόσμο της εργασίας, με περαιτέρω ανεργία, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποίηση των υπερκερδών και «κοινωνικοποίηση» (φόρτωμα στις πλάτες των φορολογουμένων) των ζημιών του.

Πασχίζουν να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από τη «συναίνεση» με αυτή την τάξη πραγμάτων, από την υποταγή και την παραίτηση από κάθε συλλογικότητα και αξιοπρέπεια, από το προσωπικό βόλεμα και την ατομική λύση με εκδουλεύσεις, διαπλοκές και διασυνδέσεις.

Οι ταγοί του συστήματος θεσμοθετούν συστηματικά, διαβεβαιώνοντάς μας ότι η επόμενη γενιά, τα παιδιά μας, οι φοιτητές μας, θα ζήσουν σε εργασιακές κ.ο.κ. συνθήκες ανασφάλειας και διακινδύνευσης («ελαστασφάλεια»!) χειρότερες απ’ τις δικές μας, παρουσιάζοντας την νεοφιλελεύθερη στρατηγική τους ως μονόδρομο προόδου! Προσπαθούν μάλιστα να εξαγοράσουν τη συναίνεση των γηραιότερων σε αυτή την ανωμαλία παζαρεύοντας το εάν και κατά πόσο θα θιγούν κεκτημένα δικαιώματα των τελευταίων! Οποία ηθική εξαχρείωση! Ακόμα και στα ζώα, οι ηθολόγοι έχουν επισημάνει συμπεριφορές αυτοθυσίας ενηλίκων για τη διασφάλιση του μέλλοντος των τέκνων. Η νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα μας ωθεί σε κανιβαλισμό χειρότερο του ζωώδους έναντι της νέας γενιάς: με αντίτιμο την ενδεχόμενη μη αλλαγή των όποιων γλίσχρων κεκτημένων μας, πρέπει να θυσιάσουμε το μέλλον των παιδιών μας στο βωμό του Μολώχ. Χάριν της «προόδου» τίνος; Των golden boys, των hedge funds, των δομημένων ομολόγων, των χρηματοπιστωτικών κολοσσών, των διεφθαρμένων πολιτικών υπαλλήλων του κεφαλαίου, της λαμογιάς, των επιχειρηματιών ρασοφόρων, των πλιατσικολόγων των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων, των κουκουλοφόρων του δήθεν, του καθωσπρεπισμού και της υποκρισίας; Τι να περιμένει κανείς σε ένα πολιτικό σκηνικό, με κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση να παραπαίουν υπό το βάρος των αλλεπάλληλων αποκαλύψεων για τα σκάνδαλά τους, με μόνη ελπίδα να απαλλαγούν από το βάρος του εκάστοτε επίκαιρου σκανδάλου τους, την επισκίασή του από την αποκάλυψη ενός επόμενου. 

Και βρέθηκαν πολλοί φυσικοί και θεσμικοί γονείς που εμπέδωσαν και προωθούν με φανατική συνέπεια απανταχού αυτόν τον παιδοκτόνο κανιβαλισμό επί της νεολαίας, ανάγοντας το ρόλο τους σε αυτόν του θηριοδαμαστή, με το μαστίγιο και το καρότο, με μοναδικό προορισμό την τιθάσευση και την εμπέδωση της πειθάρχησης των εν δυνάμει «ανθρωπίνων πόρων» του κεφαλαίου. Έχουν βαλθεί να κουρσέψουν το μέλλον μας, το μέλλον τους, την προοπτική της ανθρωπότητας. Αυτή είναι η «προοπτική» που χαράσσει το σύστημα.

Άνθρωποι, κοινωνία χωρίς συλλογική προοπτική είναι νεκρές οντότητες. Η νεολαία είναι ο πλέον ευαίσθητος αισθητήρας των προοπτικών της εκάστοτε κοινωνίας. Είναι η ίδια η ενσάρκωση της προοπτικής της ανθρωπότητας, μ’ αυτήν αναμετρά το είναι της για να ωριμάσει. Γι’ αυτό και βιώνει πιο έντονα και δραματικά την απουσία προοπτικής, όταν κάποιοι απεργάζονται το μέλλον της πίσω απ’ την πλάτη της.

