Η μετατροπή της παγκόσμιας ιστορίας σε γενική ιστορία, η οποία αρχίζει ήδη με την ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας στον καπιταλισμό και ολοκληρώνεται οριστικά στον κομμουνιστικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, υποδηλώνει στην πραγματικότητα τη φάση της ωρίμανσης της κοινωνίας σαν «οργανικού» όλου.
Στον τομέα της μεθοδολογικής έρευνας της κοινωνίας, αυτό επιβάλλει τη συνεχή μετατόπιση του κέντρου βάρους της μελέτης στην εφαρμογή της μεθόδου ανέλιξης από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, διότι η μέθοδος αυτή υπερτερεί κατά την απεικόνιση του ώριμου «οργανικού» όλου.
Η κοινωνία σαν «οργανικό» όλο είναι η πραγματική ιστορία της ανθρωπότητας, σε αντιδιαστολή με την προϊστορία της, είναι ο κομμουνιστικός κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός. Συνεπώς, όταν ζητάμε να χαρακτηρίσουμε την κοινωνία σαν «οργανικό» όλο με τη βοήθεια μιας λογικής μεθόδου, δηλαδή της μεθόδου ανέλιξης από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, σημαίνει ότι πρέπει να δύσουμε το χαρακτηρισμό αυτού του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού στην εσωτερική (όπως επίσης και στην εξωτερική) αλληλοσύνδεση, αλληλεπίδραση των πλευρών του, στη διαδικασία της εξέλιξης του.
Από την άποψη αυτή, δεν είναι τυχαίο που η προσπάθεια μας να δείξουμε ότι η κοινωνία αποτελεί ένα «οργανικό» όλο συμπίπτει ταυτόχρονα με το χαρακτηρισμό του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού. Έτσι, στην ανάλυση μας, αρχίσαμε για παράδειγμα, με την εξέταση των αναγκών του ανθρώπου, οι οποίες καθορίζονται από τη σωματική του οργάνωση και μετά περάσαμε στο χαρακτηρισμό της παραγωγής. Στη συνέχεια, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ξαναγυρίσαμε στην εξέταση του ατόμου και των αναγκών του, όμως σ' αυτή τη φάση της ανάλυσης μας εξετάσαμε το άτομο στην παραγωγική του σχέση με τη φύση και στην καθορισμένη θέση που καταλαμβάνει στο σύνολο των παραγωγικών σχέσεων. Μ' άλλα λόγια, καταλήξαμε στην έννοια του ανθρώπου, ορίζοντας τον όχι μόνο σαν άτομο αλλά και σαν προσωπικότητα. Ο άνθρωπος σαν προσωπικότητα είναι το άτομο, στο οποίο διαθλάται ατομικά η κοινωνική σχέση, για την οποία η διατήρηση της φυσικής ύπαρξης του ανθρώπου είναι ζήτημα δευτερεύουσας σημασίας σε σύγκριση με την ανάγκη της αυτοανάπτυξης του εαυτού του, πρώτα και κύρια, σαν κοινωνικό ον, σαν προσωπικότητα (Η ανάπτυξη βέβαια του ανθρώπου σαν ατόμου είναι αναγκαία, συνολικά όμως αποτελεί δευτερεύουσα πλευρά της διαδικασίας αυτοανάπτυξης του σαν προσωπικότητας). Παράλληλα μ' αυτό, η αυτοανάπτυξη του καθενός σαν προσωπικότητας είναι αναγκαία συνθήκη αυτοανάπτυξης της προσωπικότητας όλων των άλλων ανθρώπων και αντίστροφα.
Συνεπώς, διαπιστώνουμε ότι, χαρακτηρίζοντας την κοινωνία σαν «οργανικό» όλο, καταλήξαμε ουσιαστικά στην εξέταση του βασικού σκοπού της κομμουνιστικής κοινωνίας. Η επεξεργασία μιας μεθοδικής προσέγγισης της κοινωνίας σαν «οργανικού» όλου, η επεξεργασία, μ' άλλα λόγια, ενός συνολικού τρόπου προσέγγισης της κοινωνίας είναι εξαιρετικά επίκαιρη σήμερα για τη διερεύνηση ολόκληρου του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού και για την πρακτική της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Μια τέτια προσέγγιση δίνει τη δυνατότητα να εξηγηθούν βαθύτερα διάφορες κοινωνικές διεργασίες και φαινόμενα, αποτελεί τη μεθοδολογική βάση για την τελειοποίηση της διεύθυνσης της διαδικασίας ανάπτυξης της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Ο σχεδιασμός και η διεύθυνση της ανάπτυξης ολόκληρης της ζωής στη σοσιαλιστική κοινωνία προϋποθέτουν, κατ' ανάγκη, τη γνώση όλων των πλευρών και τομέων της κοινωνικής ζωής στην αλληλοσυνάφεια, στην αλληλεπίδραση, στη λειτουργικότητα, στην εξέλιξη τους, συνεπώς προϋποθέτουν μια συνολική θεωρητική εξέταση της κοινωνικής εξέλιξης.
Ο κομμουνισμός (συμπεριλαμβανομένου και του σοσιαλισμού σαν της πρώτης φάσης του) είναι η πραγματική ιστορία της ανθρωπότητας σαν το αποτέλεσμα της εξέλιξης, η άρνηση της άρνησης της προηγούμενης ιστορίας.
