Νέα Προοπτική 13
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ
ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΛΟΤΗΤΑΣ
Του Βίκτορ
Αλεξέγιεβιτς Βαζιούλιν
* Πρόκειται για
απόσπασμα από το τέλος του δεύτερου μέρους (Η δομή της κοινωνίας) του έργου του
Β.Α.Βαζιούλιν «Η Λογική της Ιστορίας. Ζητήματα θεωρίας και μεθοδολογίας» [Μόσχα
1988]. Η παρουσίαση του στο ελληνικό κοινό, παρά τους κινδύνους που εγκυμονεί η
αποσπασματική παράθεσή του, πιστεύουμε ότι θα συμβάλει στην εν λόγω προβληματική
αλλά και θα κλονίσει παγιωμένες αντιλήψεις για το χαρακτήρα ορισμένων τάσεων
των κοινωνικών και φιλοσοφικών επιστημών της τέως ΕΣΣΔ — σ.τ.μ.
... Η κοινωνική
συνείδηση και οι μορφές της υφίσταται μόνο ως το συγκροτημένο οργανικό
όλο (ensemble)
των συνειδήσεων των ζωντανών ατόμων και πραγματώνεται στη δραστηριότητα τους.
Η κοινωνική συνείδηση,
αν έχει πλέον ανακύψει —και ακριβώς κατ' αυτόν τον τρόπο πρέπει να λαμβάνεται
κατά τη λογική θεώρηση — προβάλλει ενώπιον της κάθε νέας γενεάς ατόμων ως κάτι
το δεδομένο, το αντικειμενικά υπάρχον. Το κάθε άτομο εντάσσεται κατά την
ατομική του ανάπτυξη στη ζωή της κοινωνίας, αφομοιώνει τις μεν ή τις δε πλευρές
της ζωής της κοινωνίας, τις «διαπερνά» μέσω της ατομικότητάς του, τις καθιστά
δικές του, και κατ’ αυτό τον τρόπο μετατρέπεται από απλό άτομο σε προσωπικότητα.
Εξετάζοντας την υλική
σχέση προς τη φύση και τις υλικές σχέσεις των ατόμων στη διαδικασία μετασχηματισμού
της φύσης είδαμε ότι εδώ ακριβώς και σ' αυτό το θεμέλιο αναφύονται οι άνθρωποι
ως προσωπικότητες. Ωστόσο, μπορούμε να μιλάμε περί καθ' όλα ανεπτυγμένης, περί
ώριμης προσωπικότητας, μόνο στην περίπτωση που το άτομο αφο-μειώνει συνειδητά
το κοινωνικό, καθιστά συνειδητά το κοινωνικό δικό του, εσωτερικά προσιδίαζαν σε
αυτό, στην περίπτωση που η δραστηριότητα του διαυγάζεται από τη μεν είτε τη δε
συνειδητοποίηση της κοινωνίας ως όλου.
Προσωπικότητα είναι ο
άνθρωπος ως εσωτερική ενότητα κοινωνικού και ατομικού, είναι η «διάθλαση» του
κοινωνικού μέσω των ζωντανών ατόμων. Το μέρος εκείνο του κοινωνικού το οποίο
παραμένει εξωτερικό για το άτομο, μη αφομοιωμένο από αυτό, δεν συνιστά κτήμα
του ως προσωπικότητας, δεν είναι προσωπικό του. Η νομοτελειακή ανάπτυξη του
ανθρώπου ως προσωπικότητας, συνεπώς, εξαρτάται: 1) από το κοινωνικό
περιεχόμενο που αφομοιώνει το άτομο και 2) από τις φυσικές ροπές του ατόμου.
Προσωπικότητα δε είναι η εσωτερική ενότητα, η οργανική συνένωση του μεν και
των δε.
Ας σταθούμε στην πρώτη
πλευρά αυτής της ενότητας.
Το κοινωνικό πρόγραμμα
ανάπτυξης της προσωπικότητας καθορίζεται από την διάρθρωση της κοινωνίας και
από την ανάπτυξη της διάρθρωσης της κοινωνίας. Στην πληρέστερη μορφή της η
γενική διάρθρωση μόνο της κοινωνικής πλευράς της προσωπικότητας είναι μια
αναπαραγωγή του γενικού «κορμού» της διάρθρωσης της κοινωνίας. Φυσικά, το
άτομο μπορεί κατά τη διάρθρωση του εαυτού του ως προσωπικότητας να μη αναπαράγει
ολόκληρο τον γενικό «κορμό» διάρθρωσης της κοινωνίας αλλά τις μεν ή τις δε
ξεχωριστές πλευρές του. Όμως στην πλήρη ανάπτυξη της η διάρθρωση της προσωπικότητας,
θεωρημένη μόνο από την κοινωνική σκοπιά, συνιστά αντανάκλαση της γενικής
διάρθρωσης της κοινωνίας.
