εν οψει των προεδρικων εκλογων στη ρωσια

προσ μια ακομα ΠΙΟ επικινδυνη νικη;

του Δημήτρη Πατέλη


Τα αποτελέσματα των εκλογών του Δεκεμβρίου για την κρατι­κή Δούμα, αν και αναμενόμενα, θεωρήθηκαν από πολλούς κεραυνός εν αιθρία. Πολλά αστικά ΜΜΕ χαρα­κτήρισαν την άνοδο των κομμουνι­στών (ΚΚΡΟ) ως «νεκρανάσταση του Κομμουνισμού». Παρά τον ήσσονος σημασίας ρόλο που επιφυλάσσει το αντεπαναστατικό Ρωσικό σύνταγμα στην εθνοσυνέλευση, τα αποτελέσμα­τα αυτών των εκλογοόν καταγράφουν έμμεσα και ιδιότυπα τις πολιτικές εκ­φάνσεις των διαπλεκόμενων και αντι­φατικών κοινωνικοοικονομικών τά­σεων που χαρακτηρίζουν την δυναμι­κή της σημερινής φάσης της αστικής παλινόρθωσης στην τέως ΕΣΣΔ. Σε αυτές τις εκλογές -παρά τις καλπονοθευτικές πρακτικές ευρείας κλίμακας και την αντικομμουνιστική υστερία των ελεγχόμενων ΜΜΕ- τα αποτελέ­σματα έδωσαν: 22,31% στο ΚΚΡΟ (Ζιουγκάνοφ), 11,06% στο Φιλελεύθερο-Δημοκρατικό Κόμμα Ρωσίας (Ζιρινόφσκι), 9,89% στο πολιτικό κατασκεύασμα των Γιέλτσιν-Τσερνομίρντιν («Οίκκος μας η Ρωσία»), 6,93% στο «Φιλελεύύ­θερο» -τεχνοκρατικό κόμμα του Γιιαβλίνσκι «Γιάμπλακο» (μήλο!) και 4,7% στο κόμμα «Εργαζόμενη Ρωσία» (ΚΕΚΡ-Ανπίλοφ).

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το καθεστώς Γιέλτσιν-Τσερνομίρντιν εξακολουθεί να κυβερ­νά με καταγεγραμμένη και εκλογικά την μαζική απόρριψη του από το λαό.

Σε κάθε περίπτωση οι εκλογές αυ­τές είχαν τον χαρακτήρα ενδιάμεσου σταθμού προς την αποφασιστικότερη αναμέτρηση το)ν -μείζονος σημασίας για το καθεστώς της προεδρικής «δη­μοκρατίας» της Ρωσίας- προεδρικών εκλογών του Ιουνίου. Η χώρα βρίσκε­ται σε μια παρατεταμένη και αρκετά «θερμή» προεκλογική περίοδο. Κατά το πρώτο μετεκλογικό διάστημα επίκρατούσε μια αμηχανία που εκδηλώ­θηκε και στα ΜΜΕ. Άρχισαν να εμφα­νίζονται και οι ηγέτες της αριστερής αντιπολίτευσης (ιδιαίτερα ο Γκ. Ζιουγκάνοφ) από την τηλεόραση.

Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστι­κά της σημερινής φάσης της αντεπανάστασης στη Ρωσία; Μια συστηματι­κότερη εξέταση αυτού του θέματος έχει επιχειρηθεί σε άλλα δημοσιεύμα­τα του περιοδικού μας (βλέπε: Συνέντευξη με τον Β.Α. Βαζιούλιν, Αριστ. Ανασ. τ.4-5, σελ. 45-69. Δ. Πατέλη: Για την κλιμάκωση της αστικής αντεπανάστασης στη Ρωσία, στο ίδιο, σελ. ΤΙ-79. Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη, Δ. Πα­τέλη: Για τις νομοτέλειες της μετάβα­σης στον κομμουνισμό. Σοσιαλισμός, Κομμουνισμόςς και αντεπανάσταση, Αρ. Ανασ. τ.7-8, σελ. 47-76 κ.α.). Εδώ θα περιοριστούμε σε λίγες μόνο επιση­μάνσεις.

Μετά από ταα αιματηρά γεγονότα του 1993 το κέντρο βάρους της αντεπανάστασης μετατοπίζεται από την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου στο πεδίο της κυκλοφορίας (εμπόριο, δημοσιονομικά, νομισματικό-πιστωτικό σύστημα) στην αλλαγή των ιδιο­κτησιακών σχέσεων, με κύριο στόχο την τελειωτική καταστροφή της κοι­νωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παρα­γωγής, δηλ. την διάλυση της ουσίας των πρώιμων μορφών της Κομμου­νιστικής Κοινωνίας. Ο στόχος αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο μέσω της καταστροφής του παραγω­γικού ιστούύ της χώρας, μέσω της κα­ταστροφής των παραγωγικών δυνάμε­ων (και ιδιαίτεερα μέσω της εξαθλίω­σης των εργαζομένων, της κύριας παραγωγικής δύναμης), μέσω της μετα­τροπής της χώρας σε πηγή (ημι-επεξεργασμένων ή ανεπεξέργαστων) πρώτων υλών, ενεργειακών πόρων και φθηνής εργατικής δύναμης.