Η ιστορία της ανθρωπότητας, αν διακρίνουμε την κύρια, τη βασική κατεύθυνση της ανάπτυξης της, πραγματώνεται με ελικοειδή μορφή.
Αφετηριακό σημείο της ιστορίας ήταν η διαμόρφωση των ιστορικών προϋποθέσεων εμφάνισης της ανθρωπότητας στα σπλάχνα της φύσης καθώς και η πρωταρχική εμφάνιση της ανθρωπότητας. Σ' αυτή τη φάση υπάρχει άμεση ενότητα του νεοεμφανιζόμενου ανθρώπου, της κοινωνίας και της φύσης (σωστότερα, υπάρχει ταυτότητα, ενότητα στη διαφορά).
Αρχικά αξιοποιούνται αντικείμενα χρήσης που συναντώνται στη φύση σε έτοιμη μορφή, ενώ ταυτόχρονα κατασκευάζονται εργαλεία για τη συλλογή τους. Τα αντικείμενα χρήσης κύρια ανευρίσκονται, συλλέγονται και δεν παράγονται. Παράλληλα μ' αυτό όμως, ο άνθρωπος αρχίζει κιόλας να παράγει εργαλεία ανεύρεσης και συλλογής ειδών διατροφής. Όμως, πάνω απ' όλα, χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα των φυσικών διεργασιών, οι οποίες διεξάγονται χωρίς τη δική του παρέμβαση, δηλαδή εκμεταλλεύεται αυτά καθαυτά τα φυσικά προτσές, όπως είναι.
Οι δεσμοί των ατόμων μεταξύ τους αποτελούν φυσικούς κύρια δεσμούς οι οποίοι σχηματίστηκαν με φυσικό τρόπο. Η εμφανιζόμενη παραγωγή συμβάλλει απλά στη σταθεροποίηση τους, οδηγεί δηλαδή στη δημιουργία ομάδων, όπου οι σχέσεις ανάμεσα στα άτομα στηρίζονται στη βάση των αναγκών της αναπαραγωγής του είδους τους. Οι παραγωγικές σχέσεις αρχικά διαμορφώνονται με τη μορφή των συγγενικών σχέσεων, χωρίς όμως να ανάγονται πλήρως σ' αυτές. Αυτό σημαίνει πως οι παραγωγικές σχέσεις παρουσιάζονται με τη μορφή των φυσικών σχέσεων και, ως ένα βαθμό, συνυπάρχουν ενιαία μ' αυτές.
Στο βαθμό που η παραγωγή των αντικειμένων χρήσης σταθεροποιείται[19], δυναμώνει συνεχώς η διαφορά ανάμεσα στις σχέσεις αναπαραγωγής και στις παραγωγικές σχέσεις, συνεπώς, ανάμεσα στο γένος και στην κοινότητα. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι το ιστορικό προβάδισμα της κοινότητας σε σύγκριση με το γένος. Στη διαφορά γένους - κοινότητας εκδηλώνονται οι διαφορές φυσικών δεσμών και παραγωγικών σχέσεων. Όμως, οι συγγενικοί δεσμοί δεν είναι καθαρά φυσικοί δεσμοί (είναι φυσικοί δεσμοί, οι οποίοι αποκρυσταλλώνονται, σταθεροποιούνται κάτω από την επίδραση της αναδυόμενης παραγωγής), αλλά δεν είναι και καθαρά κοινωνικοί δεσμοί (η κοινότητα πάντοτε, ακόμα και με διαμεσολαβημένη, έμμεση και τροποποιημένη μορφή, προϋποθέτει διάφορους συγγενικούς δεσμούς). Η κοινότητα φτάνει στην κλασικά αναπτυγμένη της μορφή με τη μετάβαση από την κτηνοτροφία στη γεωργία. Όμως η μετάβαση αυτή υποδηλώνει ταυτόχρονα ότι η κοινότητα κατάκτησε την ανώτατη ανάπτυξη της και μαζί μ' αυτό μπαίνει στην αντίστροφη διαδικασία της αποσύνθεσης της (με τη μετάβαση από την κτηνοτροφία στη γεωργία δημιουργείται, για πρώτη φορά, η δυνατότητα σταθερής παραγωγής υπερπροϊόντος και αρχίζει η εεμφάνιση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας).
Στην ουσία, η κοινωνία, η ανθρωπότητα περιορίζεται για τον άνθρωπο του πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος στις διαστάσεις της κοινοτικής του ομάδας. Εκτός των άλλων, σ' αυτή τη φάση ο άνθρωπος δεν είναι ακόμα σε θέση να ξεχωρίσει τον εαυτό του από τον κόσμο που τον περιβάλλει.
Στο σημείο αυτό θα ήταν σκόπιμο, να παραθέσουμε ένα θαυμάσιο απόσπασμα από τη σκέψη του Μαρξ που, κατά τη γνώμη μας, τηρουμένων των αναλογιών μπορεί να αναφέρεται σ' αυτό το στάδιο ανάπτυξης της ανθρωπότητας: «Στην άμεση σχέση των ιδιοκτητών των όρων παραγωγής με τους άμεσους παραγωγούς - μια σχέση, που κάθε φορά μια συγκεκριμένη της μορφή ανταποκρίνεται πάντα με φυσικότητα σε μια καθορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης του τρόπου δουλειάς, και συνεπώς, και στην κοινωνική παραγωγική της δύναμη - βρίσκουμε το ενδότατο μυστικό, την κρυμμένη βάση όλης της κοινωνικής συγκρότησης»[20]. Φυσικά, τονίζουμε, ότι πρέπει να παρθεί υπόψη η πολύ μεγάλη ιδιομορφία αυτού τοου σταδίου.