Η προσωπικότητα αποκτά
την μέγιστη ανάπτυξη της όταν η ανθρώπινη κοινωνία ωριμάζει και όταν
«αποτυπώνεται» στη διάρθρωση της προσωπικότητας η γενική διάρθρωση αυτής της
κοινωνίας. Ολόπλευρα ανεπτυγμένη προσωπικότητα είναι ο άνθρωπος του οποίου η
διάρθρωση της προσωπικότητας επαναλαμβάνει τα βασικά γνωρίσματα της ώριμης
ανθρώπινης κοινωνίας.
Ας εξετάσουμε
λεπτομερέστερα τη διάρθρωση της κοινωνίας ως κοινωνικό πρόγραμμα ανάπτυξης της
προσωπικότητας.
Ο άνθρωπος δεν είναι
προσωπικότητα εάν δεν διαθέτει κοινωνική συνείδηση. Ο άνθρωπος ως προσωπικότητα
είναι ένα κοινωνικά συνειδητό ον, ένα ον που διαθέτει κοινωνική συνείδηση. Η
δομή της προσωπικότητας είναι η δομή του ανθρώπου ως όντος το οποίο διαθέτει
κοινωνική συνείδηση. Ο άνθρωπος ζει ως προσωπικότητα υπό την ιδιότητα του
κοινωνικά συνειδητού όντος, ενός όντος που διαθέτει κοινωνική συνείδηση, οι
ζωτικές εκφάνσεις του οποίου κατευθύνονται από την κοινωνική του συνείδηση.
Κοινωνική τυπολογία της
διάρθρωσης των προσωπικοτήτων
Τύπος Ι: Προσωπικότητα
προϋποθετικού τύπου.
Πρόκειται για μια τρόπον
τινά προ-προσωπικότητα, για μια προσωπικότητα «εμβρυακής» μορφής. Στο κέντρο
του βιοτικού προγράμματος μιας τέτοιου τύπου προσωπικότητας [βρίσκεται] η
κατανάλωση υλικών αγαθών, η ικανοποίηση των αναγκών της διατήρησης της δικής
της φυσικής ύπαρξης. Μια πιο ανεπτυγμένη παραλλαγή προσωπικότητας αυτού του
τύπου είναι η προσωπικότητα, το βιοτικό πρόγραμμα της οποίας δεν
επικεντρώνεται μόνο στη διατήρηση της δικής της φυσικής ύπαρξης μέσω της κατανάλωσης
υλικών αγαθών, αλλά και στη διασφάλιση του ίδιου [πράγματος] για τα άτομα με
τα οποία το δεδομένο άτομο συνδέεται με σχέσεις συνέχισης του γένους.
Για τις προσωπικότητες
αυτού του τύπου, η παραγωγή, η εργασία, είναι μόνο το μέσο διατήρησης της
φυσικής ύπαρξης (της δικής της είτε εκείνων με τους οποίους την συνδέουν
σχέσεις συνέχισης του γένους). Γι' αυτό ένα τέτοιου είδους βιοτικό πρόγραμμα
ρέπει αυθόρμητα προς την μετεξέλιξη του —υπό ευνοϊκές συνθήκες— σε παρασιτικό
βιοτικό πρόγραμμα και η προσωπικότητα [αυτού του τύπου] σε παρασιτική
προσωπικότητα.
Εφ' όσον το βιοτικό
πρόγραμμα ενός ανθρώπου επικενρώνεται μόνο στην κατανάλωση έτοιμου [αγαθού],
πρόκειται για ένα παρασιτικό πρόγραμμα. Μια τέτοια παρασιτική προσωπικότητα
συνιστά καταστροφή της προσωπικότητας.
Και οι δυο αυτές
ακρότητες ανακύπτουν στη βάση μιας τέτοιας ανάπτυξης της υλικής ζωής της
κοινωνίας η οποία οροθετεί μια σχέση προς την εργασία, προς την παραγωγή [στα
πλαίσια της οποίας οι τελευταίες προβάλλουν]μόνο ως μέσο για την υποστήριξη της
φυσικής ύπαρξης, ως κατάρα1. Σ' αυτές τις συνθήκες εργάζεται
εκείνος που δεν μπορεί να αποφύγει την εργασία. Τότε προβάλλει ως ελκυστική
και ιδεώδης κατάσταση η δυνατότητα της κατανάλωσης χωρίς δαπάνη εργασίας. Γι'
αυτό υπάρχει η τάση εμφάνισης και ύπαρξης παρασιτικών προσωπικοτήτων.
Τύπος II: Προσωπικότητα
ουσιώδους τύπου πρώτου γένους.