Ωστόσο, οι φορείς της ψοφοδεούς νομιμοφροσύνης και της θεσμολαγνίας της κάθε γραφειοκρατίας (πανεπιστημιακής, διοικητικής, κ.ο.κ.) στήνουν ένα τοίχος αδιαπέραστο στα όνειρά της, ένα βραχνά στο λαιμό της, απαλείφοντας μία προς μία κάθε χαραμάδα προοπτικής, κάθε ικμάδα νεανικής δημιουργικότητας. Από την αρχή του «ότι είναι νόμιμο, είναι και ηθικό» των επισήμως κυβερνώντων δια της «διασταλτικής» ερμηνείας των θεσμών, περάσαμε στην αρχή της υπεράνω ηθικών αρχών νομιμοφάνειας.

Η εικόνα των δήθεν οργάνων συνδιοίκησης του Πολυτεχνείου είναι χαρακτηριστική. Τα τελευταία χρόνια τα διοικητικά όργανα του Ιδρύματος έχουν σχεδόν ολοσχερώς αναχθεί σε μηχανισμούς άκριτης έγκρισης-διεκπεραίωσης άνωθεν προειλημμένων αποφάσεων με το εξής στερεότυπο σχήμα: τίθεται προς έγκριση η χ πρόταση βάσει του ψ νόμου. Εάν κάποιοι απ’ τους εκπροσώπους των φοιτητών, είτε των καθηγητών (μελών ΔΕΠ, ΕΤΕΠ και ΕΕΔΙΠ), αποτολμούν να αρθρώσουν λόγο πέραν των προειλημμένων αποφάσεων, να αντιτάξουν στις τελευταίες τις πραγματικές ανάγκες της πανεπιστημιακής κοινότητας, της επιστήμης και της κοινωνίας, η απάντηση είναι αυτοματοποιημένη: «είναι νόμος του κράτους, εμείς δεν νομοθετούμε, είμαστε δημόσιοι υπάλληλοι και οφείλουμε να τηρούμε το νόμο»! Αυτά τα επιχειρήματα προτάσσονται από τους φορείς της θεσμολάγνου νομιμοφροσύνης, επί παντός ζητήματος ήσσονος ή μείζονος σημασίας, ακόμα και αν το θέμα αφορά νόμους εκτελεστικούς της μη ολοκληρωμένης άρσης του άρθρου 16 του Συντάγματος, ακόμα και αν είναι οι τελευταίοι πρακτικά ανεφάρμοστοι και ανόητοι (βλ. π.χ. τη μη διανομή συγγραμμάτων κατά το τρέχον εξάμηνο). Σαν να είναι οι νόμοι θέσφατα εξ αποκαλύψεως που τίθενται υπεράνω της κρίσης των άμεσα ενδιαφερομένων και όχι κανόνες διευθέτησης ανθρώπινων σχέσεων βάσει συγκυριακών συσχετισμών δυνάμεων και συμφερόντων. Εάν αντιμετωπίζονται έτσι τα θέσμια στο Πανεπιστήμιο, τι θα γίνεται στην υπόλοιπη κοινωνία;   

Έκανε τα πάντα η οικονομική και πολιτική εξουσία για να «τσιμεντάρει» αυτή την αδιαπέραστη μηχανή φαλκίδευσης στοιχειωδών δικαιωμάτων και αξιοπρέπειας, διαφθοράς, αποξένωσης, αλλοτρίωσης, καταδυνάστευσης, καταστροφής δημόσιων αγαθών και πλούτου, ατιμωρησίας και αύξοντος αυταρχισμού. Γι’ αυτό ακριβώς η συμβολική δολοφονία του 15ετούς Αλέξη έγινε η αφορμή, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για το αυθόρμητο ξέσπασμα της οργής, της αγανάκτησης, του βιώματος του αδιέξοδου της νεολαίας. Μιας αγανάκτησης που δεν βρίσκει πολιτική έκφραση σε όλο το φάσμα των καθεστωτικών πολιτικών δυνάμεων τόσο του δικομματισμού και του ακροδεξιού συμπληρώματός τους, όσο και της κοινοβουλευτικής αριστεράς, που ελαύνονται κυρίως από κίνητρα άγρας και αποκλειστικής διαχείρισης εκλογικών ποιμνίων (με κάποιους να κινούνται προσφάτως στα όρια του χαφιεδισμού). Είναι συγκινητική η ευαισθητοποίηση του κόσμου και η διεθνής αλληλεγγύη. Είναι παροιμιώδης ο πανικός, η αμηχανία, η αυτιστική ανικανότητα και η δόλια χειραγωγική διάθεση των κρατούντων.