Η ιδιοκτησία πάνω στις συνθήκες παραγωγής, ακριβώς με την έννοια της ιδιοκτησίας, σε αντιδιαστολή με την κατοχή ή τη χρήση, καθώς και σαν αυτόνομη κοινωνική σχέση, σε αντιδιαστολή με τους φυσικούς δεσμούς, αρχίζει για πρώτη φορά να διαμορφώνεται στα πλαίσια της κοινότητας. Αυτή η κοινωνική σχέση εξακολουθεί να υπάρχει στην κοινότητα σαν φυσικό «φως» και δεν έχει ακόμα αποσπαστεί οριστικά από τους αυστηρά φυσικούς δεσμούς. Πραγματικά, η κοινοτική ιδιοκτησία, είτε ανήκει στους κτηνοτρόφους είτε στους γεωργούς, προϋποθέτει πάνω απ' όλα την ιδιοκτησία πάνω στη γη. Όμως, η γη είναι κάτι το δοσμένο από τη φύση σε έτοιμη μορφή, είναι ένα μη παραγμένο μέσο παραγωγής[21].
Στο βαθμό που η γη χρησιμοποιείται σαν μέσο παραγωγής, η σχέση του ανθρώπου προς τη φύση διαμεσολαβείται και συνεπώς οι άνθρωποι ξεχωρίζουν τους εαυτούς τους από τη φύση, συνειδητοποιούν τη διαφορά τους από τη φύση. Επειδή όμως η γη αποτελεί μη παραγμένο μέσο παραγωγής, αλλά παίρνεται από τη φύση σε έτοιμη μορφή, στον ίδιο βαθμό, η σχέση των ανθρώπων με τη φύση είναι άμεση, οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τη φύση όπως το δικό τους ανόργανο σώμα (σύμφωνα με τους όρους του ίδιου του Μαρξ), δηλαδή, δεν ξεχωρίζουν τους εαυτούς τους από τη γη και κάθε τι άλλο που υπάρχει σ' αυτή (πέτρες, δέντρα, ποτάμια, κλπ.). Από την τελευταία αυτή άποψη, η κοινωνική σχέση δεν εισχώρησε ακόμα στην παραγωγική σχέση ανθρώπου - φύσης.
Πέρα απ' αυτό όμως ο ίδιος ο άνθρωπος είναι τώρα ιδιοκτήτης με την ιδιότητα του μέλους της κοινότητας, δηλαδή, της πρωταρχικά κατά φυσικό τρόπο δομημένης ομάδας, στην οποία οι φυσικοί δεσμοί που υπάρχουν, με διάφορες πάντα μορφές, αποτελούν το αδιάρρηκτο στοιχείο των κοινωνικών σχέσεων.
Συνεπώς, η σχέση ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας διαμεσολαβείται από την παραγωγή και είναι δοσμένη σαν κάτι φυσικό. Όσο τώρα η γη, σαν μη αναπαραγόμενο μέσο παραγωγής, παίζει το ρόλο του αποφασιστικού μέσου παραγωγής, διατηρείται η βάση που, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, διαμορφώνει μια σχέση του ανθρώπου προς το περιβάλλον του ίδια με τη σχέση με το ανόργανο σσώμα του. Διότι «η πραγματική ιδιοποίηση διαμέσου της εργασιακής διαδικασίας εκδηλώνεται όταν υπάρχουν τέτοιες προϋποθέσεις, που ενώ οι ίδιες δεν αποτελούν προϊόν της εργασίας, φαίνονται ωστόσο σαν φυσικές ή θεϊκές προϋποθέσεις της»[22].
Μ' αυτή την έννοια, οι άνθρωποι είναι ακόμα άμεσα ενωμένοι με τη φύση· αντικειμενικός σκοπός αυτού του συστήματος είναι η διατήρηση της ζωής του ανθρώπου σαν μέλους της κοινότητας.
Το επόμενο στάδιο ανάπτυξης της ανθρωπότητας αποτελεί άρνηση του προηγούμενου.
Η μετάβαση στην κτηνοτροφία και τη γεωργία υποδηλώνει την εξέλιξη της κοινότητας, ενώ σηματοδοτεί παράλληλα την έναρξη της μακρόχρονης ιστορίας της αποσύνθεσης της, που διέρχεται μέσα από πολλές εποχές. Αναπτύσσεται η ιδιωτική ιδιοκτησία· η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων αρνείται το προηγούμενο επίπεδο και τον προηγούμενο χαρακτήρα της ανάπτυξης τους: δημιουργείται η δυνατότητα σταθερής παραγωγής των μέσων διαβίωσης πέρα από το απόλυτα αναγκαίο για τη φυσική επιβίωση του ανθρώπου, εμφανίζεται ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, ενώ στην προηγούμενη βαθμίδα ανάπτυξης υπερτερούσε ο καταμερισμός της εργασίας στη βάση των φυσικών διαφορών (φύλο, ηλικία, ατομικές φυσικές ιδιαιτερότητες). Η τελειοποίηση των μέσων εργασίας, που τα χρησιμοποιούσαν σε ατομική βάση, αποτέλεσε το πλαίσιο για την ανάπτυξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.