Το βιοτικό πρόγραμμα
προσωπικοτήτων αυτού του τύπου επικεντρώνεται στην εργασία όχι ως μέσο για
την υποστήριξη της φυσικής ύπαρξης, αλλά χάριν της ικανοποίησης της ανάγκης
για εργασία. Η διατήρηση της φυσικής ύπαρξης —του ίδιου είτε επίσης των ανθρώπων
με τους οποίους συνδέουν το άτομο αυτό σχέσεις συνέχισης του γένους— παραμένει
αναγκαία στιγμή στο βιοτικό πρόγραμμα, μόνο που της επιφυλάσσεται υποδεέστερος
ρόλος. Μπορούν να διακριθούν δύο κύριες παραλλαγές προσωπικοτήτων αυτού του
τύπου:
1) οι προσωπικότητες για
τις οποίες είναι χαρακτηριστική η εργασία χάριν της επιτυχίας στην εργασία,
χάριν της απολαβής του αποτελέσματος της εργασίας. Ουσιαστικά η ανάγκη για
εργασία χάριν της εργασίας είναι ακόμα ασταθής σε αυτές τις προσωπικότητες.
2) Οι προσωπικότητες για
τις οποίες είναι χαρακτηριστική η εργασία χάριν της απόλαυσης από την
διαδικασία της εργασίας· το αποτέλεσμα εξακολουθεί εδώ να είναι αναγκαίο,
υποβιβάζεται όμως στο ρόλο της υποταγμένης στιγμής της εργασίας. Η ανάγκη για
εργασία χάριν της εργασίας γίνεται σ' αυτές τις προσωπικότητες εσωτερική,
σταθερή.
Τύπος III: Προσωπικότητα
ουσιώδους τύπου δεύτερου γένους.
Το κύριο στο βιοτικό
πρόγραμμα αυτής της προσωπικότητας είναι η υπαγωγή στους κοινωνικούς όρους, οι
οποίοι όμως εκλαμβάνονται μόνον ως αναγκαίοι. Πρόκειται εδώ για μια
κομφορμιστική προσωπικότητα2, η οποία υποτάσσεται συνειδητά στους
υφιστάμενους κοινωνικούς όρους ως μόνο αναγκαία (και συνεπώς, αιώνια)
υπάρχοντες.
Τύπος IV: Προσωπικότητα ουσιώδους τύπου τρίτου γένους.
Το βιοτικό πρόγραμμα των
προσωπικοτήτων αυτού του τύπου καθορίζεται κυρίως από τη συνειδητοποίηση της
θέσης τους στην κοινωνία, από τη συνειδητοποίηση των κοινωνικών δεσμών, των
σχέσεων και της ενότητας τους με την κοινωνία. Ένας τέτοιος τύπος προσωπικότητας
είναι εφικτός μόνο στο βαθμό και εφ' όσον υπάρχει ενότητα υλικών συμφερόντων
μεταξύ ατόμου και κοινωνίας και μπορεί να δεσπόζει μόνο στην περίπτωση που
δεσπόζει στην κοινωνία η ενότητα ατομικών και κοινωνικών υλικών συμφερόντων. Το
κύριο στις προσωπικότητες αυτού του τύπου γίνεται η ζωτική δραστηριότητα χάριν
των κοινωνικών συμφερόντων, χάριν της ανθρωπότητας, δηλαδή η ζωτική
δραστηριότητα υπό την ιδιότητα του συνειδητά κοινωνικού όντος.
Η διαφορά αυτών των
προσωπικοτήτων από τις προσωπικότητες του τύπου III έγκειται στην ελευθερία επιλογής
των κοινωνικών στόχων. (Ελευθερία είναι η γνώση της αναγκαιότητας και ο
μετασχηματισμός από τους ανθρώπους ως κοινωνικά όντα της πραγματικότητας στη
βάση της εγνωσμένης αναγκαιότητας.)
Σε κοινωνίες στις οποίες
η ανάπτυξη πραγματοποιείται μέσω της αντίθεσης, μέσω της αντίφασης των υλικών
συμφερόντων, τα υλικά συμφέροντα του μεν είτε του δε μέρους της κοινωνίας
μπορούν κατ' εξοχήν να συμπίπτουν με την ανάπτυξη της ανθρωπότητας στο σύνολο
της ενώ τα συμφέροντα ενός άλλου (είτε άλλων) μέρους της κοινωνίας μπορούν
κατ" εξοχήν να μην συμπίπτουν με την ανάπτυξη της κοινωνίας στο σύνολο
της. Τότε ακριβώς στις θέσεις του μέρους εκείνου (είτε των μερών) της κοινωνίας,
τα υλικά συμφέροντα του οποίου συμπίπτουν βασικά με την ανάπτυξη της
ανθρωπότητας στο σύνολο της, γίνεται εφικτή η εμφάνιση προσωπικοτήτων αυτού
του τύπου.