Το μέσο ημερήσιο εισόδημα του 44,6% των εργαζομένων της Ρωσίας δεν υπερβαίνει τα 2,5 δολ. ΗΠΑ, ενώ μεταξύ 2,5 και 5 δολαρίων κυμαίνε­ται το εισόδημα του 36,3%, τη στιγμή που το Συμββούλιο της Ευρώπης, στο οποίο εντάχθηκε πρόσφατα η Ρωσία, προβλέπει για τις χώρες-μέλη του ημε­ρήσια δαπάνη τουλάχιστον 10 δολ. για τον κάθε ποινικό κρατούμενο (Πράβντα 7/2/96). Την τελευταία δεκα­ετία των «μεταρρυθμίσεων» το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε πάνω από 10 φο­ρές (σε αξιακούς δείκτες). Η παραγω­γή καταναλωτικών αγαθών μειώθηκε επίσης πάνω από 10 φορές, ενώ των αγροτικών προϊόντων - 3 φορές. Οι απώλειες στην κτηνοτροφία (50-70%) είναι υπερδιπλάσιες των απωλειών της περιόδου του λιμού και της κολλεκτιβοποίησης (δεκαετίες '20-30). Η αποικιοποίηση της χώρας είναι εμφα­νής από την ίδια την δομή των εξαγω­γών. Τα προϊόντα μεταποιητικής βιο­μηχανίας ανέρχονται στο 12% του συνόλου των εξαγωγών, ενώ τα προ­ϊόντα υψηλής τεχνολογίας μόλις στο 1%. Η χώρα εξάγει κατά το 87% πρώ­τες ύλες!

Η διάλυση της οικονομίας πλήττει ιδιαίτερα τους τομείς των μηχανοκατασκευών και των νέων τεχνολογιών, οι οποίοι συνδέονται με τη διαστημι­κή και το στρατιωτικό-βιομηχανικό συγκρότημα. Οι εργαζόμενοι στο τε­λευταίο (με την πλέον υψηλή κατάρτιση) έχουν τους χαμηλότερους μισθούς σε σύγκριση με την υπόλοιπη βιομηχα­νία. Η καταστροφή γίνεται ανεπανόρ­θωτη αν συνυπολογισθεί η συστημα­τική υπονόμευση της επιστήμης και της τεχνολογίας. Παρά το γεγονός ότι πάνω από 300.000 επιστήμονες, εγκα­τέλειψαν τη χώρα (που στη δεκαετία του '80 διέθετε το 25% του παγκόσμι­ου επιστημονικού δυναμικού) η «αφαίμαξη εγκεφάλων» συνεχίζεταιι. Η μέση ηλικία του επιστημονικού και διδακτικού προσωπικού των Α.Ε.Ι. από 35 χρόνια -που ήταν κατά την δε­καετία του '80- ανήλθε στα 55 χρρόνια σήμερα, τη στιγμή που το προσδόκιιμο ζωής των ανδρών της Ρωσίας έπεσε στα 55-56 χρόνια! (Πράβντα 20/2/996). Εξαλείφεται στατιστικά ο θεσμός των υποψηφίων διδακτόρων, ενώ προω­θούνται δυναμικά οι τακτικοί φραγ­μοί στην εκπαίδευση με την ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, με τις σπουδές έναντι διδάκτρων, με την βεβιασμένη απόπει­ρα θεσμοθέτησης τριών «κύκλων σπουδών» στα ΑΕΙ κ.λπ.

Καταστρέφονται συστηματικά οι «επιστημονικές πόλεις», ένας θεσμός που εδραιώθηκε κατά τις δεκαετίες του '30-70 με στόχο την επίτευξη πα­γκόσμιας υπεροχής σε στρατηγικής σημασίας τομείς, μέσω της υψηλής συγκέντρωσης επιστημονικού και τε­χνικού δυναμικού και της διασφάλι­σης ευνοϊκών συνθηκών διαβίωσης, εκπαίδευσης και έρευνας. Ο πλη­θυσμός τους μειώθηκε από 50 μέχρι 90%, ενώ τα υπολειτουργούντα, αδρα­νή και μη συντηρούμενα εργαστήρια τους, έχουν γίνει αντικείμενα λεηλα­σίας, αλλά και δυνητικές πηγές οικολογικών καταστροφών (Εβδομαδιαία Πράβντα Νο 29).

Η πλειονότητα του λαού οδηγείται σε βαθμιαία εξαθλίωση. Από το Δε­κέμβριο του '91 μέχρι τον Δεκέμβριο του '95, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 4.800 φορές! (Ιζβέστια 33/1/96). Οι ονομα­στικές αυξήσεις των μισθών (οι οποίοι μάλιστα αν και όποτε καταβάλλονται στους μισθωτούς εργαζομένους, κα­ταβάλλονται με πολύμηνη καθυστέρη­ση) αντιπροσωπεύουν στην πραγματι­κότητα τη ραγδαία πτώση της αγορα­στικής τους δύναμης. Ο μέσος μισθός π.χ. του 1990 αντιστοιχούσε σε 523 κι­λά ψωμί ενώ σήμερα δεν ξεπερνά τα 123 (επίσημα στοιχεία Στατιστ. Υπηρεσίας, Πράβντα 7/3/96). Οι δδεί­κτες αυτοί είναι οικτροί όσον αφφορά τους συνταξιούχους, τους ασθενείίς και τους ανάπηρους.>

Η απόλυτη εξαθλίωση και τα αδιέ­ξοδα της κοινωνίας οδήγησαν σε πρω­τοφανή έξαρση του αλκοολισμού (τα αλκοολούχα ποτά είναι από τα λίγα προσιτά ως προς την τιμή τους προϊό­ντα), κάθε άνδρας από 15 ετών και πά­νω καταναλώνει 3-4 φιάλες βότκα την εβδομάδα, είναι δηλαδή μεθυσμένος κάθε δεύτερη μέρα. 500 χιλιάδες άτο­μα πεθαίνουν ανά έτος από το αλκοόλ, χωρίς να υπολογίζονται οι γενετικές και δημογραφικές επιπτώσεις (Κομσομάλσκαγια Πράβντα 23/1/96).

Τα παραπάνω συνοδεύονται από χαώδεις και διαρκώς αυξανόμενες κοινωνικο-οικονομικές διαφοροποιή­σεις. Η συσχέτιση μεταξύ των εισοδη­μάτων του 10% των πλουσιότερων με αυτά του 10% των φτωχότερων είναι κατά τα επίσημα στοιχεία 17:1. Στη Μόσχα πάνω από χίλια άτομα έχουν περιουσία που ξεπερνά το 1 εκατομ. δολ. ΗΠΑ ενώ περίπου 20 άτομα έχουν περιουσίες της τάξης του 0,,5 δισ. δολ. Το 85% του χρήματος κυυκλο­φορεί στη Μόσχα (Πράβντα 7/2/96, Εβδομ. Πράβντα Νο 29).