Η ιδιωτική ιδιοκτησία αναπτύχθηκε μέσα από το μετασχηματισμό της κοινοτικής ιδιοκτησίας και συνεπώς, σ' όλες τις φάσεις αυτού του μετασχηματισμού, με διάφορους τρόπους και μορφές, προϋπόθετε την ύπαρξη της κοινοτικής ιδιοκτησίας.
Με την ανάπτυξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας εμφανίζονται οι ανταγωνιστικές τάξεις, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, η οποία, στο βαθμό που δεν περιοριζόταν στην τυχαία υφαρπαγή του πλεονάσματος, αλλά έπαιρνε σταθερό χαρακτήρα και κατακτούσε την ίδια τη διαδικασία της παραγωγής, έπρεπε κατ' ανάγκη να επεκταθεί και στην ιδιοποίηση του άλλου ανθρώπου σαν αντικειμενική συνθήκη παραγωγής. Όμως η οικονομική ιδιοποίηση του ανθρώπου σαν αντικειμενική συνθήκη της παραγωγής ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί χωρίς την προηγούμενη υποταγή της βούλησης του, χωρίς την άσκηση βίας πάνω του, χωρίς την προηγούμενη εγκαθίδρυση σχέσεων επιβολής και καταναγκασμού. Μια παρόμοια εκμετάλλευση του ανθρώπου απαιτεί αναπόφευκτα την ύπαρξη ενός λίγο ή πολύ μόνιμου και άμεσου πολιτικού εξαναγκασμού και 8ίας, και αναπόφευκτα γεννά μια παρόμοια μορφή βίας, δηλαδή, οι οικονομικές παραγωγικές σχέσεις παρουσιάζονται άμεσα σαν πολιτικές σχέσεις, εμφανίζονται σ' ενότητα με τις πολιτικές σχέσεις.
Έτσι έχουν τα πράγματα σ' όλες τις περιπτώσεις και όσο η γη, σαν μέσο παραγωγής που δεν αναπαράγεται, παίζει αποφασιστικό ρόλο στην παραγωγή και όσο η ιδιωτική ιδιοκτησία δεν έχει ακόμα αποσυνθέσει οριστικά την κοινοτική ιδιοκτησία, δηλαδή, εκείνη την κατάσταση που είναι χαρακτηριστική για τη δουλοκτητική και τη φεουδαρχική κοινωνία.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία σ' αυτές τις κοινωνίες δεν μετασχημάτισε τελείως την παραδοσιακή βάση (τη σχέση των ανθρώπων προς τα μέσα παραγωγής και τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους - σχέσεις που χαρακτηρίζουν το προηγούμενο στάδιο), η βάση διαίρεσης αυτού του σταδίου της ιστορίας της ανθρωπόττητας σε μεγάλες περιόδους, έμελλε να είναι οι βαθμίδες, οι φάσεις ανάπτυξης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και όχι οι μορφές της κοινοτικής ιδιοκτησίας. Γιατί συνέβη αυτό; Διότι, πρώτ' απ' όλα η σχέση απέναντι στη γη σαν μη παραγμένο μέσο παραγωγής και η κοινότητα στο στάδιο αυτό γενικά και συνολικά αποσυντίθενται και πρωτεύων παράγοντας ανάπτυξης της κοοινωνίας γίνεται η τελειοποίηση των μέσων εργασίας και μάλιστα, κατά κύριο λόγο, τέτοιων μέσων εργασίας, τα οποία για πολύ καιρό μπαίνουν σε λειτουργία ατομικά.
Το ανώτατο σημείο ανάπτυξης της άρνησης του προηγούμενου σταδίου κορυφώνεται στα πλαίσια του καπιταλισμού.
Καθώς αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις, τα παραγόμενα μέσα παραγωγής αρχίζουν να παίζουν συνεχώς έναν μεγαλύτερο ρόλο στην παραγωγή. Αρχικά, πρόκειται κύρια για μέσα παραγωγής που μπαίνουν σ' εφαρμογή ατομικά. Αντίστοιχα μ' αυτό, αναπτύσσεται η ιδιοκτησία, η οποία ανήκει σ' επιμέρους άτομα και η οποία βασίζεται στην ίδια την εργασία τους. (Φυσικά, δεν παρατηρείται πλήρης εξαφάνιση των χαρακτηριστικών του προηγούμενου σταδίου. Σαν τέτοιο παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί η μεσαιωνική οργάνωση των βιοτεχνών στις πόλεις). Όσο αναπτύσσεται αυτή η ιδιοκτησία, τόσο περισσότερο ο δεσμός των ατόμων στην παραγωγή πραγματοποιείται με τη βοήθεια της ανταλλαγής των προϊόντων των μεμονωμένων ατομικών παραγωγών. Μια τέτοια ανταλλαγή σημαίνει ταυτόχρονα και διεύρυνση της αγοράς, αύξηση της πολυμορφίας των αναγκών, γεγονός που οδηγεί στην αύξηση της παραγωγής, στην επέκταση της, στην καταστροφή και χρεοκοπία των μεν και στη συγκέντρωση των μέσων παραγωγής στους δε, που οδηγεί τέλος στο διαχωρισμό των μέσων, παραγωγής από τους ίδιους τους παραγωγούς (Ας σημειωθεί ότι αναφερόμαστε στην κύρια τάση εκδήλωσης αυτών των φαινομένων και μάλιστα στη γενική της μορφή).