Και τι δεν κάνουν για να παρουσιάσουν τη στυγερή δολοφονία που διέπραξαν οι «πραίτορες» ως δήθεν τυχαίο αποστρακισμό βολίδας. Και τι δεν κάνουν για να ταυτιστεί στο υποσυνείδητο του κοινού το εξεγερσιακό πνεύμα και η ιερή αγανάκτηση του αυθόρμητου κινήματος της νεολαίας με το «μπάχαλο», τους τραμπουκισμούς και την προβοκάτσια (ακόμα και με κουκουλοφόρους ασφαλίτες σε εντεταλμένη υπηρεσία, όπως απέδειξαν σχετικά φωτορεπορτάζ). Και τι δεν κάνουν για να αποσυνδέσουν την θρυαλλίδα (τη δολοφονία του αθώου παιδιού) από την βαθιά διαδικασία που προκάλεσε την κρίσιμη μάζα της έκρηξης της οργής της νεολαίας.

Γι’ αυτό καλούνται άπαντες «να αποκηρύξουν μετά βδελυγμίας τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», δηλαδή, να παραιτηθούν από κάθε αγώνα, από κάθε διεκδίκηση, διότι εάν τολμήσουν να μη διαχωρίσουν τη θέση τους, «υποθάλπουν την τρομοκρατία»… Τρομάζουν ακόμα και στην ιδέα της κατ’ ελάχιστο αμφισβήτησης του μονοπωλιακού δικαιώματος χρήσης βίας από τα οργανωμένα σε κράτος κυρίαρχα συμφέροντα. Γι’ αυτό θα κάνουν τα πάντα για να συγκαλύψουν-υποβαθμίσουν όχι μόνο το έγκλημα που λειτούργησε ως αφορμή του ξεσηκωμού, αλλά και το απροσμέτρητο έγκλημα της πολλαπλής καταδίκης της προοπτικής της νεολαίας μέσω αλλεπάλληλων θεσμοθετήσεων, μέσω της χρονίζουσας συσσώρευσης προβλημάτων και αδιεξόδων. Γι’ αυτό θα κάνουν τα πάντα για να ενσωματώσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια, για να χειραγωγήσουν τις αντιδράσεις με υποκριτικές δηλώσεις συμπόνιας και μεταμέλειας, με πλύση εγκεφάλων από τα μέσα μαζικής παραπληροφόρησης, με δημαγωγία, αλλά και με απροκάλυπτη καταστολή και τρομοκρατία. 

Ότι κι’ αν κάνουν, δεν θα μπορέσουν να αναστρέψουν την αλλαγή που δρομολογήθηκε από την 6η Δεκεμβρίου του 2008 με τη δυναμική και αναζωογονητική έφοδο της νεολαίας στο προσκήνιο. Η μορφή του δολοφονημένου Αλέξη θα σημαδέψει την πορεία αυτής της γενιάς που αφυπνίζεται κοινωνικά και πολιτικά. Τίποτε δεν θα είναι πλέον δεδομένο από την άποψη της ανοχής σε ότι επιχειρείται να επιβληθεί άνωθεν, εντός και εκτός του Πανεπιστημίου. Τα όσα έγιναν, δεν είναι παρά μικρός προσεισμός, προανάκρουσμα των γαιοτεκτονικών ανακατατάξεων που έρχονται. Ωστόσο, δεν αρκεί το αυθόρμητο. Η συνειδητή θεωρητική θεμελίωση του κινήματος που έρχεται είναι επιτακτική ανάγκη για τη συγκρότηση και τη νικηφόρο προοπτική του.             