Ποιοι είναι όμως αυτοί που πλου­τίζουν εκποιώντας τον πλούτο που συσσωρεύθηκε με τον μόχθο σειράς γενεών κατά τη σοσιαλιστική οικοδό­μηση και υπονομεύοντας το μέλλον των επερχόμενων γενεών; Είναι η υπό διαμόρφωση κομπραδόρικη αστική τάξη που απααρτίζεται από μιαν ιδιό­τυπη σύμφυση του ανθηρού κόσμου του εγκλήματος με την ολοένα διογκούμενη διαφθειρόμενη και αυταρ­χική γραφειοκρατία. Το αντιγραφειο­κρατικό μένος των αντικομμουνιστικών «δημοκρατών» της περεστρόικα οδήγησε σήμερα στον υπερδιπλασια­σμό των κτιριακών εγκαταστάσεων των διοικητικών μηχανισμών του αντεπαναστατικού καθεστώτος. Το 20% του συνόλου των κτιριακών εγκαταστάσεων της Μόσχας στεγάζει διάφορες υπηρεσίες της μεταλλαγμέ­νης και «νέας» γραφειοκρατίας. Οι επίσημες καταγγελίες για διαφθορά (που κατά κανόνα συγκαλύπτονται με διάφορες γραφειοκρατικές διαδικα­σίες) οδηγούν στο δικαστήριο ως υπό­δικους για απάτες μέχρι και ανθρώ­πους του στενού προεδρικού περιβάλ­λοντος όπως ο γενικός εισαγγελέας της Ρωσικής Ομοσπονδίας Ι. Ιλιουσένκο και ο σύμβουλος του Γιέλτσιν Στανκέεβιτς.

Στη χώρα δρουν περίπου 5.700 εγκληματικές ομάδες που απασχολούν σταθερά περί τις 100 χιλιάδες άτομα. Οι 300 περίπου από αυτές δια­θέτουν ισχυρές διεθνείς διασυνδέσεις. Η «παράλληληη οικονομία» του εγκλή­ματος (τα όρια της οποίας με την νόμι­μη είναι άκρως δυσδιάκριτα) εκτιμά­ται ότι έχει κύκλο εργασιών ίσο με το 40-50% του ΑΑΕΠ! Στις κυρίες δραστη­ριότητες της συγκαταλέγεται και το «ξέπλυμα βρώμικου χρήματος» (από ναρκωτικά, όόπλα, υλικά παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, πορνεία κλπ), γεγονός που εκδηλώνεται με τη μαζική διαρροή συναλλάγματος προς ξένες (κυρίως ελβετικές) Τράπεζες. Το ύψος αυτής της διαρροής εκτιμάται ότι ξε­περνά τα 50 δισ. δολ. ΗΠΑ και αυξά­νεται κατά 12 δισ. το χρόνο (Κομσ. Πράβντα 23/1/96, Σποΰτνικ Φεβρ. 96). Το κόστος αυτής της... επιχειρηματι­κής δραστηριότητος είναι αποτρό­παιο.

Η Ρωσία κατέχει την πρώτη θέση στον κόσμο σε κατά κεφαλή αριθμό δολοφονιών. Ετησίως καταχωρούνται 3 εκατομ. εγκλήματα. Τα θύματα εγκληματικών πράξεων κατά το '955 μόνο στη Μόσχα ξεπερνά τα θύματα του δεκαετούς πολέμου της ΕΣΣΔ σττο Αφγανιστάν. Το 30-50% των εισοδηη­μάτων του εγκληματικού κόσμου προο­ορίζεται για εξαγορά και χρηματισσμό αξιωματούχων. Το 70% τω ν πωλούμεε­νων ακινήτων αγοράζεται από την μα­φία. Είναι άγνωστο π.χ. σε ποιονν ανή­κει σήμερα η βιομηχανία αλουμινίοου της χώρας. Σημαντικό μέρος αυτήςς της στρατηγικής σημασίας βιομηχα­­νίας ελέγχεται από κάποιους αδελλ­φούς Τσερνίχ, πολίτες του Ισραήλ (Πράβντα Ροσ. 7/3/96). Παραμένουνν


αδιευκρίνιστες οι συνθήκες κάτω απ' τις οποίες ο Τσουμπάις (μέχρι πρότι­νος υπουργός ιδιωτικοποιήσεων του Γιέλτσιν) ξεπούλησε τον κολοσσό της μεταλλουργίας της ΕΣΣΔ και ένα από τα μεγαλύτερα βιομηχανικά συγκρο­τήματα του είδους του στον κόσμο «Μαγνίτκα», στο οποίο εργάζονται 100 χιλ. άτομα, έναντι 27 εκατ. δολ., τη στιγμή που γγια τη μεταγραφή ενός παίκτη του χόκεϊ (τον Π. Μπουρέ) διατέθηκαν 25 εκατ. δολλάρια! (Κυ­ριακάτικη Ελευθεροτυπία, 25/2/96).