Τα παραγόμενα μέσα παραγωγής αποκτούν τώρα έναν αποφασιστικό ρόλο στη διαδικασία της παραγωγής. Αυτό το στοιχείο, μαζί με τον ποιοτικά νέο τρόπο διασύνδεσης των παραγωγών διαμέσου της ανταλλαγής των προϊόντων της εργασίας, αποτελούν τη βάση διαχωρισμού των κοινωνικών σχέσεων από τους φυσικούς δεσμούς, του διαχωρισμού του ανθρώπου από τη φύση και μάλιστα ενός διαχωρισμού, που ποιοτικά βρίσκεται σε ένα άλλο επίπεδο, σε σύγκριση με το στάδιο της κυριαρχίας της κοινοτικής μορφής ιδιοκτησίας. Όμως, ταυτόχρονα, ο διαχωρισμός αυτός δεν υλοποιείται οριστικά.
Πραγματικά, ο αποφασιστικός ρόλος των παραγόμενων μέσων παραγωγής υποδηλώνει ότι η σχέση του παραγωγού προς τα μέσα παραγωγής, στο επίπεδο της κοινωνίας συνολικά, διαμεσολαβείται από την εργασία· γι' αυτό, εξαλείφεται η βασική αιτία εκτόπισης του παραγωγοού στις αντικειμενικές συνθήκες παραγωγής, η βασική αιτία ταύτισης του ανθρώπου με τα μέσα παραγωγής.
Όμως, η διαφορά ανθρώπου-φύσης, ακόμα και στις συνθήκες της ανώτατης ανάπτυξης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα πλαίσια του καπιταλισμού, δεν κορυφώνεται, από τη μια, ενώ από την άλλη, παίρνει τη μορφή της διάστασης, της ρήξης. Η διαφορά ανθρώπου-φύσης δεν κορυφώνεται, διότι οι άνθρωποι στη διαδικασία της παραγωγής, συνδέονται μονάχα διαμέσου της ανταλλαγής πραγμάτων, προϊόντων εργασίας, και γι' αυτόν το λόγο, οι παραγωγοί εμφανίζονται σαν παραγόμενα πράγματα, σαν προϊόντα εργασίας και με τη μορφή αυτή αγοράζονται και πουλιούνται (Αντικείμενο εργασίας δεν είναι το σώμα του ανθρώπου αυτό καθαυτό, αλλά η ικανότητα του για εργασία).
Η διαφορά ανθρώπου - φύσης στις συνθήκες της ιδιωτικής ιδιοκτησίας παίρνει το χαρακτήρα της ρήξης ανάμεσα τους, η οποία αναπτύσσεται σε μέγιστο βαθμό στον καπιταλισμό. Η φύση, με την ιδιότητα των συνθηκκών παραγωγής, αντιπαρατίθεται εχθρικά στον εργαζόμενο, ο οποίος στερείται μέσων παραγωγής, ενώ οι κάτοχοι της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής επιδιώκουν να την χρησιμοποιούν για την εξυπηρέτηση των στενών, ιδιοτελών τους συμφερόντων. Στις συνθήκες της κυριαρχίας της ιδιωτικής ιδιοκτησίας υπερτερεί η προσπάθεια υποδούλωσης και επιβολής του ανθρώπου πάνω στη φύση. Η προσπάθεια αυτή ενσωματώνει μέσα της δύο τάσεις: από τη μια, είναι ένας σκόπιμος μετασχηματισμός της φύσης προς μια χρήσιμη για τους ανθρώπους κατεύθυνση, ενώ από την άλλη αποτελεί βιασμό της φύσης, η οποία στην περίπτωση αυτή κατάντησε να μοιάζει με το δούλο, που κανείς δεν τον παίρνει υπόψη του αλλά εκμεταλλεύεται αλύπητα τις δυνάμεις του. Στην περίπτωση που οι παραγωγικές δυνάμεις αναπτυχθούν τόσο πολύ, ώστε οι άνθρωποι να είναι σε θέση να υποτάξουν ολόκληρο το γήινο φυσικό περιβάλλον, αρχίζει η σύγκρουση ανθρώπου - φύσης, η οικολογική κρίση, η οποία απειλεί την ίδια την ύπαρξη της ανθρωπότητας. Στις συνθήκες εμφάνισης και ανάπτυξης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας εμφανίζεται και αναπτύσσεται αντίστοιχα η ρήξη ανάμεσα στους ανθρώπους και στις παραγόμενες απ' αυτούς κοινωνικές δυνάμεις· στα πλαίσια του καπιταλισμού η ρήξη αυτή παίρνει την ανώτατη ανάπτυξη της. Οι δυνάμεις αλληλεπίδρασης των ανθρώπων αντιστρατεύονται ολοένα και περισσότερο τους ίδιους τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι αποκομμένοι ο ένας από τον άλλο, εξαιτίας της ιδιωτικής ιδιοκτησίας· διευρύνεται και βαθαίνει η ρήξη και η αντίφαση ανάμεσα στις τάξεις, ανάμεσα στον άνθρωπο και την κοινωνία, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, σαν παράδειγμα, την αναρχία της παραγωγής, τις οικονομικές κρίσεις, σαν έκφραση της αυθόρμητης, της στοιχειακής δράσης των κοινωνικών δυνάμεων στη φάση αυτή της ιστορικής εξέλιξης.