Οι κατ’ επάγγελμα πολιτικοί υπάλληλοι του κεφαλαίου, ακόμα και αν κατανοούν (ελάχιστοι απ’ αυτούς) την ουσία των πραγμάτων, έχουν καλλιεργήσει δεξιότητες υποκριτικής, ως συστατικό αναπόσπαστο της στρατηγικής επιβίωσής τους. Τι κάνουν όμως οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και επιστήμονες;

Το πανεπιστήμιο δεν λειτουργεί υπεράνω της κοινωνίας. Τουναντίον, έχει στρατηγική σημασία για την κοινωνία: εδώ εκπονείται εκείνος ο τύπος έρευνας, τεχνολογίας και κυρίως ανθρώπου, ως υποκειμένου της εργασίας και της κοινωνίας που χαράσσει εν πολλοίς τις προοπτικές της τελευταίας.  Όταν διακυβεύονται μείζονος σημασίας ζητήματα της νεολαίας και της κοινωνίας, όταν καταστρατηγούνται συνταγματικά και ακαδημαϊκά δικαιώματα της πανεπιστημιακής κοινότητας, τα μέλη που την απαρτίζουν οφείλουν ως  ενεργοί πολίτες να συνειδητοποιήσουν το διακύβευμα και συγκροτούμενοι σε συλλογικότητες, να αναπτύσσουν κίνημα υπέρ των αιτημάτων-διεκδικήσεών τους. Όταν η μαθητιώσα και φοιτητιώσα νεολαία κραυγάζει με απόγνωση και βάλλεται από τους ισχυρούς, η σιωπή είναι συνενοχή.

Που οφείλεται η σιωπή της πλειονότητας των πανεπιστημιακών δασκάλων του Πολυτεχνείου Κρήτης; Ο καθ’ ένας κάνει τις επιλογές του και κρίνεται. Η ένοχη σιωπή των φερόμενων ως πρυτανικών αρχών σε αυτή την κρίση της νεολαίας, συνιστά έμμεση παραδοχή του γεγονότος ότι αποτελούν οργανικό «πρωτοπόρο» στοιχείο του συστήματος που συνθλίβει τη νεολαία και δρα πραξικοπηματικά. Δεν μπορούν να λειτουργούν ως δύναμη επίλυσης του προβλήματος της νεολαίας, καθ’ ότι είναι συνυφασμένες με το σκληρό πυρήνα του όλου προβλήματος. Η ένοχη σιωπή τους καταδεικνύει ότι εκτός των άλλων στερούνται και στοιχειώδους παιδαγωγικής επάρκειας, γεγονός που επιβεβαιώνει ανέκκλητα την παντελή απονομιμοποίησή τους. Δεν διαθέτουν πλέον το παραμικρό ηθικό έρεισμα για να λειτουργούν ως πολιορκητικός κριός που σπεύδει να μετατρέψει το Ίδρυμα σε πιλοτικό πεδίο εφαρμογών των εκάστοτε αντιδραστικών θέσμιων της πολιτικής ηγεσίας. Εκτελούν χρέη πρυτανείας μέχρι να εκδικαστεί η σχετική προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας. Αντλούν νομιμότητα μόνον από την υπογραφή του Υπουργού Παιδείας στη σχετική διαπιστωτική πράξη. Ενός Υπουργού ο οποίος αμέσως μετά τη δολοφονία του 15ετούς μαθητή γλεντοκοπούσε δημοσίως σε σκυλάδικο και στο γήπεδο.  Η μόνη αξιοπρεπής κίνηση εκ μέρους τους θα ήταν η άμεση παραίτησή τους και η δρομολόγηση νέων εκλογών χωρίς τραμπούκους και πραξικοπηματικά έκτροπα. Εάν, παρ’ όλα αυτά θεωρούν ότι είναι αδιαμφισβήτητοι ηγέτες (δικαίωμά τους), ας το αποδείξουν μέσω της απρόσκοπτης έκφρασης της ετυμηγορίας της όλης κοινότητας του Ιδρύματος.