Σε πρόσφατη έρευνα του «Ιντερ-φαξ-ΑΙΡ» γιαα την ανάδειξη των 50 Ρώ­σων επιχειρηματιών με τη μεγαλύτερη επιρροή, την πρώτη θέση -με σημαντι­κή διαφορά- κατέχουν οι Τράπεζες, οι οποίες εν πολλοίς ασκούν άμεσα πο­λιτική και επιβάλλουν δικτατορικά τα συμφέροντα τους. Στον ανελέητο ανταγωνισμό των τραπεζών επικρα­τούν αυτές που έχουν συναλλαγές με το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Αναδιάρθρωσης και Ανάπτυξης. Η <Κεντρική Τράπεζα αφαίρεσε τις άδει­ες 307 τραπεζών πάνω από το 70% των οποίων εξαφανίσθηκαν το 1995. Στα τέλη του '95 40 εκατ. καταθέτες έχασαν 20 τρισ. ρούβλια λόγω της χρεοκοπίας 128 τραπεζών (Πράβντα 23/1/96). Τα υπερκέρδη των τραπεζών, τα οποία κατά τους επίσημους ισολο­γισμούς, υπερβαίνουν τον εξαπλασιασμό σ' ένα χρόνο (π.χ. Ροσίσκι Κρεντίτ) προέρχονται κυρίως από αγορα­πωλησίες συναλλάγματος και κρατι­κών ομολόγων και από κερδοσκοπικά τεχνάσματα αμοιβαίας παροχής πι­στώσεων. Την δεύτερη θέση καταλαμ­βάνει -κατά την έρευνα- το εκφραζόμενο πολιτικά με το λόμπι Τσερνομίρντίν συγκρότημα καυσίμων-ενέργειας. Η εξαγωγή πετρελαίου έφθασε το '95 τους 96 εκατ. τόνους (4 εκατ. παρα­πάνω από το '94) παρά την απόλυτη μείωση της άντλησης (με συνακόλουθη μείωση της εγχώριας κατανάλωσης). Την τρίτη θέση κατέχουν 3 γιγαντιαία συγκροτήματαα της αυτοκινητοβιομη­χανίας (ΚαμΑΖ, ΑφτοΒαζ και ΟΑΖ) παρά την κλιμακούμενη πτώση της παραγωγής. Η έρευνα αυτή έδειξε ότι μόνο το 1/3 από τους 50 κορυφαίους της οικονομίας με επιρροή στην πολι­τική συνδέονται με την παραγωγή. Οι υπόλοιποι ανήκουν στην «ευυπόλη­πτη» κατηγορία μεγιστάνων που κοι­νώς αποκαλούνται «αεριτζήδες» (Πράβντα 20/2/96).

Η πόλωση μεταξύ επιδεικτικής χλιδής και εξαθλίωσης είναι τεράστια. Οι δαπάνες π.χ. των νεόπλουτων Ρώ­σων για τη χρήση υπηρεσιών «σεξ-μπίζνες» ανέρχονται περίπου σε 15 τρισ. ρούβλλια, ποσό ίσο με τις κρατι­κές δαπάνες για κοινωνικές και πολι­τιστικές εκδηλώσεις και υπερδιπλά­σιο του ετήσιου προϋπολογισμού για την επιστήμη! Από την άλλη πλευρά η αγανάκτηση των εξαθλιωμένων και εξαπατημένων παίρνει τη μορφή απε­γνωσμένων εξεγέρσεων. Στον εργατι­κό οικισμό Βίσκοφ του Μπριάνσκ οι εδώ και ένα χρόνο περίπου άνεργοι και απλήρωτοι εργάτες αφού εξάντλη­σαν τα αγριοπερίστερα της περιοχής και την υπομονή τους, χωρίς θέρμαν­ση και ιατροφαρμακευτική περίθαλ­ψη, ύψωσαν κόκκινες σημαίες και κα­τέλαβαν την γειτονική τους σιδηρο­δρομική γραμμή για να αντιμετωπίσουν τη βάναυση καταστολή των ειδι­κών δυνάμεων του καθεστώτος.

Στα παραπάννω πρέπει να προστε­θεί και ο εμφύλιος πόλεμος που μαίνε­ται σε διάφορα μέτωπα της χώρας, με 600 χιλιάδεες νεκρούς και 6 εκατομμύ­ρια πρόσφυγες. Η τσετσενική σύρραξη αποτελεί μια από τις πλέον βίαιες και βάρβαρες μορφές εκδήλωσης της αστι­κής αντεπανάστασης στην τέιος ΕΣΣΔ (βλ. σχετικά: Π. Παυλίδη: Η Τσετσενία και η αστικήή αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ, Αριστ. Ανασΰντ. Νο 6, σελ. 69-73). Οι φορείς της ληστρικής υπό δια­μόρφωση αστικής τάξης προβάλλουν εδώ με το προσωπείο των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων είτε των μεγαλοκρατικών «πατριωτικών» δυνά­μεων. Το καθεστώς Γιέλτσιν -πέρα από την προώθηση των γεωστρατηγικών του συμφερόντων- βρήκε εδώ ένα εγχώριο αντίπαλο δέος πρόσφορο για χειραγώγηση συνειδήσεων και αφορ­μή για την επιβολή αυταρχικού-κατασταλτικού χαρακτήρα εξουσίας. Χαρακτηριστικές για την υποκρισία και τον εγκληματικό χαρακτήρα του πολέμου είναι οι μαρτυρίες ομήρων κατά τον αποκλεισμό και την μάχη στο χωριό Περβομάισκοε. Εκεί οι όμηροι, αφού πήραν όπλα από τους αυτονομι­στές του Μπασάεφ, πολέμησαν στο πλευρό τους για να σωθούν από τα κα­ταιγιστικά πυρά του ομοσπονδιακού στρατού των «απελευθερωτών» τους... (Κλβέσπα 23/1/96).