Εφ' όσον όμως οι
προσωπικότητες αυτές διαμορφώνονται στη βάση του αγώνα διαφόρων μερών της
κοινωνίας μεταξύ τους λόγω των αντιθέτων, των αντιφατικών υλικών συμφερόντων
τους, και συνεπώς στη βάση ενός αγώνα ο οποίος φτάνει μέχρι την λήψη των μεν
είτε των δε μέτρων φυσικής επίδρασης, επίδρασης στις συνθήκες φυσικής ύπαρξης,
επόμενο είναι ο αγώνας για την ανάπτυξη της ανθρωπότητας, για τους κοινωνικούς
στόχους ως κύριους στόχους της προσωπικής ζωής, να απαιτεί αυταπάρνηση που σε
ακραίες περιπτώσεις φτάνει στην θυσία της ίδιας της φυσικής ύπαρξης [της
προσωπικότητας] για τους κοινωνικούς στόχους.
Ο Ν.Γκ.Τσερνισέφσκι
έκφρασε στη μορφή του Ραχμέτωφ3 τον ιδεώδη τύπο επαναστάτη, η αναγκαιότητα
προσέγγισης του οποίου γίνεται επιτακτικότερη στο βαθμό που οξύνεται η ταξική
πάλη, όσο πιο ανάγλυφη και έντονη γίνεται η αντίθεση των υλικών συμφερόντων.
Και εφ' όσον υπάρχουν στην κοινωνία ουσιώδεις διακρίσεις, αντίθεση, αντίφαση
υλικών συμφερόντων, είναι ανέφικτες οι προσωπικότητες του εν λόγω τύπου χωρίς
τον μεν είτε τον δε βαθμό αυταπάρνησης και αυτοθυσίας (και συνεπώς,
ασκητισμού).
Η αυταπάρνηση και η
αυτοθυσία (άρα και ο ασκητισμός) είναι χαρακτηριστικές ιδιότητες της προσωπικότητας
αυτού του τύπου σε συνθήκες κατά τις οποίες υπερτερούν στην κοινωνία τα
αντίθετα και αντιφατικά υλικά συμφέροντα. Όμως η ανάγκη για την ύπαρξη τέτοιου
είδους προσωπικοτήτων αποβαίνει ουσιώδης και εν όσω υπάρχουν ουσιώδεις
διακρίσεις υλικών συμφερόντων στην κοινωνία. Η πραγμάτωση της αυταπάρνησης και
της αυτοθυσίας σημαίνει υπονόμευση της ύπαρξης των μεν είτε των δε εκφάνσεων
της προσωπικότητας, μέχρι και την φυσική αυτοκαταστροφή της.
Αν η πραγμάτωση της
αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας σε προσωπικότητες αυτού του τύπου αποβαίνει
σταθερή τάση, αυτή οδηγεί σε παραμόρφωση της προσωπικότητας, που φτάνει μέχρι
και την πλήρη καταστροφή της.
Πρέπει όμως να τονίσουμε
αποφασιστικότατα ότι οι προσωπικότητες αυτού του τύπου σε συνθήκες ουσιώδους
διάκρισης, αντίθεσης και αντίφασης υλικών συμφερόντων, πρέπει αναγκαία να έχουν
την ικανότητα της αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας. Επιπλέον η προσωπικότητα
επιτυγχάνει την ύψιστη ανάπτυξη της όταν «υπόθεση της ζωής» της, κύριος σκοπός
της ζωής, δεσπόζουσα εσωτερική ανάγκη της είναι η δραστηριότητα χάριν της
κοινωνίας. Στην περίπτωση αυτή, αν αυτή η εσωτερική ανάγκη χρειάζεται για την
πραγματοποίηση της τη ζωή του ατόμου, αυτό την δίνει, την «θυσιάζει».
Ακόμα και σε συνθήκες
κατά τις οποίες βασικά υπάρχει ενότητα υλικών συμφερόντων, η αυθεντική και όχι
η ψευδεπίγραφη προσωπικότητα τέτοιου είδους διατηρεί την ετοιμότητα της για
την εκδήλωση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας...
Ι) Η εργασία μόνο είτε
κατ' εξοχήν ως μέσο για φυσική ύπαρξη υπάρχει όταν είναι κατ' ανάγκην κατάρα.
Βλ. σχετικά το τρίτο μέρος της μονογραφίας [Η διαδικασία της ιστορικής ανάπτυξης
της κοινωνίας].
2) Ο τύπος Ι και η πρώτη
παραλλαγή του τύπου II προσωπικοτήτων είναι ουσιαστικά κομφορμιστικοί.
3) Κεντρικός ήρωας του
μυθιστορήματος «Τι να κάνουμε» του μεγάλου Ρώσου επαναστάτη-δημοκράτη στοχαστή
Ν.Γκ.Τσερνισέφσκι -Σ.τ.Μ.