Στους κόλπους του καπιταλισμού και σαν προϊόν της αναγκαίας του ανάπτυξης, διαμορφώνονται υλικές και πνευματικές προϋποθέσεις κατάργησης του καπιταλισμού και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας γενικά.
Κυριότερη υλική προϋπόθεση κατάργησης του καπιταλισμού και ολόκληρης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας αποτελεί το γεγονός ότι τα παραγόμενα μέσα παραγωγής, αφού απόκτησαν αποφασιστικό χαρακτήρα, παίρνουν κοινωνικοποιημένη διάσταση. Ο συνεταιριστικός σε τελευταία ανάλυση, κοινωνικός χαρακτήρας των μέσων παραγωγής γίνεται τεχνικά αναγκαίος σ' αυτό το στάδιο της παραγωγής, όταν η παραγωγή μετατρέπεται σε παραγωγή μηχανών: οι μηχανές, και ιδιαίτερα το σύστημα των μηχανών, κατασκευάζονται και διευθύνονται συλλογικά
Ταυτόχρονα όμως μ' αυτή τη διαπίστωση, αν μέχρι το στάδιο εμφάνισης της βαριάς Βιομηχανίας οι διάφορες τεχνικές δομές της παραγωγικής διαδικασίας προσεγγίζονταν με εμπειρικό τρόπο, με την έξοδο της βαριάς βιομηχανίας στο προσκήνιο της παραγωγικής διαδικασίας, η κατάσταση άλλαξε απότομα, διότι τώρα οι τεχνικές της δομές ανακαλύπτονται με θεωρητικό τρόπο, γεγονός που είχε και έχει τεράστια σημασία για την ανάπτυξη και την ίδια την ύπαρξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας[23]. Στη φάση ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας, δεν είναι η άμεση εργασία που αποκτά πρωταρχική σημασία, αλλά η τεχνολογική εφαρμογή των φυσικών επιστημών και αυτή η γενική παραγωγική δύναμη «η οποία αναπτύσσεται από την κοινωνική διαίρεση της εργασίας στη συνολική παραγωγή και εμφανίζεται σαν φυσικό δώρο της κοινωνικής εργασίας - αν και είναι ιστορικό προϊόν»[24]. Η ουσία όμως του κεφαλαίου είναι η παραγωγή της υπεραξίας και η υπεραξία δημιουργείται από την άμεση ζωντανή εργασία. Συνεπώς το κεφάλαιο, αναπτύσσοντας τη βαριά βιομηχανία, προετοιμάζει συγχρόνως και τις συνθήκες της ίδιας της αποσύνθεσης του, τις προϋποθέσεις της μελλοντικής κομμουνιστικής κοινωνίας.
Ο κομμουνισμός αποτελεί άρνηση της άρνησης.
Η σοσιαλιστική επανάσταση αποτελεί την αρχή της ενότητας ανάμεσα στον άνθρωπο, την κοινωνία και τη φύση, ανάμεσα στον άνθρωπο και την κοινωνία. Μ' αυτή την έννοια, δημιουργείται η εντύπωση ότι επιστρέφουμε στην πρωταρχική ενότητα με τη φύση. Η νέα όμως αυτή ενότητα περικλείει μέσα της όλα τα θετικά στοιχεία της ιστορικής εξέλιξης που επιτεύχθηκαν στο στάδιο της πρώτης άρνησης. Οι άνθρωποι εξακολουθούν να επιδιώκουν την κατάκτηση της φύσης, έχοντας γι' αυτό κολοσσιαίες δυνατότητες. Όμως τώρα, αλλάζει ο χαρακτήρας μιας τέτοιας κατάκτησης η οποία πρέπει ταυτόχρονα να εκδηλώνεται και σαν διατήρηση και τελειοποίηση της φύσης - αυτή είναι η κομμουνιστική σχέση προς τη φύση.
Ήδη, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, δημιουργούνται προϋποθέσεις για την άρνηση της άρνησης του αρχικού χαρακτήρα ιδιοποίησης της φύσης στην παραγωγή από τον άνθρωπο. Αν στην ιστορία της ανθρωπότητας ο άνθρωπος χρησιμοποιούσε αρχικά τη φύση απλά, άμεσα, χωρίς να της αλλάζει μορφή, στη συνέχεια άρχισε να μετασχηματίζει τα πράγματα με τη βοήθεια του μορφοποιημένου πλέον αντικειμένου της φύσης· σ' αυτή τη φάση αντίστοιχα κύριος φορέας μετασχηματισμού ήταν η άμεση εργασία. Στην πορεία όμως ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας και ιδιαίτερα στην ανώτατη βαθμίδα της - στο αυτόματο σύστημα μηχανών - «ο άνθρωπος τοποθετεί τη φυσική διαδικασία [έμφαση Β.Β.], την οποία μετασχηματίζει σε βιομηχανική διαδικασία, σαν ενδιάμεσο συνδετικό κρίκο ανάμεσα σ' αυτό τον ίδιο και στην ανόργανη φύση»[25]. Επόμενα, δημιουργείται η εντύπωση ότι επιστρέφουμε πάλι στο αφετηριακό σημείο, δηλαδή στη χρησιμοποίηση της αυτενέργειας των φυσικών διαδικασιών στην πραγματικότητα όμως δεν πρόκειται για απλή επαναφορά, διότι στη φάση αυτή διατηρούνται όλα τα επιτεύγματα της πρώτης άρνησης: τώρα ο άνθρωπος διευθύνει συνειδητά τις φυσικές διαδικασίες για να πετύχει το χρήσιμο αποτέλεσμα που χρειάζεται.