Σε αυτά τα πλαίσια προχωρά ο προεκλογικός αγώνας που εκφράζει στο πολιτικό επίπεδο ακόμα πιο ππερί­πλοκα και παραμορφωτικά την αντι­­φατικότητα και την πόλωση της συγγκυρίας. Η δυσαρέσκεια είναι διά­χυτη χωρίς ωστόσο να προσδιορίζε­ται και να εκφράζεται μαζικά σε κά­ποιο συγκροτημένο κίνημα. Καρπός αυτής της δυσαρέσκειας ήταν και οι πρόσφατες απεργίες των ανθρακωρύ­χων και των δασκάλων, στη βάση οι­κονομικών αιτημάτων, δεδομένου ότι η όλη εξαθλίωση εντείνεται λόγω της πολύμηνης καθυστέρησης της καταβο­λής των μισθών πείνας. Οι ανθρακω­ρύχοι του Κουζμπάς εξέφρασαν τη δυσαρέσκεια τους και με την ανάδειξη κομμουνιστών (του ΚΚΡΟ είτε του Α. Τουλέγιεφ) στα όργανα της αυτοδιοί­κησης. Στη Βορκουτά τα δεξιά συνδι­κάτα ελέγχουν την κατάσταση. Στη Μόσχα η δυσαρέσκεια εκφράζεται με την υποστήριξη του φιλελεύθερου-τεχνοκράτη οικονομολόγου Γιαβλίνσκι! Το υπό διαμόρφωση εργατικό κίμηνα εν πολλοίς δεν έχει ακόμα φθάσει στο επίπεδο του «τρειντ-γιουνιονισμού». Η ιδρυθείσα τον Φεβρουάριο του 1994 στο Νίζνι Νόβγκοροντ-Ρωσική Επι­τροπή Εργατών προβάλλει π.χ. ως πρωταρχικό καθήκον αιτήματα για μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων και εμπορευματοπαραγωγών και την μείωση της τιμής των μεταφορικών υπηρεσιών. Προτάσσει δηλαδή τα συμφέροντα εκείνων που γίνονται κά­τοχοι των μέσων παραγωγής και αντλούν υπεραξία από τους εργάτες... (βλ. σχετικά το κείμενο του Μ. Μαξίμοφ στο: Ιστορία και πραγματι­κότητα: διδάγματα της θεωρίας και της πρακτικής, Μόσχα, 1995). Οι πο­λιτικές δυνάμεις που αντιστέκονται στην κλιμάκωση της αντεπανάστασης είναι δυνάμεις οπισθοφυλακής ενός υπό αποσύνθεση κομμουνιστικού κι­νήματος. Οι δυνάμεις αυτές, ο κύριος και σχετικά συγκροτημένος όγκος των οποίων εκφράζεται με το ΚΚΡΟ, ασκούν μια πολιτική άμορφη, απροσ­διόριστη και χωρίς στρατηγική. Μια πολιτική τυφλή και επικίνδυνη, όχι μόνο και όχι τόσο λόγω υποκειμενι­κών αδυναμιών της ηγεσίας τους, αλ­λά λόγω του γεγονότος ότι δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί η κοινωνική βάση του επικείμενου επαναστατικού κινή­ματος της Ρωσίας.

Η αμηχανία που εκδηλώθηκε μετά την εντυπωσιακή άνοδο της αριστεράς στις εκλογές του Δεκεμβρίου, βαθμι­αία ξεπεράστηκε. Ανασχηματισμοί στην κυβέρνηση, με την αντικατάστα­ση του «μάγου» των ιδιωτικοποιήσε­ων Τσουμπάις και του υπουργού εξω­τερικών Κόζιρεφ, αλλαγές στην ρητο­ρεία της κυββέρνησης για επιβολή τά­ξης και «δικαίων» κανόνων του παι­γνιδιού, ήταν μερικές από τις πρώτες αντιδράσεις.

Μέχρι τώρα 94 ομάδες πρωτο­βουλίας προωθούν 79 υποψήφιους (!) για την προεδρία (16 Απριλίου λήγει η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτή­των). Ο πρώτος και ο μόνος που μέχρι στιγμής καταχωρείται ως υποψήφιος (έχοντας συγκεντρώσει με ευκολία 2,5 εκατομ. υπογραφές ενώ απαιτείται 1 εκατομ.) είναι ο Γκ. Ζιουγκάνοφ. Προβλέπεται ότι θα εκπληρώσουν τους προβλεπόμενους όρους το πολύ 10-15 υποψήφιοι.

Η επίσημη ανακοίνωση της υποψη­φιότητας του Γιέλτσιν συνοδεύθηκε από την ανακοίνωση ενός ακόμα εξι­λαστήριου θύματος: του διευθυντή της Πανρωσικής Κρατικής Ραδιοτηλεό­ρασης, πρώην υμνητή του προέδρου και νυν συγγγραφέα του βιβλίου «Έργα και ημέρες του Τσάρου Μπαρίς» (Μόσχα, 1995) Ο Ποπτσόφ. Τη θέση του πήρε ο μάλλον αυλοκόλακας Ε. Σαγκαλάεφ. Αυτό έδωσε και το έναυσμα για την έναρξη μιας πλύσης εγκεφάλων αντικομμουνιστικού και γιελτσινικού περιεχομένου από τα κύ­ρια ΜΜΕ. Ο ίδιος ο Γιέλτσιν έχει επι­δοθεί σ' ένα διαρκές δημαγωγικό θέα­μα. Μεταξύ των προεκλογικών πυρο­τεχνημάτων του είναι και η υπόσχεση να λύσει μέχρι 1ης Μαρτίου το πρό­βλημα της μη καταβολής των μισθών στους εργαζόμενους, «να τελειώσει» τον πόλεμο στην Τσετσενία μέχρι τον Μάιο, να καταπολεμήσει τον πληθω­ρισμό και την εξαθλίωση... Παρά το γεγονός ότι ο Γιέλτσιν είναι ουραγός στον κατάλογο της δημοτικότητας με­ταξύ των γνωστών υποψηφίων (5,4%) -μόνο ο Γκορμπατσόφ τον συναγωνί­ζεται με λιγότερο του 1%- η αντικομμουνιστική υστερία, η δημαγωγία, η πλύση εγκεφάλων και η κλιμακούμε­νη, όσο πλησιάζουν οι εκλογές, πόλω­ση θα ενισχύσουν τον Γιέλτσιν, συ­σπειρώνοντας (εκόντες και άκοντες) τους ποικιλόχρωμους αντικομμουνιστές σ' ένα ενιαίο μέτωπο. Σ' ένα μέ­τωπο που δεν θα συμπεριλάβει μόνο το κοινό των ομογάλακτων του Γιέλτσιν (π.χ. Γ. Γκαϊντάρ), τον κραυ­γαλέο φασίζοντα ρατσιστή Β. Ζιρινόφσκι, ο οποίος σε όλες τις κρίσιμες στιγμές (Βομβαρδισμοί Ανωτάτου Σο-βιέτ, προτάσεις μομφής κατά τη κυ­βέρνηση κλπ) στήριξε τον Γιέλτσιν, ενώ δήλωσε ρητά ότι θα τον υποστηρίξει στον δεύτερο γύρο των εκλογών, αλλά και τον μέχρι πρότινος εμπαθή εχθρό του εθνικιστή Ε. Λιμόνοφ.

