Το δίπολο “εθνικό – διεθνικό” και η προοπτική επαναστατικής ενοποίησης της ανθρωπότητας.

Μια πρόκληση ζωής ή θανάτου για το κίνημα, πέρα από φραστικές υπεκφυγές.

 

Του Δημήτρη Πατέλη

http://vathikokkino.gr/archives/106429

Το θέμα της συσχέτισης του διπόλου “εθνικό – διεθνικό” με την επαναστατική προοπτική, με την κομμουνιστική ενοποίηση της ανθρωπότητας, δεν προσφέρεται για αφορισμούς, επιφανειακή συνθηματολογία και εντυπωσιασμό με όρους εξαρτημένων αντανακλαστικών.

Η όποια αναφορά στη θέση και το ρόλο του εθνικού ζητήματος και των συνδεόμενων με αυτό θεωρητικών και πρακτικών (ιδεολογικοπολιτικών) ζητημάτων, είναι αφηρημένη και ανεδαφική, στο βαθμό που δεν εκκινεί από:

1.       τη συγκεκριμένη διερεύνηση του σύγχρονου σταδίου της κεφαλαιοκρατίας όπως κι αν το αποκαλούμε (ολοκληρωτικό καπιταλισμό, ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση κ.ο.κ.) και της νέας εποχής,

2.       τη διακρίβωση της  κοινωνικοοικονομικής ιστορίας και της δομής (επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, επίπεδα και μορφές των σχέσεων παραγωγής, ταξική διάρθρωση κ.ο.κ.) της κοινωνίας στην οποία γίνεται αναφορά.,

3.       τη διακρίβωση της θέσης και του ρόλου της σε περιφερειακό και σε παγκόσμιο επίπεδο, το είδος και το βαθμό της συμμετοχής της σε ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις, συνασπισμούς κ.ο.κ. και στον παγκόσμιο μηχανισμό απόσπασης υπεραξίας-εκμετάλλευσης, το εάν στην περιφερειακή ιμπεριαλιστική ολοκλήρωση και στο παγκόσμιο σύστημα έχει -λόγω ανισoμέρειας- εξαρτημένη σχέση έναντι των ισχυρότερων ως προς το κεφάλαιο χωρών (άρα: α. υπόκειται η ίδια σε εκμετάλλευση σε διακρατικό επίπεδο από τις πλέον ισχυρές ως προς το κεφάλαιο χώρες και β. συμμετέχει η ίδια και ως υποκείμενο διακρατικής εκμετάλλευσης στο παγκόσμιο σύστημα μέσω της ιμπεριαλιστικής ολοκλήρωσης στην οποία συμμετέχει και της ειδικής θέσης της σε αυτήν, μέσω του μεριδίου υπερεκμετάλλευσης μεταναστευτικών ροών εργασιακής δύναμης που της αντιστοιχεί κ.ο.κ.).,

4.       το χαρακτήρα, τις κινητήριες δυνάμεις της δεδομένης ιστορικής εποχής και συγκυρίας (π.χ. το συγκεκριμένο στάδιο του καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού, την ύπαρξη δομικής κρίσης και πολέμου) και τα διακυβεύματα σε “εθνικό”, διεθνές και παγκόσμιο επίπεδο,

5.       το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης ενός εν εξελίξει παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού πολέμου με πολλά μέτωπα (μόνο σε αυτά της Συρίας και της Αν. Ουκρανίας εμπλέκονται ήδη πάνω από 80 χώρες), οργανικό στοιχείο του οποίου είναι και η διακρατική επιβολή καθεστώτος “αποικίας χρέους” και επιτροπείας (με κοινωνικοοικονομικές, δημογραφικές κλπ. επιπτώσεις για την εργ. τάξη συγκρίσιμες με αυτές της άμεσης εμπλοκής σε εμπόλεμη σύρραξη),

6.       τα επίπεδα, τους τρόπους, τα μέσα τις μορφές αντανάκλασης των παραπάνω στη συνείδηση, στην ιδεολογία, στις διαθέσεις και στα πολιτικά προτάγματα-προγράμματα κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων του πληθυσμού και τις αντίστοιχες μετατοπίσεις-αλλαγές (στην ιδεολογία, στα προβαλλόμενα ιδεολογήματα, στην κοσμοαντίληψη των ανθρώπων) σε “εθνικό”, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο,