Ωστόσο, στον καπιταλισμό, ο καθολικός πλούτος αναπτύσσεται μέσα από μια ανταγωνιστική μορφή. Ο Μαρξ αναφέρει σχετικά ότι «από τη μια πλευρά, το κεφάλαιο προκαλεί τη γέννηση όλων των δυνάμεων της επιστήμης και της φύσης, όπως ακριβώς και των δυνάμεων των κοινωνικών συνδυασμών και της κοινωνικής επικοινωνίας, για να κάνει ανεξάρτητη (σχετικά) τη δημιουργία του πλούτου από τον εργατικό χρόνο που δαπανάται για τη δημιουργία του. Από την άλλη πλευρά, το κεφάλαιο θέλει να μετρά αυτές τις γιγάντιες κοινωνικές δυνάμεις που δημιουργήθηκαν μ' αυτό τον τρόπο, με τον εργατικό χρόνο, και έτσι να τις εγκλωβίσει μέσα σε πλαίσια που του χρειάζονται για να διατηρήσει την αξία που ήδη δημιουργήθηκε με την ιδιότητα της αξίας»[26].
Μονάχα η κοινωνικοποίηση της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής εξαλείφει την αντίφαση αυτή και ανοίγει διάπλατα το δρόμο για την ελεύθερη ανάπτυξη του πλούτου της κοινωνίας. Ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας, αν του αφαιρέσουμε την καπιταλιστική του μορφή, δεν είναι τίποτε άλλο από τη διαρκή παραγωγή και αναπαραγωγή από τον άνθρωπο του εαυτού του, με την ιδιότητα του ολοκληρωμένου, του καθολικού, του αρμονικού[27].
Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, η οποία πραγματοποιείται για πρώτη φορά με τη σοσιαλιστική επανάσταση, είναι η άρση των αποσπασμένων από τον άνθρωπο και εχθρικά διακείμενων προς αυτόν κοινωνικών δυνάμεων. Η εγκαθίδρυση της κοινωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής αποτελεί άρνηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ενώ ταυτόχρονα μοιάζει με επαναφορά της ιστορικής διαδικασίας στο αφετηριακό της σημείο, στην κοινοτική ιδιοκτησία. Διότι, ως γνωστό, τόσο η κοινοτική, όσο και η κοινωνική ιδιοκτησία αποτελούν ιδιοκτησία ομάδων. Όμως η κοινωνική ιδιοκτησία, σε αντίθεση με την κοινοτική, δεν αποτελεί ιδιοκτησία μιας ομάδας ανθρώπων, αλλά είναι ιδιοκτησία ολόκληρης της κοινωνίας. Στην πιο αναπτυγμένη της μορφή, η κοινωνική ιδιοκτησία αποτελεί ιδιοκτησία ολόκληρης της κοινωνικοποιημένης ανθρωπότητας. Εκτός όμως απ' αυτό, στην κοινωνική ιδιοκτησία διατηρείται, σε μετασχηματισμένη μορφή, καθετί το θετικό που επιτεύχθηκε στη διαδικασία ανάπτυξης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.
Ο σκοπός της κοινωνικοποιημένης ανθρωπότητας είναι η ελεύθερη, ολόπλευρη, αρμονική ανάπτυξη του κάθε ανθρώπου, η οποία εκφράζεται ταυτόχρονα και σαν αυτοσκοπός και σαν αναγκαίος όρος για την ίδια, αντίστοιχη ανάπτυξη όλων των υπόλοιπων ανθρώπων. Ο σκοπός αυτός είναι επίσης άρνηση της άρνησης. Αρχικά, αφετηριακό σημείο της ιστορικής διαδικασίας ήταν η αναπαραγωγή της φυσικής ύπαρξης κάθε μέλους της κοινότητας, σαν σκοπός και όρος φυσικής ύπαρξης των άλλων μελών της κοινότητας και της ίδιας της κοινότητας συνολικά. Όσο αναπτυσσόταν η ιδιωτική ιδιοκτησία, ο σκοπός της κοινωνικής ανάπτυξης γινόταν η παραγωγή και αναπαραγωγή των κατόχων της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, με αυτή και μόνο την ιδιότητα τους· οι άνθρωποι οι οποίοι, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, στερούνταν ιδιωτικής ιδιοκτησίας, οι εκμεταλλευόμενες τάξεις αποτελούσαν σε επίπεδο κοινωνίας το μέσο για την επιτυχία αυτού του σκοπού. Η ανάπτυξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας συμβάδιζε παράλληλα με τη διαρκώς αυξανόμενη απόσπαση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας από την άμεση της σύνδεση με την ατομικότητα των ιδιοκτητών και τις φυσικές συνθήκες, δηλαδή, η ιδιωτική ιδιοκτησία αποκτούσε διαρκώς μια μεγαλύτερη αυτονομία απέναντι στην προσωπικότητα του ιδιοκτήτη και απέναντι στη φύση. Στα πλαίσια του καπιταλισμού αυτή πλέον η αυτονομία αναπτύσσεται σε πλήρη μορφή. Γι' αυτόν το λόγο τώρα, ο κύριος σκοπός της κοινωνικής ανάπτυξης δεν συνίσταται στην ατομική ιδιοποίηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, αλλά στη σταθερή παραγωγική ιδιοποίηση της, με την ιδιότητα της αυτοαυξανόμενης ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Κατ' αυτό τον τρόπο, και ο ίδιος πλέον ο κάτοχος της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ακόμα και αν είναι ικανοποιημένος από την κοινωνική του θέση, αποτελεί, ως ένα σημείο, το μέσο κίνησης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, των κοινωνικών δυνάμεων, οι οποίες, ενώ δημιουργήθηκαν από τους ανθρώπους, αποσπάστηκαν στη συνέχεια απ' αυτούς και τους υπόταξαν.