Δυστυχώς, την ένοχη σιωπή επιλέγει και η πλειοψηφία του Δ.Σ. του Συλλόγου των καθηγητών (μελών ΔΕΠ) του Ιδρύματος, παγερά αδιάφορη για τα μείζονα προβλήματα εντός και εκτός του πανεπιστημίου, παραβιάζοντας θεμελιώδεις καταστατικές αρχές, αλλά και στοιχειώδεις αρχές επιστημονικής και παιδαγωγικής δεοντολογίας. Ορισμένοι  καθηγητές τηρούν στάση αναμονής, ώστε να φθαρεί από μόνη της η απονομιμοποιημένη πραξικοπηματική πρυτανική αρχή, για να τη διαδεχθούν εν λευκώ, χωρίς το «βάρος» ενός κινήματος που θα βρουν μπροστά τους όταν θα αναλάβουν τα ηνία της διοίκησης. Κάποιοι φαίνεται ότι δεν ανέχονται το «κλειστό Πανεπιστήμιο», ενώ αισθάνονται μακάρια άνεση στην ασφυκτικά κλειστή κοινωνία της ωμής εκμετάλλευσης και καταστολής. Κάποιοι άλλοι αντιμετωπίζουν επιπρόσθετες δυσλειτουργίες στην διαχείριση των δυσδιάκριτων ορίων μεταξύ της πανεπιστημιακής ερευνητικής δραστηριότητάς τους και του επιχειρείν. Σημαντική μερίδα επιλέγει τη βιβλική στάση του «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε», σε καθεστώς ανασφάλειας και αβεβαιότητας για τη μονιμοποίηση ή την εξέλιξή τους. Άλλοι πάλι, διαισθανόμενοι τις αλλαγές στους συσχετισμούς και τις διαθέσεις, αναζητούν νέα ερείσματα και συμμαχίες για τη διασφάλιση και προώθηση των συμφερόντων τους.

Ο δάσκαλος δεν διδάσκει μόνο με τις πληροφορίες και τις γνώσεις που κοινοποιεί στους μαθητές του. Διδάσκει με την όλη στάση ζωής του, με τις πράξεις και τις παραλείψεις του, ιδιαίτερα στις κρίσιμες καμπές της ιστορίας. Κατά την ρήση ενός αληθινά σοφού στοχαστή, ο παιδαγωγός οφείλει επίσης να διαπαιδαγωγείται. Δεν περιποιούν τιμή στον πανεπιστημιακό δάσκαλο οι δύστροπες εκ του προχείρου και αφ’ υψηλού λοιδορίες που εκτοξεύονται από κάποιους κατά των μορφών και του περιεχομένου του αγώνα των φοιτητών και κάθε αγώνα, τροφοδοτώντας απλόχερα παρελκυστικές πολώσεις και τις περί καθηγητικού κατεστημένου προκαταλήψεις. Για ποιο «ανοικτό πανεπιστήμιο» κόπτονται κάποιοι, όταν σφυρίζουν αδιάφορα στον νεοφιλελεύθερο στραγγαλισμό του δημόσιου Πανεπιστημίου; Τι είναι το Πανεπιστήμιο; Μαγαζί για τις όποιες αγοραίες διαθέσεις επιτηδείων, με προσωπικό που διαλαλεί «ανοίξαμε και σας περιμένουμε»;

Θα αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων ως γονείς, ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, ως εκπρόσωποι μιας γενιάς έναντι της επερχόμενης,  στο πλευρό των φοιτητών και της νεολαίας μας, ή θα αρκεστούμε στο ρόλο του παθητικού θεατή; Θα αφουγκραστούμε τις αγωνίες των ζωντανών κυττάρων της κοινωνίας  όσο κι αν «αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ’ αφέλεια, σ’ όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια» (για να θυμηθούμε και τον Μ. Χατζηδάκη), η θα επιλέξουμε τη στάση των νεκρών κυττάρων, «ψυχές μαραγκιασμένες από τις δημόσιες αμαρτίες», όπως έγραφε ο Γ. Σεφέρης;

 

Με τιμή

Δημήτρης Πατέλης

Επίκουρος Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης

 

Χανιά 16.12.2008.