Στο άλλο σττρατόπεδο η πόλωση οδηγεί σε σσυσπείρωση όλων των κομ­μάτων και κοινωνικο-πολιτικών κινη­μάτων σοσιαλιστικού προσανατολι­σμού όπως φαίνεται από τις αλλεπάλ­ληλες συσκέψεις και δηλώσεις των ηγετών τους με τη μεσολάβηση της Ένωσης Κομμουνιστικών Κομμάτων-ΚΚΣΕ. Ο πρόεδρος της τελευταί­ας έδωσε και το στίγμα του προγράμ­ματος του διαμορφούμενου συνασπι­σμού, το οποίο «πρέπει να είναι υπερ­κομματικό» για να μπορέσει να συ­σπειρώσει γύρω του «και την αριστερή αντιπολίτευση και τη λαϊκοπατριωτική αντιπολίτευση και το Κέντρο, ακό­μα και μέρος του δεξιού εκλογικού Σώματος», ώστε να συγκεντρώσει τις 34 εκατό μ. ψήφους που είναι απαραί­τητες για τη νίκη... Επικεφαλής αυτού του συνασπισσμού θα είναι ο υποψή­φιος του ΚΚΡΟ ο Γκ. Ζιουγκάνοφ, γε­γονός που επισφραγίσθηκε και με την υπογραφή συμφωνίας 30 και πλέον οργανώσεων (4/3/1996). Η απροσδιο­ριστία των ούτως ή άλλως αντιφατι­κών και ασαφών θέσεων του ΚΚΡΟ (εκλεκτική συρραφή σοσιαλδημοκρα­τικών, κομμουνιστικών και μεγαλο-κρατικών πατριωτικών θέσεων) θα εντείνεται στην πορεία προς τις εκλο­γές, ενώ έμφαση θα δίνεται στα εθνικο-ανεξαρτησιακά και «πατριωτικά» συνθήματα «παλλαϊκού και πανκρατικού χαρακτήρα». Ήδη ο Ζιουγκά­νοφ «δίνει εξετάσεις» στο διεθνές χρη­ματιστηριακόό κεφάλαιο (βλ. Νταβός), υπόσχεται αρωγή «στους εμπορευματοπαραγωγους των εγχώριων εμπορευματο-παραγωγών όλων των μορφών ιδιοκτησίας», αγορεύει για την τιμή της «ταπεινωμένης πατρί­δας», για την ορθολογία και προβάλ­λει ως κύριο σύνθημα το «Δικαιοσύνη, Ασφάλεια, Ανεξαρτησία» (Πράβντα, 17/2/96).

Σ' αυτές τις εκλογές δεν ψηφίζουν μόνο οι Ρώσοι, αλλά και ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός, οι ΗΠΑ και το ΔΝΤ. Το τελευταίο ψήφισε Γιέλτσιν παρέχο­ντας δάνειο 10,2 δισ. δολ. ΗΠΑ στον Τσερνομίρντιν (με το οποίο και με εκ­ποίηση του κρατικού αποθέματος χρυ­σού και πολυτίμων λίθων προτίθεται να υλοποιήσει δημαγωγικές προεκλο­γικές υποσχέσεις του), που έρχεται να προστεθεί στο ύψους 55 δισ. εξωτ. χρέος της Ρωσίας. Το δάνειο αυτό πα­ραχωρείται με δεσμευτικούς όρους που επιβάλλει ο διεθνής ιμπεριαλι­σμός στην όποια κυβέρνηση αναδεί­ξουν οι εκλογές. Οι όροι αυτοί προ­βλέπουν την ελεγχόμενη από το ΔΝΤ προώθηση των «μεταρρυθμίσεων», την κατάργηση των δασμών που επι­βάλλονται στο εξαγόμενο πετρέλαιο και φυσικό αέριο της Ρωσίας και τη σύνδεση του δανείου με την αποπλη­ρωμή και ανακλιμάκωση του συνολι­κού εξωτερικού χρέους, μέσω του επι­κείμενου προϋπολογισμού. Αντίστοι­χους όρους περιλαμβάνει και το «ξεπάγωμα» από τον Αλεν Ζυπέ του ύψους 1,5 δισ. γαλ. φράγκων δανείου και η παραχώρηση εξοπλισμού για την εξό­ρυξη πετρελαίου με τη μορφή δανείου ύψους 2,5 δισ. γαλ. φράγκων (Πρά­βντα 5/3/1996). Η «Δύση» ενεργοποιεί (ευέλικτα είτε άξεστα) όλα τα διαθέσιμα μέσα αποφυγής ανεξέλεγκτης μετε­κλογικής τροπής των γεγονότων. Αφ' ενός μεν επιχειρεί να αποστασιοποιη­θεί από την απροσχημάτιστη υποστή­ριξη μονοσήμαντα του Γιέλτσιν, αφ' ετέρου δε προβαίνει σε άκρως πολιτι­κοποιημένες και μεροληπτικές υπέρ του τελευταίου κινήσεις (δάνεια, επί­σκεψη Χ.Κολ κ.λπ.). Ταυτόχρονα προ­ωθεί και την «λεπτεπίλεπτη» στρα­τιωτική διπλωματία της προς Ανα­τολάς διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, ενώ ετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο. Στις «Οδηγίες στρατιωτικού σχεδιασμού» για τα οικονομικά έτη 1994-99 του Υπουργείου Αμυνας των ΗΠΑ, ως δυνητικός αντίπαλος στις δύο από τις 7 πιθανολογούμενες συρράξεις φέρε­ται η Ρωσία... Και όλα αυτά τη στιγμή που λόγω του μονομερούς αφοπλι­σμού και της συστηματικής καταστρο­φής (μέσω του προϋπολογισμού) ο στρατός της τελευταίας βρίσκεται σε συνθήκες διάλυσης (γεγονός που επι­βεβαιώνεται και από τις αλλεπάλληλες παταγώδεις αποτυχίες του στην Τσετσενία)...