7.       τη θέση και το ρόλο όλου του φάσματος του εποικοδομήματος και τη δυναμική του συσχετισμού δυνάμεων σε αυτό, τις διαθεσιμότητες, την ύπαρξη ή την απουσία συγκροτημένων υποκειμένων, πολιτικών φορέων -με αντίστοιχη της εποχής και της συγκυρίας οργάνωση, υλικά & ιδεατά μέσα επενέργειας των κυρίαρχων και των κυριαρχούμενων κ.ο.κ. σε “εθνικό”, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο,

8.       τους παγκόσμιους συσχετισμούς δυνάμεων, την ύπαρξη ενός ιμπεριαλιστικού πόλου (των 3 κέντρων του ιμπεριαλισμού – κληροδοτημάτων του 20ου αι. με τη μορφή του “ευρωατλαντικού” άξονα υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ) με αξιώσεις επιβολής και εδραίωσης παγκόσμιας κυριαρχίας και διακυβέρνησης με κάθε μέσο και τρόπο, την ανάδυση άλλου (άλλων) πόλου (πόλων) που αντιπαρατίθενται σε αυτόν, τη θέση και το ρόλο διεθνικών θεσμικών και εξωθεσμικών παρεμβάσεων, επιβολής κ.ο.κ.,

9.       την προβληματική της αναζήτησης του “ασθενούς κρίκου” στο περιφερειακό και παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα,

10.   την αναζήτηση-διακρίβωση εκείνου του κρίκου (της δέσμης μέτρων σε επαναστατική κατεύθυνση, του μεταβατικού προγράμματος) που θα μπορέσει να συσπειρώσει το εργατικό και ευρύτερα λαϊκό κίνημα σε κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο αγώνα, ικανό να επιφέρει ρήξη και ανατροπή,

11.   τον εξ υπαρχής διεθνιστικό χαρακτήρα αυτού του αγώνα και

12.   την ανίχνευση δυνατοτήτων εναλλακτικών οικονομικών κλπ. συνεργασιών και ολοκληρώσεων σε ισότιμη βάση, μεταξύ χωρών με παρόμοιο επίπεδο ανάπτυξης και με αξιοποίηση των παγκόσμιων αντιθέσεων και συσχετισμών.  

Η επιστημονική διερεύνηση των παραπάνω, είναι προαπαιτούμενο για τη θεμελίωση προγραμματικού λόγου (στρατηγικής και τακτικής), ικανού να εντάξει οργανικά-διαλεκτικά τη σχέση εθνικού – διεθνικού στους πρακτικούς αγώνες του επαναστατικού κινήματος.

Ας υποθέσουμε π.χ. ότι ισχύει ο αφορισμός: “Στις ανεπτυγμένες κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες, όπου η σχέση και η σύγκρουση κεφαλαίου –εργασίας έχει ωριμάσει και διαπερνά όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής”, η όποια προοπτική ορίζεται με καθαρά ταξικούς όρους (αν και αυτό επίσης θέλει απόδειξη) και ότι σε αυτές που έχουν “ανεπτυγμένες –ώριμες κεφαλαιοκρατικές σχέσεις τα «εθνικά ζητήματα και συμφέροντα», οι πατριωτικές ιδεολογίες και τα πατριωτικά μέτωπα βρίσκονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πάντα στην υπηρεσία των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών σχέσεων, της μιας ή της άλλης πτέρυγας του αστικού στρατοπέδου”. Ερώτημα: ποιές είναι αυτές οι χώρες; Η Ελλάδα συγκαταλέγεται σε αυτές, είναι δηλαδή με μαρξιστικά κριτήρια πολιτικής οικονομίας ίδια η κατάσταση της εργατικής τάξης σε Ελλάδα και Γερμανία και τις λοιπές ισχυρότερες ως προς το κεφάλαιο ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (τη στιγμή π.χ. που μεσούσης της δομικής κρίσης, στη Γερμανία υπογράφονται συλλογικές συμβάσεις εργασίας με αυξήσεις 4,7%); Είναι ίδια η θέση και ο ρόλος τους στην Ε.Ε. και στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα; Και αν υποθέσουμε ότι είναι, από πια ιστορική περίοδο και πέρα εντάσσεται η χώρα σε αυτή τη “λέσχη των ισχυρών” και με ποιά κριτήρια; 