(Μέρος Δεύτερο)
Στην περίπτωση που η
προσωπικότητα του τύπου IV υπάρχει αρμονικά, η ζωτική δραστηριότητα της για
τα κοινά συμφέροντα δεν έρχεται σε αντίφαση ούτε με την ικανοποίηση των υλικών
αναγκών για την διατήρηση της βιολογικής ύπαρξης της και της βιολογικής ύπαρξης
των προσώπων με τα οποία ο άνθρωπος αυτός συνδέεται στα πλαίσια σχέσεων
συνέχισης του γένους, ούτε και με την εργασία χάριν της ικανοποίησης της ανάγκης
για εργασία. Εν τούτοις, η προσωπικότητα αυτή αναγκαία διατηρεί — έστω και
δυνητικά — την «ετοιμότητα για αυτοθυσία».
Ολόπλευρη ανάπτυξη της
προσωπικότητας σημαίνει ανάπτυξη της προσωπικότητας σ' όλες τις βασικές, τις
κύριες σφαίρες της κοινωνικής ζωής. Όπως έπεται από όλη την προηγούμενη
διαπραγμάτευση, στις σφαίρες αυτές συμπεριλαμβάνονται: η ικανοποίηση των
αναγκών για διατήρηση της βιολογικής ύπαρξης, ολόπλευρη φυσική ανάπτυξη,
εργασία που πραγματοποιείται χάριν της ικανοποίησης της ανάγκης για εργασία
(εδώ εντάσσονται και η εργασία για την παραγωγή υλικών αγαθών, και η εργασία
για την παραγωγή γνώσεων), η δραστηριότητα για την τελειοποίηση των υλικών
παραγωγικών σχέσεων, οι εκφάνσεις της ζωτικής δραστηριότητας της προσωπικότητας
(ως συνειδητού κοινωνικού όντος), η τελειοποίηση σε όλες τις διατηρούμενες
στην καθ' όλα ώριμη κοινωνία μορφές κοινωνικής συνείδησης. [Στην καθ' όλα
ανεπτυγμένη, ώριμη κοινωνία, διατηρούνται οι βασικές μορφές της ώριμης
κοινωνικής συνείδησης ενώ εξαλείφονται κάποιες εκφάνσεις τους. Στις πρώτες
περιλαμβάνονται η ηθική συνείδηση, η αισθητική συνείδηση και η φιλοσοφία, ενώ
στις δεύτερες οι ιστορικά περιορισμένες εκφάνσεις, παραπροϊόντα των πρώτων:
η πολιτική, το δίκαιο και η θρησκεία. -Σ.τ.Μ] Η ανάπτυξη της προσωπικότητας
είναι ως προς την ουσία της αφομοίωση από τον άνθρωπο του κοινωνικού, δηλαδή
όχι μόνο μόρφωση, εκπαίδευση, αλλά και οπωσδήποτε διαπαιδαγώγηση και
αυτοδιαπαδαγώγηση του ανθρώπου ως συνειδητού κοινωνικού όντος.
Όμως προσωπικότητα είναι
η ενότητα κοινωνικού και βιολογικού στο άτομο, είναι η διάθλαση του κοινωνικού
μέσω της βιολογικής φύσης του ατόμου. Γι' αυτό ο χαρακτηρισμός των προσωπικοτήτων
απαιτεί τον βιολογικό χαρακτηρισμό των ατόμων, εφ' όσον η αφομοίωση και η
μεταβολή του κοινωνικού από το άτομο εξαρτάται από την βιολογική φύση του ατόμου,
μεταμορφώνεται από την τελευταία.
Κατ' αυτό τον τρόπο, η
διάκριση της βιολογίας του άνδρα και της γυναίκας επιδρά σε ορισμένες διαφορές
στον τρόπο με τον οποίο αφομοιώνουν το κοινωνικό περιβάλλον, στη θέση τους
στην κοινωνία, στον κοινωνικό τους ρόλο. Για τη συνέχιση, λόγου χάριν, του
ανθρώπινου γένους, δεν είναι σκόπιμο να συνδέονται οι ασχολίες της γυναίκας με
κίνδυνο για τη ζωή. Όλες οι τέτοιου είδους [ριψοκίνδυνες] ασχολίες πρέπει να
βαρύνουν κατ' εξοχήν τους άνδρες. Η χειραφέτηση των γυναικών, που αποτελεί
σήμερα επιταγή της εποχής μας, δεν πρέπει να έχει τίποτε το κοινό με την
λησμόνηση του γεγονότος ότι η βιολογική διαφορά μεταξύ άνδρα και γυναίκας,
πάντοτε, σ' όλες τις κοινωνίες, όσο εξακολουθεί να υπάρχει το ανθρώπινο
γένος, επιδρά σε ορισμένες διακρίσεις του κοινωνικού ρόλου τους, της
κοινωνικής συμπεριφοράς τους, της θέσης τους στην κοινωνία.