Στον κομμουνισμό, σκοπός της κοινωνικής ανάπτυξης γίνεται πάλι ο κάθε άνθρωπος. Όμως τώρα, δεν πρόκειται για τον άνθρωπο, το μέλος εκείνο της περιορισμένης κοινότητας, αλλά για το μέλος της ανθρώπινης κοινωνίας στο σύνολο της. Τα επιτεύγματα που γέννησε το ταξικό, ανταγωνιστικό στάδιο της κοινωνικής ανάπτυξης δεν εξαλείφονται. Είναι γνωστό ότι ακριβώς σ' αυτή την πορεία ανάπτυξης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, και φυσικά, κατά κύριο λόγο, στη διαδικασία ανάπτυξης της καπιταλιστικής ιδιωτικής ιδιοκτησίας, δημιουργούνται - αν και σε περιορισμένο βαθμό - οι διεθνείς παραγωγικές σχέσεις, οι οικουμενικές ανάγκες κλπ. Όμως επέρχεται ο «εξαγνισμός» από την ανταγωνιστική μορφή ανάπτυξης: κύριος σκοπός της κοινωνικής ανάπτυξης δεν είναι απλά η παραγωγή της φυσικής ύπαρξης του ατόμου, δεν είναι μόνο η κατανάλωση απ' αυτό υλικών και πνευματικών αγαθών με την ιδιότητα του μεμονωμένου ατόμου, αλλά η παραγωγή και αναπαραγωγή του ανθρώπου με την ιδιότητα του μέλους της ανθρωπότητας, του μέλους της ανθρώπινης κοινωνίας.
Επειδή λοιπόν ο κομμουνισμός αποτελεί άρνηση της άρνησης, δεν είναι δυνατό να γίνει κατανοητός αρκετά, αν προηγούμενα δεν υπολογιστεί τι είναι αυτό που πρέπει αυτός να αρνηθεί. Η θεωρία της κομμουνιστικής κοινωνίας, κατ' ανάγκη, προϋποθέτει και συμπεριλαμβάνει την εξέταση ολόκληρης της ιστορίας εμφάνισης, διαμόρφωσης και ανάπτυξης της ανθρωπότητας.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, δείξαμε ότι τα ζητήματα τα οποία αναλύθηκαν σ' αυτό το κείμενο, αποτελούν μεθοδολογικά ζητήματα μελέτης της πραγματικής ιστορίας της ανθρωπότητας - του κομ#956;ουνισμού - σαν αναγκαίου αποτελέσματος ολόκληρης της ανάπτυξης της ανθρωπότητας.
[19] Σε καθορισμένες ευνοϊκές συνθήκες, ακόμα και η συλλογή καρπών, το κυνήγι, το ψάρεμα, μπορούν να εξασφαλίζουν σταθερή ποσότητα προϊόντων, από την αυγή κιόλας της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτή όμως η σταθερότητα οφείλεται σε εξωτερικές συνθήκες και όχι στον ίδιο το χαρακτήρα αυτών των διαδικασιών παραγωγικής ενασχόλησης. Μονάχα με την εμφάνιση της κτηνοτροφίας και της γεωργίας αναδύεται μια τέτια μορφή εργασίας, η οποία από τη φύση της επιτρέπει την παραγωγή σταθερής ποσότητας μέσων συντήρησης.
[20] Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1978, τόμ. 3, σελ. 972.
[21] Βλ. στο ίδιο, σελ. 1013.
[22] Κ. Μαρξ, Οικονομικά χειρόγραφα 1857-1859, Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, τόμ. 46, μέρ. 1, σελ. 463.
[23] Βλ. Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τόμ. 1, σελ. 503-504.
[24] Κ. Μαρξ, Οικονομικά χειρόγραφα 1857-1859, Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, τόμ. 46, μέρ. 2, σελ. 208.
[25] Στο ίδιο, σελ. 213.
[26] Στο ίδιο, σελ. 214.
[27] Βλ. Κ. Μαρξ, Οικονομικά χειρόγραφα 1857-1859, Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, τόμ. 46, μέρ. 1, σελ. 476.