Η θέση και ο ρόλος εννοιών όπως “έθνος”, “πατρίδα” δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ταυτόσημη, ενιαία και στατική για διάφορες κοινωνικές τάξεις και τους ιδεολογικοπολιτικούς φορείς τους (καθεστωτικούς σοσιαλδημοκράτες, νεοφιλελεύθερους ακροδεξιούς, φασιστικούς ή αυτούς που συγκροτούν κομμουνιστές-διεθνιστές επαναστάτες), σε διάφορες εποχές, συγκυρίες, χώρες και περιοχές. Δεν προσδίδει σε αυτές το ίδιο περιεχόμενο η αστική τάξη, τα μικροαστικά στρώματα, οι εκπίπτοντες από αυτά λόγω κρίσης και η εργατική τάξη, ιδιαίτερα σε συνθήκες όξυνσης της ανισομέρειας, δομικής κρίσης, διακρατικομονοπωλιακής επιβολής μακροχρόνιου καθεστώτος νεοαποικιοκρατίας (“αποικίας χρέους”), κοινωνικοοικονομικού ταξικού πολέμου, και εν εξελίξει Γ' Παγκόσμιου Ιμπεριαλιστικού Πολέμου.

Ακόμα και εντός της ιμπεριαλιστικής ληστρικής ολοκλήρωσης της Ε.Ε., το εθνικό και το διεθνικό δεν έχουν και δεν μπορούν να έχουν ταυτόσημο φορτίο στις χώρες του πυρήνα και της περιφέρειας, τη στιγμή που η άρχουσα τάξη των χωρών του πυρήνα έχει την ευχέρεια να μπουκώνει επιλεκτικά την εργατική τάξη της με μέρος των μονοπωλιακών υπερκερδών που απομυζά.

Αλλά και εντός μιας χώρας με μέσο επίπεδο ανάπτυξης, το ίδιο δίπολο δεν μπορεί να ταυτίζεται στις διεκδικήσεις και στην προπαγάνδα μεταξύ των αυτοχθόνων εργαζομένων και των προσφύγων και μεταναστών (ανάγκη για ίσα εργασιακά δικαιώματα κλπ). Αυτό απαιτεί διαφοροποίηση των διεκδικήσεων του κινήματος σε διάφορες χώρες, στο βαθμό που έχουν διαφορετική θέση και ρόλο στο μηχανισμό διακρατικομονοπωλιακής εκμετάλλευσης και καταπίεσης, κυριαρχίας και υποταγής, αλλά και στο εσωτερικό κάθε χώρας. Κάθε αντίθετη άποψη είναι μάλλον ανιστορική και μεταφυσική.

Είναι καθήκον των κομμουνιστών η συγκεκριμένη-ιστορική προσέγγιση αυτών των εννοιών και η ένταξή τους στο οπλοστάσιο απεύθυνσής τους στην εργατική τάξη και ευρύτερα στο λαό, στη βάση 1. της επιστημονικής διάγνωσης της κατάστασης, του συσχετισμού δυνάμεων και των στόχων του ταξικού αντιπάλου σε “εθνικό”, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, 2. της διάγνωσης των σχετικών προσλαμβανουσών παραστάσεων των ανθρώπων και κυρίως 3. της επαναστατικής τακτικής και στρατηγικής τους.

Για τους κομμουνιστές-διεθνιστές το δίπολο “εθνικό – διεθνικό” δεν είναι και δεν μπορεί να είναι αποκομμένο από την στρατηγική προοπτική της επαναστατικής κομμουνιστικής ενοποίησης της ανθρωπότητας. Η ενότητα της παγκόσμιας εργατικής τάξης δεν γίνεται με όρους μεταφυσικής τύπου Προυντόν, δηλ. εάν από το δίπολο “εθνικό – διεθνικό” απαλείψουμε αυθαίρετα την “κακή” πλευρά, το “εθνικό” και υπερδιογκώσουμε την “καλή”, το “διεθνικό”, κλίνοντας το διεθνισμό σε όλες τις πτώσεις...

Εάν σε μια χώρα ή ομάδα χωρών, στο νυν στάδιο, εποχή και συγκυρία, επιβάλλεται για ένα και πλέον αιώνα διακρατικομονοπωλιακός μηχανισμός άντλησης υπεραξίας όχι μόνο με τη μορφή του συσσωρευμένου πλούτου, όχι μόνο με την καταλήστευση των νυν εργαζομένων, ανέργων και συνταξιούχων, όχι μόνο με τη μορφή της “αφαίμαξης εγκεφάλων” της νέας γενιάς, αλλά και της μελλοντικής υπεραξίας που θα παραχθεί με όρους αύξουσας απόλυτης εξαθλίωσης από τις  επόμενες τουλάχιστον 5 γενεές, μπορεί ο αγώνας για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης να στερείται εθνικοαπελευθερωτικών, αντι(νεο-)αποικιοκρατικών χαρακτηριστικών; Μπορεί άραγε ο ταξικός διεθνιστικός αγώνας να αποσπαστεί από τον αγώνα για λαϊκή κυριαρχία, για το τσάκισμα της διακρατικομονοπωλιακής φυλακής λάων, της Ε.Ε., του ΝΑΤΟ κ.ο.κ. χάριν της “ταξικής” και “διεθνιστικής” “καθαρότητας”;