Είναι άκρως ανεπαρκές το
εύρος και το επίπεδο της συστηματικής μελέτης της αναγκαίας επίδρασης των
βιολογικών διακρίσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών στην «αφομοίωση» από αυτούς
του κοινωνικού περιβάλλοντος και της μελέτης του κοινωνικού περιβάλλοντος από
την σκοπιά του κατά πόσο η επίδραση του είναι ευμενής ή δυσμενής για την εκδήλωση
των βιολογικών διαφορών μεταξύ άνδρα και γυναίκας. Η διαδικασία χειραφέτησης
των γυναικών δεν πρέπει να εξετάζεται ως καθαρά κοινωνική διαδικασία, χωρίς
να υπολογίζεται η επίδραση που ασκούν σε αυτήν οι βιολογικές διακρίσεις μεταξύ
άνδρα και γυναίκας. Είναι επίσης απαραίτητη η συστηματική διερεύνηση της
εξάρτησης της «αφομοίωσης» του κοινωνικού περιβάλλοντος από τα ηλικιακά στάδια
της ύπαρξης του ατόμου. Στην κάθε ηλικιακή περίοδο της ύπαρξης του ατόμου προσιδιάζουν
ορισμένα νομοτελειακά γνωρίσματα της σχέσης [του ατόμου] προς την κοινωνική
πραγματικότητα, της συνάφειας του με την κοινωνική πραγματικότητα που
οροθετείται από τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε ηλικιακού σταδίου. Λόγου χάρη,
ο κόσμος δεν προβάλλει εντελώς πανομοιότυπα στα μάτια ενός εφήβου και ενός
γέροντα, και η διαφορά αυτή εξαρτάται μεταξύ άλλων και από τη βιολογική τους
ηλικία. Η προσωπικότητα του ανθρώπου δεν εξαρτάται μόνο από το κοινωνικό
περιβάλλον, από τους κοινωνικούς όρους, αλλά εν μέρει και από τις
ιδιαιτερότητες επίσης του σταδίου της ατομικής βιολογικής του ανάπτυξης. Προς
το παρόν, οι έρευνες που αφορούν αυτή την προβληματική βρίσκονται σε πάρα πολύ
χαμηλό επίπεδο.
Διάφοροι άνθρωποι, ακόμα
κι αν βρίσκονται στην ίδια βιολογική ηλικία και ανήκουν στο ίδιο φύλο, έχουν
διαφορετικά ψυχοφυσιολογικά χαρακτηριστικά. Οι ψυχοφυσιολογικές ιδιαιτερότητες
των ανθρώπων επιδρούν επίσης στις «αφομοιώσεις» της κοινωνικής πραγματικότητας
από αυτούς, στην μεταβολή αυτής της πραγματικότητας.
Κατ' αυτό τον τρόπο, από
τη σκοπιά της φυσιολογίας, η πλέον γενική και διαδεδομένη είναι η διαίρεση των
ανθρώπων ως προς τον τύπο του νευρικού τους συστήματος σε συνάρτηση με την
δύναμη είτε την αδυναμία, με την κινητικότητα είτε την αδράνεια, με την
εξισορρόπηση ή μη των νευρικών διαδικασιών [διέγερσης και αναστολής κυρίως -
Σ.τ.Μ.], καθώς επίσης και η διαίρεση των ανθρώπων σε καλλιτεχνικούς και νοητικούς
τύπους. Οι διαφορές αυτές επιδρούν αδιαμφισβήτητα στην κοινωνική ζωτική
δραστηριότητα. Είναι π.χ. μάλλον ελάχιστα κατάλληλοι είτε ακατάλληλοι οι
άνθρωποι με ασθενές νευρικό σύστημα για εργασίες σε ακραίες συνθήκες. Αυτό
βέβαια δεν αναιρεί το γεγονός ότι, οι άνθρωποι με ασθενές νευρικό σύστημα,
είναι κατάλληλοι και προτιμότεροι για μερικές άλλες ασχολίες, και συγκεκριμένα
για ασχολίες στις οποίες χρειάζεται υψηλότερη ευαισθησία.