Σε κάθε περίπτωση οι εκλογές αυ­τές επιφυλάσσουν πολλές εκπλήξεις, δεδομένου ότι η εκλογική συμπεριφο­ρά της πλειονότητας των ψηφοφόρων είναι εν πολλοίς απρόβλεπτη. Δημο­σκόπηση έδειξε ότι η άποψη των τε­λευταίων για τους πολιτικούς εκπρο­σώπους τους δεν είναι και τόσο ευνο­ϊκή. Κύριο χαρακτηριστικό τους θεω­ρούν τη δίψα για εξουσία ακόμα και με τα πιο βρώμικα μέσα (39%), θεω­ρούν ότι δεν σέβονται τον απλό πολί­τη (34%), καταστρατηγούν τους νό­μους (31%), είναι ιδιοτελείς (26%), χαρακτηρίζονται από μη επαγγελμα­τισμό (26%) και από ατιμία (24%) (Κομβομ. Πράβντα 23/1/1996). Η απροσδιοριστία των επικείμενων εκλογών επιτείνεται και λόγω του ότι σημαντικό ποσοστό ψηφοφόρων θα ψηφίσει με τυχαία, επιφανειακά και περιστασιακά κριτήρια της τελευταί­ας στιγμής, γεγονός που μπορεί να κα­ταστήσει το ρόλο του τυχαίου αποφα­σιστικό. Όλ' αυτά θα λειτουργήσουν με μεγαλύτερη ένταση στον δεύτερο γύρο (της αναμέτρησης των δύο πρώ­των υποψηφίων του πρώτου γύρου).

Γι' αυτούς τους λόγους δεξιά και αριστερά επιδιώκουν στα ανοίγματα τους να προσεταιρισθούν στον δεύτε­ρο γύρο τους ψηφοφόρους του λεγό­μενου Κέντρου εφ' όσον εξασφαλί­σουν αρραγή ενότητα των μετώπων τους. Στην αριστερά η πειθαναγκαστική εν πολλοίς υπαγωγή όλων στη λογι­κή της δράσης του ισχυρότερου κόμ­ματος της Ρωσίας, γίνεται πράξη. Πα­ρά το γεγονός ότι κάποια κόμματα και οργανώσεις δεν υπέγραψαν ακόμα την κοινή διακήρυξη το «αριστερό - πα­τριωτικό» οδεύει προς μιαν ενιαία γραμμή, με κύριο στόχο τη μέγιστη δυ­νατή διεύρυνση της εκλογικής του βά­σης. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται π.χ. και η πρόσφατα δηλωθείσα υπο­στήριξη του Ρουτσκόι (πρώην αντι­προέδρου της χώρας). Στο άλλο στρα­τόπεδο η κυνική δήλωση του Γιέλτσιν, αναφορικά με τους Γκαϊντάρ, Γιαβλίνσκι κλπ κατά την οποία όλοι οι «δημοκράτες» θα τον στηρίξουν («τι άλλο τους απομένει;») οδήγησε τον Γιαβλίνσκι σε κατηγορηματική απόρ­ριψη της συνεργασίας με τον απερχόμενο πρόεδρο, και σε αναζήτηση σαφέ­στερης προγραμματικής διαφοροποί­ησης. Αυτό βέβαια δεν αποκλείει την αλλαγή της στάσης του, όσο εντείνεται η πόλωση.