Υπενθυμίζω ότι και προ εκατονταετίας, κάποιοι “αριστεροί” κατηγορούσαν το Λένιν και τους μπολσεβίκους για οππορτουνισμό, επειδή αυτοί προέτασσαν το δικαίωμα των εθνών για αυτοδιάθεση κ.ο.κ... “Από μαρξιστική άποψη ...τέτοιοι γενικοί και αφηρημένοι ορισμοί, όπως ο «μη πατριωτισμός», δεν έχουν καμιά απολύτως αξία. Η πατρίδα, το έθνος είναι ιστορικές κατηγορίες. Αν σε καιρό πολέμου πρόκειται για την υπεράσπιση της δημοκρατίας ή για αγώνα ενάντια στο ζυγό που καταπιέζει ένα έθνος, εγώ δεν είμαι καθόλου ενάντια σ' έναν τέτοιο πόλεμο και δε φοβάμαι τις λέξεις «υπεράσπιση της πατρίδας» όταν αναφέρονται σ' έναν τέτοιου είδους πόλεμο ή εξέγερση. Οι σοσιαλιστές τάσσονται πάντοτε με το μέρος των καταπιεζόμενων και συνεπώς δεν μπορούν να είναι αντίπαλοι των πολέμων που έχουν σκοπό τη δημοκρατική ή σοσιαλιστική πάλη ενάντια στην καταπίεση” (Β.Ι.Λένιν. ΑΝΟΙΧΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΣ τον ΜΠΟΡΙΣ ΣΟΥΒΑΡΙΝ, Δεκ. 1916. Άπαντα, τ. 30, σ.262).  

Με αυτή την έννοια, είναι άκρως μεταφυσική η πρόσληψη παρόμοιων εννοιών ως εξ υπαρχής απολύτως εχθρικών προς τον κομμουνισμό και την επανάσταση. Επιπλέον, εκ των πραγμάτων, αυτή η πρόσληψη λειτουργεί υπονομευτικά για τον πραγματικό επαναστατικό διεθνισμό της εργατικής τάξης, με δύο βασικούς αλληλένδετους τρόπους: 1. με τη μετάθεση της σύγκρουσης με το μηχανισμό διακρατικομονοπωλιακής επιβολής-εκμετάλλευσης (Ε.Ε., ΔΝΤ, ΝΑΤΟ κλπ) στο απροσδιόριστο μέλλον, “όταν ωριμάσουν οι συνθήκες για καθαρή ταξική μετάβαση στο σοσιαλισμό” (ή και ...μετά από αυτή τη μετάβαση), γεγονός που συνιστά εξαιρετική υπηρεσία στους πιο ισχυρούς και επιθετικούς κύκλους της αστικής τάξης προπαντός του πολυεθνικού κεφαλαίου και 2. αφήνοντας τη διαχείριση των διαθέσεων εθνικής ταπείνωσης, πρωτίστως της ίδιας της εργατικής τάξης της χώρας (που είναι πάνω από το 60% του πληθυσμού) στην αποκλειστική δικαιοδοσία ποικίλων μορφών εθνικισμού (αστικού & μικροαστικού), πατριδοκαπηλείας, σοβινισμού, φασισμού, ρατσισμού, ξενοφοβίας κ.ο.κ., παρέχοντας δηλ. πάλι στους πιο επιθετικούς κύκλους του κεφαλαίου εξαιρετικά πολύτιμη δύναμη κρούσης με όρους μαζικού κινήματος, για το τσάκισμα της εργατικής τάξης σε κρατικό, διακρατικό και παρακρατικό επίπεδο.

Κατ' αυτό τον τρόπο, κάποιοι, βαυκαλιζόμενοι με μεταφυσικής-ανιστορικής κοπής “επαναστατικά” συνθήματα τύπου «όποιος κοιμάται πατριώτης ξυπνάει φασίστας», ίσως επιλέγουν για τον εαυτό τους τον ύπνο του δικαίου (δικαίωμά τους), αλλά μπορεί να συμβάλλουν στην πράξη στο να πιαστεί στον ύπνο η εργατική τάξη από την αντίδραση και το φασισμό.