Φυσικά, το περιεχόμενο
της προσωπικότητας είναι κοινωνικό περιεχόμενο. Όμως το κοινωνικό περιεχόμενο
δεν υφίσταται ως ξεχωριστή προσωπικότητα. Η προσωπικότητα συνιστά την «διάθλαση»
του κοινωνικού περιεχόμενου μέσω της βιολογικής και ψυχο-φυσιολογικής φύσης του
ατόμου. Και αυτή η τελευταία, δεν παραμένει εντελώς αδιάφορος φορέας
κοινωνικού περιεχομένου. Το κοινωνικό περιεχόμενο, σε ορισμένο βαθμό και σε
ορισμένες σχέσεις, δεν μπορεί να μη μεταμορφώνεται από την βιολογική και
ψυχοφυσιο-λογική φύση του ατόμου. Και η βιολογική και ψυχοφυσιολογική φύση
διαφέρει από άτομο σε άτομο. Σε αυτές τις διαφορές συγκαταλέγονται μεταξύ
άλλων και οι τύποι του νευρικού συστήματος. Η κληρονομική ασθενικότητα π.χ. ή η
προδιάθεση για νοσήματα διαφόρων οργάνων (καρδιάς, πνευμόνων, οργάνων της
όρασης κ.λ.π.) αργά ή γρήγορα αναγκάζουν τον άνθρωπο αν λαμβάνει υπ' όψιν του
αυτούς τους παράγοντες στην κοινωνική του δραστηριότητα, μπορούν να
επιδράσουν, και μάλιστα ουσιαστικά, στην κοινωνική δραστηριότητα του.
Η πραγματικότητα [(Γερμ.:
Wirklichkeit),
ως ενότητα της ουσίας και της ύπαρξης, ή του εσωτερικού και του εξωτερικού, που
έγινε άμεση (βλ. Χέγκελ: Εγκυκλοπαίδεια των φιλοσοφικών επιστημών, Επιστήμη της
Λογικής, §142) - Σ.τ.Μ.]των σχέσεων των ανθρώπων στην κοινωνία είναι η σχέση
τους υπό την ιδιότητα των προσωπικοτήτων, αυτών των «οργανικών ενοτήτων» του
κοινωνικού με την βιολογική, με την ψυχοφυσιολογική φύση του ατόμου. Οι
συνάφειες των ανθρώπων ως ολόπλευρων και αρμονικών προσωπικοτήτων, και οι
μορφές αυτών των συναφειών, έχουν διερευνηθεί σήμερα σε εντελώς ανεπαρκή
βαθμό. Από μια γενική άποψη μπορούν να χαρακτηρισθούν ως εξής.
Πρόκειται για δεσμούς
κατ' εξοχήν μη επιβεβλημένους αλλά εκ πεποιθήσεως, για δεσμούς βάσει
συμφερόντων/ενδιαφερόντων, τα οποία όμως [συμφέροντα] συνίστανται κατά κύριο
λόγο στην πραγμάτωση του κοινωνικού συμφέροντος, οπότε η προσωπικότητα
πραγματώνοντας τα συμφέροντα των άλλων ανθρώπων επιτυγχάνει ταυτόχρονα την
πραγμάτωση του δικού της συμφέροντος. Πρόκειται για δεσμούς ολόπλευρων και
αρμονικών προσωπικοτήτων και, συνεπώς, η κάθε προσωπικότητα εντάσσεται σε
ολόπλευρες (σε όλες τις βασικές σφαίρες της κοινωνίας) σχέσεις με άλλες
προσωπικότητες και, επομένως, πρόκειται για κινητικούς μη παγιούμενους κοινωνικά
και ειδικά δεσμούς οι οποίοι εξαρτώνται από την ελεύθερη επιλογή των ανθρώπων
που εντάσσονται στις σχέσεις. Πρόκειται για δεσμούς οι οποίοι οικοδομούνται
λαμβάνοντας υπ' όψιν την συμβατότητα ως προς το φύλο, την ηλικία, την
ψυχολογία κ.λ.π.
Φυσικά, τέτοιες σχέσεις
δεν μπορούν να υπερτερούν όσο το μεγαλύτερο μέρος του μόχθου των ανθρώπων στην
κοινωνία αναλώνεται στην παραγωγή των απαραίτητων για την διατήρηση της
φυσικής ύπαρξης των ανθρώπων υλικών αγαθών.
Κατ’ αυτό τον τρόπο, από
την αφετηρία μας εξετάζαμε τον άνθρωπο ως ον βιοκοινωνικό. Και μάλιστα η
βιολογική φύση του ανθρώπου (στην άμεση ενότητα της με το κοινωνικό) προβάλλει
προπαντός ως απαραίτητη προϋπόθεση της ανθρώπινης ουσίας. Εφ' όσον η βιολογική
φύση του ανθρώπου λαμβάνεται ως αναγκαία προϋπόθεση της ουσίας του ανθρώπου,
στις απαρχές [της θεώρησης μας], αν και άρρητα, προϋποτίθεται η συνάφεια της
προϋπόθεσης με την ουσία, προϋπόθεση της οποίας συνιστά, δηλαδή η συνάφεια του
βιολογικού με το κοινωνικό. Από την αρχή, η βιολογική φύση του ανθρώπου δεν
εξετάζεται αποκομμένη από το κοινωνικό, χωρίς ωστόσο να εντοπίζονται εδώ
ειδικά ούτε το κοινωνικό, ούτε και η συνάφεια του με την βιολογική φύση του
ανθρώπου. Ο άνθρωπος προβάλλει κυρίως ως άτομο. Στη συνέχεια πραγματοποιείται η
μετάβαση στην εξέταση της ουσίας του ανθρώπου, στην εξέταση του κοινωνικού.