Τα παραπάνω αυξάνουν το ειδικό βάρος του λεγόμενου «κέντρου» όπως αυτό εκφράζεται αρχικά από την κοι­νή διακήρυξη των: Σβ. Φιόντοροφ, Α. Λέμπεντ, Σ. Γκάζιεφ και Σ. Γκοβορούχιν, οι οποίοι θέτουν ως στόχο «την αποτροπή του διχασμού της κοι­νωνίας σε εχθρικές τάξεις» και την έξοδο απ' την κρίση. Ο ρόλος του κέ­ντρου θα αυξηθεί με την πιθανή συνερ­γασία του Γιαβλίνσκι (ο οποίος μετά την διαφωνία του με τον Γκαϊντάρ επιχειρεί να επιδείξει ένα πρόσωπο «κεντροαριστερού»). Τυχόν συνασπι­σμός του «Κέντρου» με αυτή τη σύνθε­ση πιθανόν να αποσπάσει σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος, οι ψή­φοι του οποίου θα αποβούν πολύτιμοι για τον δεύτερο γύρο. Σε αυτά τα πλαίσια περαιτέρω ανοίγματα του Ζιουγκάνοφ προς το «Κέντρο» αλλά και προς ποικίλες κατευθύνσεις «πα­τριωτικών» και «Ορθοδόξων Χρι­στιανικών» δυνάμεων, πρέπει να θεω­ρούνται αναμενόμενα. Ιδιαίτερα καί­ριες και καταλυτικές για τις περαιτέ­ρω εξελίξεις ήταν οι αποφάσεις που έλαβε η κρατική Δούμα (κάτω βουλή) με πρωτοβουλία των κοινοβουλευτι­κών ομάδων του ΚΚΡΟ, της «Λαϊκής εξουσίας» (Ναροντοβλάστιγιε) και του Αγροτικού κόμματος. Οι αποφά­σεις αυτές τάσσονται υπέρ της εμβά­θυνσης της ενοποίησης των λαών που είχαν δημιουργήσει την ΕΣΣΔ, κηρύσ­σοντας άκυρη τη συμφωνία του Μπελοβέσκ (για τη διάλυση της ΕΣΣΔ) και αναγνωρίζοντας ως ισχύουσα τη λα­ϊκή ετυμηγορία που εκφράστηκε υπέρ της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στο δημοψήφισμα του 1991. Οι αποφάσεις αυτές δεν ήταν καιροσκοπικού χαρακτήρα, πό­σο μάλλον δε δεν ήταν «ιμπεριαλιστι­κού χαρακτήρα κινήσεις της αστικής τάξης της Ρωσίας», παρά τις περιέρ­γως ταυτόσημες με τις τοποθετήσεις του γιελτσινικού καθεστώτος και του ΝΑΤΟ εκτιμήσεις ορισμένων (νέο-) αριστερών (βλ. Πριν, 17/3/96). Οι απο­φάσεις αυτές απηχούν τις διάχυτες μαζικές διαθέσεις (60-70% δίνουν όλες οι δημοσκοπήσεις στην ιδέα της ανασύστασης της ΕΣΣΔ μεταξύ των Ρώσων πολιτο')ν, ενώ θερμή υποστήρι­ξη εκδηλώνουν μέχρι και με διαδηλώ­σεις, όπως π.χ. στη Γεωργία, στο Κα-ζαχστάν κ.ά., οι απλοί πολίτες των τέ­ως ενωσιακών δημοκρατιών). Οι εν λόγω αποφάσεις χάρισαν στην αριστε­ρά την πρωτοβουλία των κινήσεων στο προεκλογικό παιχνίδι, αποκαλύ­πτοντας τον πραξικοπηματικό χαρα­κτήρα του αντεπαναστατικού καθε­στώτος. Δεν έχουν το χαρακτήρα πρα­ξικοπηματικής και πειθαναγκαστικής προσάρτησης των τέως ενωσιακών δη­μοκρατιών σε μια νέα «ολοκληρωτική αυτοκρατορία», όποος προβάλλει η λυσσαλέα αντίδραση της Ρωσίας, οι ελίτ των δημοκρατιών και κυρίως ο διεθνής ιμπεριαλισμός, αλλά δηλώ­νουν τη δυνατότητα και ετοιμότητα για μια νέα ένωση σε εθελοντική βάση, ως όρο διάσωσης της οικονομίας και επιβίωσης της κοινωνίας.

Το αντεπανααστατικό καθεστώς αντιδρά σπασσμωδικά και υστερικά. Η αντεπαναστατική ηγεσία έχει εξαπο­λύσει νέα εκστρατεία αντικομμουνιστικής πλύσης εγκεφάλων, διαστρε­βλώνοντας και κατασυκοφαντώντας τις αποφάσεις της Δούμας από τα ΜΜΕ και απεργάζεται νέα δικτατορι­κά σενάρια (ματαίωση των εκλογών, παράταση της θητείας του Γιέλτσιν με «συνταγματικό πραξικόπημα», ευρεί­ας κλίμακας καλπονοθείες κ.λπ.) Ο Μπελιάεφ (εκ των ηγετών του κόμμα­τος «Οίκος μας η Ρωσία») δήλωσε ότι «σε κάθε περίπτωση δεν θα δώσουμε την εξουσία», ενώ η «Άνω Βουλή» (Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, όργανο διορισμένων αυλικών του καθεστώ­τος) έχει επιδοθεί σε εμφυλιοπολεμικό αγώνα, απειλώντας τη Δούμα με μα­ταίωση των εκλογών, αν δεν ανακαλέ­σει τις αποφάσεις της.

Αν λάβουμε υπ' όψιν τα παραπάνω είναι προφανές ότι τυχόν νέα και με­γαλύτερη νίκη αυτής της αριστεράς σε αυτή την συγκυρία θα είναι άκρως επικίνδυνη. Σε αυτή την περίπτωση τί­ποτε δεν μας εγγυάται ότι το καθεστώς Γιέλτσιν θα παραδώσει ομαλά την εξουσία. Και τότε η δικτατορία της κεφαλαιοκρατικής παλινόρθωσης θα αποβάλει κάθε περίβλημα δημοκρατι­κότητας και νομιμότητας. Αλλά ακόμα και αν η διααδοχή πραγματοποιηθεί ομαλά (σε περίπτωση νίκης της αριστεράς) η πορεία της οπισθοφυλακής του κομμουνιστικού κινήματος της Ρω­σίας προς περαιτέρω εκφυλισμό και εξευτελισμό του κομμουνισμού μέσω της διαχείρισης μιας ανεξέλεγκτης συγκυρίας, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιη. Σε περίπτωση ήττας της αρι­στεράς η περαιτέρω κλιμάκωση της αντεπανάστασης θα προωθηθεί εντατι­κότερα αλλά με κάποια στοιχεία δημοκρατικοφανούς νομιμότητας.

Η αντεπανάστταση, αν δεν οδηγεί σε φυσική αυτο-εξόντωση την κοινωνία στην οποία πραγματοποιείται συνιστά κατά κάποιο τρόπο, τοπικό, επί μέ­ρους πισωγύρισμα της ιστορίας ενώ διατηρείται η γενική νομοτελειακή κί­νηση της ανθρωπότητας προς τα εμπρός. Σε συνθήκες ανολοκλήρωτηςς κεφαλαιοκρατικής παλινόρθωσης καα­θήκον των κομμουνιστών είναι η πρροε­τοιμασία των προϋποθέσεων της επιι­κείμενης διεξόδου της κοινωνίας προς το ανώτερο επίπεδο της ανάπτυξης της (βλ. σχετικά το προαναφερθέν κείμενο του Μ. Μαξίμοφ). Και εφ' όσον οι προϋποθέσεις αυτές γίνονται ολοένα και βαθύτερα παγκόσμιες, η επαναστα­τική ανατροπή της αντεπανάστασης στην τ. ΕΣΣΔ είναι υπόθεση του επι­κείμενου οργανικά διεθνιστικού πα­γκόσμιου επαναστατικού κινήματος.

20 Μαρτίου 1996

1