Ωστόσο, αν σε πρώτο πλάνο προβάλλει η έκθεση του κοινωνικού, της ουσίας του ανθρώπου
σε καθαρή μορφή, αν αναλύεται ειδικά ακριβώς η ουσία του ανθρώπου, το
κοινωνικό, ταυτόχρονα: 1) προϋποτίθεται η συνάφεια του κοινωνικού με τη βιολογική
φύση των ανθρώπων (η ουσία του ανθρώπου νομοτελειακά ανακύπτει μετά την
εξέταση της βιολογικής φύσης του ανθρώπου και όχι πριν από αυτήν)· 2) η προϋπόθεση
δεν εντοπίζεται απλώς πριν από την ουσία σε ανηρμένη μορφή διατηρείται στο
εσωτερικό της ουσίας ως η επουσιώδης, πλην όμως αναγκαία πλευρά της, ως μια
από τις δύο αντίθετες πλευρές της ουσίας (η ουσία του ανθρώπου, το κοινωνικό,
εμπεριέχει στο εσωτερικό του, σε ανηρμένη μορφή και υπό την ιδιότητα της
επουσιώδους πλευράς της ουσίας, την βιολογική φύση των ανθρώπων).
Μετά την εξέταση του
κοινωνικού, της ουσίας του ανθρώπου αυτής καθ' εαυτής, περάσαμε στον
χαρακτηρισμό ειδικά της ενότητας του κοινωνικού με την βιολογική φύση του
ανθρώπου, δηλαδή στον χαρακτηρισμό του ανθρώπου ως προσωπικότητας. Η πραγματικότητα
της ανθρώπινης κοινωνίας είναι οι σχέσεις των ανθρώπων ως προσωπικοτήτων και οι
μορφές αυτών των σχέσεων.
Η βασική είτε μια από
τις βασικές ανεπάρκειες συχνά εξαιρετικού ενδιαφέροντος εργασιών, που αφορούν
την ουσία του ανθρώπου είτε θίγουν αυτό το πρόβλημα, έγκειται στο γεγονός ότι η
ουσία του ανθρώπου δεν εξετάζεται ως διαδικασία, η θεώρηση της δεν εντάσσεται
στην εικόνα της θεωρούμενης ως ολότητας κοινωνίας.
Από τα παραπάνω μπορεί
να συναχθεί η ιεράρχηση των σκοπών της κοινωνίας καθ' εαυτής από τον κατώτερο
στόχο (διατήρηση μόνο της φυσικής ύπαρξης του ανθρώπινου γένους) μέχρι τον
ανώτερο σκοπό (την ύπαρξη, αναπαραγωγή και ανάπτυξη των ανθρώπων ως
προσωπικοτήτων3). Και μάλιστα η πραγματοποίηση του ανώτερου στόχου
προϋποθέτει κατ' ανάγκη την πραγματοποίηση των κατώτερων στόχων σε ανηρμένη
μορφή ως μετασχηματισμένων και υποταγμένων στιγμών.
Ο υψηλός σκοπός της
κοινωνίας ως τέτοιας είναι [όπως αποδεικνύεται] ο σκοπός της κομμουνιστικής
κοινωνίας. Αυτό δεν είναι τυχαίο, διότι η κομμουνιστική κοινωνία είναι η
αυθεντική ιστορία της ανθρωπότητας, σε αντιδιαστολή με την προϊστορία της
ανθρωπότητας είναι η ώριμη ανθρώπινη κοινωνία. Γι' αυτό η μελέτη με λογικό
τρόπο [προσέγγιση] της ανθρώπινης κοινωνίας ως τέτοιας, με τρόπο κατά τον
οποίο όλες οι πλευρές του ερευνόμενου αντικειμένου λαμβάνονται στην πλέον
ανεπτυγμένη, στην ώριμη μορφή τους, συνιστά μια μελέτη της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Και η οπτική γωνία της διερεύνησης της κοινωνίας κατ' αυτό τον τρόπο, είναι η
τοποθέτηση των ανθρώπων για τους οποίους το κύριο ζητούμενο δεν είναι η άρνηση
των προκομμουνιστικών κοινωνικών καθεστώτων, αλλά η θετική εγκαθίδρυση του
κομμουνιστικού κοινωνικού καθεστώτος.
3) Η ύπαρξη και
αναπαραγωγή καθ' όλα ανεπτυγμένων προσωπικοτήτων, όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε
από τα προαναφερθέντα, σημαίνει μια ένωση «όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθ' ενός
είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη
ανάπτυξη όλων»
(Κ.Μαρξ-Φ.Ένγκελς: Μανιφέστο το Κομμουνιστικού Κόμματος, εκδ,Σ.Ε., σελ.48).